Παρότι επιβεβαιώθηκε ότι αποκτούμε ανοσία έναντι του νέου κορονοϊού, εντούτοις παραμένει ακόμη άγνωστο πόσο επαρκής είναι η ανοσία αυτή ώστε να μην ξανανοσήσουμε και για πόσο χρονικό διάστημα.
Το γεγονός αυτό, θέτει μια σειρά από προϋποθέσεις στη μάχη ανάπτυξης εμβολίου, καθώς ήδη χρησιμοποιούνται τέσσερις διαφορετικές τεχνολογίες. Για τα νέα εμβόλια που θα προκύψουν θα πρέπει να επιβεβαιωθεί η αποτελεσματικότητα και ασφάλεια, ενώ θα πρέπει να διαπιστωθούν ταυτόχρονα τα χαρακτηριστικά του κάθε εμβολίου, αλλά και σε ποιά ομάδα πληθυσμού είναι τα πιο κατάλληλα.
Μόλις αυτά επιβεβαιωθούν, θα χρειαστεί παγκόσμιος συντονισμός για την παραγωγή, αποθήκευση και διανομή τους στον παγκόσμιο πληθυσμό, καθώς ένα μόνο εμβόλιο δεν θα επαρκεί για την κάλυψη του συνολικού πληθυσμού.
Τις παραπάνω προκλήσεις επισημαίνουν με άρθρο τους στο επιστημονικό περιοδικό Science, ο Διευθυντής του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας (National Institutes of Health – NIH) Francis S. Collins, MD, Ph.D., o Διευθυντής του Εθνικού Ινστιτούτου Αλλεργίας και Λοιμωδών Νοσημάτων (NIAID) Anthony S. Fauci, MD, o Καθηγητής στο τμήμα εμβολίων και μολυσματικών ασθενειών στο Fred Hutchinson Cancer Research Center στο Seattle Lawrence Corey, MD, και ο John R. Mascola, MD, Διευθυντής του Ερευνητικού Κέντρου για την Ανάπτυξη Εμβολίων του NIAID (NIAID’s Vaccine Research Center). Πρόκειται για τους διευθυντές των μεγαλύτερων Ινστιτούτων Υγείας των ΗΠΑ, και ηγέτες της προσπάθειας για την ανάπτυξη αποτελεσματικών εμβολίων, οι οποίοι έθεσαν τις βασικές στρατηγικές αρχές της ανάπτυξης των εμβολίων για τον κορονοϊό.
Οι Καθηγητές της Θεραπευτική Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Ευστάθιος Καστρίτης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνόψισαν τα βασικά δεδομένα της δημοσίευσης.
Σύμφωνα με το άρθρο του Science, οι βασικές προκλήσεις της ανάπτυξης αποτελεσματικών εμβολίων για τον νέο κορονοϊό.
1. Το πρώτο θέμα που έθεσαν οι ερευνητές είναι η σχετικά περιορισμένη γνώση που έχουμε σχετικά με την ανοσολογική απόκριση απέναντι στον κορονοϊό. Τα δεδομένα από ασθενείς δείχνουν σχετικά υψηλά επίπεδα ανοσολογικών αποκρίσεων μετά τη μόλυνση, ωστόσο, δεν έχουμε δεδομένα σχετικά με τον τύπο ή το επίπεδο ανοσίας που απαιτούνται για την προστασία από επακόλουθη επανεμφάνιση της νόσου ούτε και για την πιθανή διάρκεια αυτής της προστασίας.
2. Η ασφάλεια αποτελεί πρωταρχικό στόχο για οποιοδήποτε ευρέως χρησιμοποιούμενο εμβόλιο. Οι ερευνητές ανέφεραν και τον θεωρητικό κίνδυνο ο εμβολιασμός να κάνει την επακόλουθη λοίμωξη από τον SARS-CoV-2 πιο σοβαρή λόγω ασύμμετρης (υπερβολικής) ανοσολογικής απόκρισης.
Στη συνέχεια ανέπτυξαν με λεπτομέρεια τέσσερα ειδικά σημεία που αφορούν στην ανάπτυξη εμβολίων.
Προστασία και πρόληψη
Το πρώτο, είναι τα καταληκτικά σημεία πάνω στα οποία θα πρέπει να στηθούν οι κλινικές μελέτες της ανάπτυξης εμβολίων.
Τα κύρια καταληκτικά σημεία για τον ορισμό της αποτελεσματικότητας ενός εμβολίου είναι (i) η προστασία από μόλυνση και (ii) η πρόληψη της συμπωματικής και ιδιαίτερα της σοβαρής νόσου (π.χ. αυτής που απαιτεί νοσηλεία σε ΜΕΘ).
Η αξιολόγηση της επίδρασης του εμβολιασμού θα πρέπει να γίνει τόσο στους νεότερους όσο και στους πιο ηλικιωμένους πληθυσμούς καθώς και σε άλλες ευπαθείς ομάδες. Όπως τονίζεται, η αξιολόγηση της μείωσης της κλινικά «σοβαρής» νόσου είναι δύσκολη, καθώς εκτιμάται ότι 20-40% των περιπτώσεων COVID-19 είναι ασυμπτωματικές λοιμώξεις και η έλλειψη ακριβούς γνώσης των ποσοστών επίπτωσης της λοίμωξης.
Τονίζεται ακόμα η ανάγκη αξιόπιστων ορολογικών δοκιμασιών (δηλαδή αξιόπιστων τεστ αντισωμάτων) και η δυνατότητα να διακριθεί η ανοσολογική απόκριση που προέκυψε από εμβολιασμό έναντι της την ανοσολογικής απόκρισης που προέκυψε από μόλυνση.
