Με τον κίνδυνο γενικευμένης εξάπλωση του κορονοϊού να παραμένει υπαρκτός το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου Λοιμώξεων προειδοποιεί ότι ο κίνδυνος επιδημίας στην Ευρώπη παραμένει μέσος έως υψηλός για τους ηλικιωμένους και τους χρονίως πάσχοντες από άλλα νοσήματα. Απόκλιση στα στοιχεία των κρουσμάτων μεταξύ των φορέων, διεθνώς.
Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου Λοιμώξεων (ECDC), κατέγραψε μέχρι χθες 71333 περιστατικά σε 29 χώρες (καταγράφονται ξεχωριστά το Χονγκ Κόνγκ, το Μακάο και η Ταϊβάν) και 1775 θανάτους στην Κίνα, το Χονγκ - Κόνγκ, την Ταϊβάν, τις Φιλιππίνες, την Ιαπωνία και τη Γαλλία.
Σε αξιολόγηση για την επικινδυνότητα του ιού, το ECDC χαρακτήρισε πολύ χαμηλό τον κίνδυνο της περαιτέρω μετάδοσής του εντός ευρωπαϊκών συνόρων, δεδομένου ότι για τις τοπικές μεταδόσεις του ιού υπάρχει επιδημιολογική σύνδεση με κάποιον που είχε ταξιδέψει στην Κίνα. Εντούτοις, για ηλικιωμένους με συννοσηρότητα, ο κίνδυνος είναι από μέτριος έως υψηλός, δεδομένης της υψηλής σοβαρότητας της νόσησης σε αυτή την κατηγορία πληθυσμού.
Επίσης, παραμένει υψηλός ο κίνδυνος μετάδοσης του ιού εντός της ΕΕ για τους ταξιδιώτες, όπως υψηλός είναι και ο κίνδυνος των επιπτώσεων της νόσου στους ταξιδιώτες, ανάλογα με τη διαθεσιμότητα του συστήματος υγείας.
Για τα συστήματα υγείας της Ε.Ε., το ECDC επισημαίνει ότι ο κίνδυνος είναι από χαμηλός έως μέτριος ενόσω τα κρούσματα του νέου κορονοϊού παραμένουν λίγα και επισημαίνει ότι αύξηση των κρουσμάτων του COVID - 19, μπορεί να αυξήσει την πίεση στα συστήματα υγείας, επιδεινώνοντας την κατάσταση αν προσβληθούν από αυτά και επαγγελματίες υγείας.
Μεταδοτικότητα και σοβαρότητα του νέου κορονοϊού
Από την πλευρά του, ο Καθηγητής Ιατρικής και Πρύτανης του ΕΚΠΑ Θάνος Δημόπουλος, παρέθεσε τα χθεσινά επιδημιολογικά δεδομένα της πλατφόρμας του Πανεπιστημίου Johns Hopkins σύμφωνα με τα οποία είχαν καταγραφεί 71.331 επιβεβαιωμένα κρούσματα και 1.775 θάνατοι από τον νέο κορονοϊό Covid-19 σε 29 χώρες παγκοσμίως.
Η συντριπτική πλειοψηφία των περιστατικών εντοπίζεται στην Κίνα και στις χώρες της Άπω Ανατολής, ωστόσο 78 περιστατικά έχουν ανιχνευθεί σε Αμερική, Αυστραλία, Ευρώπη και Αφρική.
Όπως σημείωσε ο κ. Δημόπουλος, ο κίνδυνος γενικευμένης εξάπλωσης του ιού παγκοσμίως είναι υπαρκτός και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει θέσει τον Covid-19 ως τη μεγαλύτερη απειλή για την ανθρωπότητα συγκριτικά και με την τρομοκρατία.
Πρόσφατο άρθρο στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό της αμερικανικής ιατρικής εταιρείας JAMA πραγματεύεται το δυναμικό εμμένουσας μεταδοτικότητας του νέου κορωνοϊού.
Βασική αρχή της επιδημιολογικής λοιμωξιολογίας αποτελεί το γεγονός ότι το αποτέλεσμα μιας επιδημίας καθορίζεται από δύο βασικούς παράγοντες – τη μεταδοτικότητα και τη σοβαρότητα.