Σχετικά με την διεξαγωγή ελεγχόμενων κλινικών μελετών πρόκλησης, στις οποίες ένας μικρός αριθμός εθελοντών εμβολιάζεται και στη συνέχεια εκτίθεται στον SARS-CoV-2, οι ερευνητές είναι μάλλον αρνητικοί (σε αντίθεση με τoν ΠΟΥ, που πρόσφατα έθεσε και αυτή την προοπτική ώστε να επιταχυνθεί ανάπτυξη του εμβολίων).
Διαφορετικά είδη εμβολίου
Το δεύτερο σημαντικό ζήτημα που θέτουν οι συγγραφείς είναι η επιλογή της καταλληλότερης πλατφόρμας ανάπτυξης του εμβολίου, δηλαδή το είδος του εμβολίου. Είναι ενθαρρυντικό ότι αρκετά διαφορετικά είδη εμβολίων βρίσκονται σε φάση κλινικής αξιολόγησης. Αυτά περιλαμβάνουν εμβόλια με ανασυνδυασμένες πρωτεΐνες, με ιϊκούς φορείς με δυνατότητα ή χωρίς δυνατότητα αντιγραφής, και προσεγγίσεις με χρήση DNA και mRNA. Κάθε μία από αυτές τις πλατφόρμες εμβολίων έχει πλεονεκτήματα και περιορισμούς. Σημαντικά χαρακτηριστικά περιλαμβάνουν την ταχύτητα και την ευελιξία της κατασκευής, την ασφάλεια και την επαγωγή ικανοποιητικής ανοσολογικής αντίδρασης, το προφίλ της χημικής και κυτταρικής ανοσογονικότητας, την διάρκεια της ανοσίας, την κλίμακα και το κόστος κατασκευής, τη σταθερότητα του εμβολίου. Το πιθανότερο σενάριο είναι ότι κανένα εμβόλιο ή πλατφόρμα εμβολίων δεν θα μπορεί να ικανοποιήσει όλες τις παγκόσμιες ανάγκες από μόνο του.
Σήμερα βρίσκονται σε στάδια κλινικών δοκιμών ή ξεκινούν κλινικές δοκιμές σε εμβόλια:
-με βάση τα νουκλεϊκά οξέα (από τις εταιρείες Moderna, BioNTech / Pfizer, CuraVac (αναπτύσσουν εμβόλιο με βάση mRNA) και Inovio (αναπτύσσει εμβόλιο με βάση το DNA).
-με χορήγηση ανασυνδυασμένης πρωτεΐνης του ιού αναπτύσσει η Sanofi και η Novavax.
-ιϊκού φορέα με αδενοϊό αναπτύσσεται από την Janssen Pharmaceuticals, με ανασυνδυασμένος αδενοϊό-φορέα χιμπατζή (ChAdOx1), αναπτύχθηκε από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και την AstraZeneca, και
-με ιό φορέα τον VSV από τη Merck.
Κατά του συγγραφείς, θα χρειαστούμε περισσότερους από ένα τύπους εμβολίου, ώστε να καλυφθούν οι πολλές και διαφορετικές ανάγκες που μπορεί να υπάρχουν σε διαφορετικά μέρη του κόσμου και σε διαφορετικούς πληθυσμούς (π.χ νεότερους έναντι ηλικιωμένων, ειδικές ευπαθείς ομάδες κ.α).
Κοινή αξιολόγηση
Το τρίτο σημαντικό ζήτημα, αφορά τις απαραίτητες στρατηγικές συνεργασίες μεταξύ κρατικών ιδιωτικών και ακαδημαϊκών φορέων και άλλων οργανώσεων σε παγκόσμιο και όχι σε τοπικό επίπεδο.
Επίσης τόνισαν την ανάγκη ανάπτυξης εναρμονισμένων κύριων πρωτοκόλλων για να είναι δυνατή η διαφανής αξιολόγηση της σχετικής αποτελεσματικότητας κάθε εμβολίου. Αυτή η εναρμόνιση μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα μέσω συμπράξεων δημόσιου-ιδιωτικού τομέα, στις οποίες δημόσια κεντρικά εργαστήρια και ανεξάρτητοι βιοστατιστικοί θα αποτελούν τις κύριους αξιολογητές της αποτελεσματικότητας. Τονίζουν της ανάγκη τα δεδομένα θα να κοινοποιούνται μεταξύ των εταιρειών και να παρέχονται για ανεξάρτητη στατιστική αξιολόγηση.
Μαζική παραγωγή
Το τελευταίο ζήτημα που έθεσαν εμφατικά οι συγγραφείς είναι η ανάγκη της μαζικής παραγωγής των εμβολίων, η οποία θα απαιτήσει την δέσμευση της παραγωγικής ικανότητας για εμβόλια έναντι του κορωνοϊού σχεδόν όλης της υφηλίου. Τονίζουν την ανάγκη χρηματοδότησης της απαραίτητης υποδομής για την παραγωγή των εμβολίων και σημειώνουν πιθανά εμπόδια στην ενδεχόμενη παράδοση εμβολίων, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών, των συστημάτων διανομής και των πιθανών ειδικών απαιτήσεων αποθήκευσης.
Διαβάστε ακόμα:
- «Καμπανάκι» κινδύνου για την κτηνοτροφία και τα ζώα συντροφιάς
- Νέα έρευνα: Σχεδόν όλοι όσοι ανάρρωσαν από τον κορονοϊό ανέπτυξαν αντισώματα