Η μεταδοτικότητα προσδιορίζεται με βάση το βασικό αριθμό αναπαραγωγής που συμβολίζεται ως R0 και ορίζεται ως ο αριθμός των επιπλέον ατόμων που θα νοσήσουν κατά τη διάρκεια της νόσησης ενός κρούσματος. Τιμές του δείκτη R0 κάτω από 1 υποδηλώνουν ότι η επιδημία θα φθίνει, ενώ τιμές πάνω του 1 δείχνουν το δυναμικό της επιδημίας για εμμένουσα μεταδοτικότητα. Όσον αφορά στον Covid-19, είναι μάλλον νωρίς για να καθοριστεί με ακρίβεια η τιμή του R0. Ωστόσο ειδικοί έχουν υπολογίσει με μαθηματικά μοντέλα την εκτιμώμενη τιμή στο 2.2, λαμβάνοντας υπόψη νέα στοιχεία που υποδεικνύουν την ταχεία μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Παράλληλα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει χαρακτηρίσει το 14% των καταγεγραμμένων περιστατικών ως σοβαρά συμπεριλαμβανομένου και των θανάτων, που αντιστοιχούν σε πιθανότητα 2%.
Βέβαια, είναι συχνό οι δείκτες σοβαρότητας να υπερεκτιμούνται κατά την έναρξη μιας επιδημίας, καθώς υπάρχει η τάση να καταγράφονται πρωτίστως τα βαρύτερα περιστατικά έναντι ασυμπτωματικών φορέων και ολιγοσυμπτωματικών ασθενών.
Από την άλλη όμως, πληροφορίες για το τελικό αποτέλεσμα της λοίμωξης (ίαση ή θάνατος) είναι διαθέσιμα μόνο για το 18% των καταγεγραμμένων κρουσμάτων, οπότε δε μπορεί να αποκλειστεί το δυσμενές ενδεχόμενο αύξησης του ποσοστού των θανάτων.
Αξίζει να αναφερθούμε σε αντίστοιχα στοιχεία από παλαιότερες επιδημίες κορωνοϊών.
Το ποσοστό θνητότητας από τον ιό του σοβαρού οξέος συνδρόμου αναπνευστικής ανεπάρκειας (SARS) έφτασε το 9.6%, ενώ η αρχική τιμή του δείκτη R0 είχε εκτιμηθεί σε άνω του 2. Περιστατικά καταγράφηκαν σε 37 χώρες, ωστόσο το γεγονός ότι πολλά περιστατικά είχαν έντονη κλινική συμπτωματολογία κατέστησε ικανή τη γρήγορη αναγνώριση, αντιμετώπιση και απομόνωση. Επιπλέον, ο ιός δεν ανιχνευόταν σε μεγάλη ποσότητα στις εκκρίσεις του ανώτερου αναπνευστικού και πιθανώς δεν ήταν τόσο μεταδοτικός, το οποίο και επιβεβαιώθηκε στο τέλος της επιδημίας οπότε και η τιμή του R0 υπολογίστηκε κάτω του 1.
Αντίστοιχα, ο κορονοϊός του συνδρόμου αναπνευστικής ανεπάρκειας της Μέσης Ανατολής (MERS) είχε χαμηλή μεταδοτικότητα παρά την υψηλή σοβαρότητα. Επιδημικές εξάρσεις καταγράφηκαν κυρίως στη Σαουδική Αραβία, στην Ιορδανία και στη Νότια Κορέα, αλλά η τελική τιμή του R0 υπολογίστηκε κάτω του 1.
Αντίθετα, η μεγάλη πανδημία γρίπης H1N1 του 2009 είχε υψηλή μεταδοτικότητα και τιμή R0 στο 1.7 χωρίς να συνοδεύεται από υψηλό ποσοστό σοβαρών περιστατικών.
Καταλήγοντας ο καθηγητής, σημείωσε πως "παρότι δεν είναι δυνατό να καθοριστεί με ακρίβεια η έκβαση της επιδημίας του νέου κορωνοϊού, η εμπειρία του παρελθόντος έχει δείξει ότι ο στρατηγικός σχεδιασμός σε επίπεδο πολιτείας και τα μέτρα πρόληψης σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο αποτελούν ζωτικής σημασίας για την ανάσχεση του επιδημικού κύματος".
Ο ΠΟΥ
Ο νέος κορονοϊός δεν είναι τόσο θανατηφόρος, όσο οι άλλοι κορονοϊοί που είχαν προκαλέσει τις SARS και MERS, δήλωσε χθες ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ δρ. Τέντρος Αντάνομ Γκεμπρεγιέσους, υπογραμμίζοντας όμως ότι για το 14% των ανθρώπων που έχουν προσβληθεί η νόσος είναι εξαιρετικά σοβαρή.
Στην περίπτωση αυτή, προκαλεί πνευμονία, δύσπνοια, σηπτικό σοκ και πολυοργανική ανεπάρκεια. Η βαρύτητα της νόσου αυξάνεται με την ηλικία και τα συνοδά νοσήματα από τα οποία μπορεί να πάσχουν ήδη όσοι μολύνονται από τον COVID - 19. Ο νέος ιός φαίνεται να μην προτιμά ιδιαίτερα τα παιδιά, γεγονός που χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση.
Οι παρατηρήσεις αυτές, περιλαμβάνονται σε νέα μελέτη που δημοσίευσαν χθες Κινέζοι ερευνητές, με στοιχεία παρατήρησης από την νοσηλεία 44.000 περιστατικών στην Κίνα.
Ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ υπενθύμισε ότι ο Οργανισμός χρειάζεται τη συμβολή των κρατών προκειμένου να συγκεντρώσει τα 675 εκ. δολ. που απαιτούνται για τη διαχείριση της επιδημίας και έκανε έκκληση στα κράτη, σημειώνοντας πως τώρα είναι η ώρα, ώστε να κρατηθεί η νόσος στα υφιστάμενα χαμηλά επίπεδα εκτός Κίνας.
Σημείωσε ότι ο Οργανισμός συνεχίζει να εφοδιάζει με διαγνωστικά αντιδραστήρια τα εργαστήρια και αναλώσιμο υλικό τους επαγγελματίες υγείας ανά τον κόσμο όπου παρατηρείται ανάγκη, ενώ παράλληλα για κάθε νέο εργαστήριο που μπαίνει στη μάχη κατά του ιού, διενεργείται ποιοτικός έλεγχος, ώστε τα αποτελέσματα των εξετάσεων να είναι επιβεβαιωμένα σωστά.
Το επιστημονικό επιτελείο του ΠΟΥ, απαντώντας σε ερωτήσεις σχετικά με το ενδεχόμενο πανδημίας, επεσήμανε ότι ο ορισμός απαιτεί την εκτεταμένη τοπική μετάδοση του ιού, πράγμα που -ευτυχώς- δεν έχει συμβεί ακόμη, καθώς πρόκειται για το χείριστο σενάριο.
Μέχρι σήμερα, η τοπική μετάδοση του ιού σε άλλες χώρες, έχει καταγραφεί σε άτομα που σχετίζονταν με κάποιον που είχε έρθει από την Κίνα. Επεσήμαναν όμως ότι, παρά το γεγονός αυτό, ο κίνδυνος παραμένει.
Σημείωσαν ακόμη ότι η πρόσφατη κίνηση των γιατρών στην Κίνα να ζητήσουν αίμα από όσους θεραπεύθηκαν, προκειμένου να μεταγγίσουν πλάσμα στους βαριά πάσχοντες, έχει βάση, καθώς η μέθοδος εφαρμόζεται στην αντιμετώπιση της λύσσας και της διφθερίτιδας.
Εκείνο που έχει σημασία, είναι ο χρόνος χορήγησης στον ασθενή, καθώς ενισχύει μεν το ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενή, όμως πρέπει να χορηγηθεί έγκαιρα, γι΄ αυτό η μέθοδος αυτή δεν στέφεται πάντα με επιτυχία.
Και εδώ τόνισαν ότι θα πρέπει να καταρτισθεί σχετικό πρωτόκολλο θεραπείας.
Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, τα κρούσματα του ιού διεθνώς φτάνουν τα 71429, εκ των οποίων τα 2162 είναι νέα, δείχνοντας μείωση, η οποία όμως εκτιμάται ότι μπορεί ακόμη να ανατραπεί.
Στην Κίνα έχουν καταγραφεί 70635 κρούσματα, εκ των οποίων τα 2051, χθες. Οι θάνατοι έφτασαν τους 1772, καθώς χθες καταγράφηκαν 106 νέοι.
Εκτός Κίνας, τα κρούσματα έφτασαν τα 794, εκ των οποίων τα 111 χθες, σε 25 χώρες. Συνολικά έχουν καταγραφεί 3 θάνατοι εκτός Κίνας.