«Στην Τήνο είμαι άλλος – δεν είμαι συγγραφέας» θα μας πει, κι άντε να τον πιστέψουμε, ο Ξενοφών Μπρουντζάκης, επιμένοντας:
«Το σπίτι μου στην Αθήνα είναι ο χώρος γύρω από τον οποίο έκτισα την ζωή μου, και το γραφείο μου είναι ο κόσμος μου. Εδώ και αρκετά χρόνια, σε αυτό το γραφείο περνώ τις περισσότερες ώρες της ημέρας μου. Προσωπικά δεν το βλέπω ως τελετουργία αλλά ως μια λειτουργία ενταγμένη σε έναν τρόπο ζωής.»
Πίσω του εκδόσεις, κριτικές, επιμέλειες, οκτώ προσωπικά του βιβλία. «Μια κοινή περιπέτεια του σώματος», «Γυναικωνίτης», «Η μέρα άρχισε με το αλεύρι», «Οι καλύτερες μέρες», «Από στήθους», «Αθήνα, η μυθολογία μιας πόλης», «Ο παράξενος ταξιδιώτης της Μπολιβάριας», με εμμονές από τον ίδιο ήδη διαπιστωμένες:
«Σίγουρα υπάρχει έντονα η εμμονή του σώματος σε όλα μου τα βιβλία. Το ζήτημα της θνητότητας με απασχολεί πάντα υπόγεια, μέσω της απώλειας του σώματος - σχεδόν ποτέ σε πρώτο πλάνο. Ο κόσμος που περιγράφω είναι σωματικός, γήινος. Αυτό που με συγκλονίζει είναι η σωματική αντίληψη της ζωής, όχι η μεταφυσική. Δεν υποστηρίζω, για κανέναν λόγο, ότι οι μεταφυσικές αγωνίες του κόσμου είναι ασήμαντες. Το αντίθετο. Ωστόσο, εγώ με άλλα ψυχοπιάνομαι και άλλα ψυχοπονώ!», θα πει στο Liberal ανοίγοντας το λογοτεχνικό του εργαστήρι και μιλώντας μας για τα πάντα.
«Γενικά είμαι του κλασικού ρεπερτορίου» θα πει επιμένοντας, «η ανάγνωση γενικά μου άλλαξε τη ζωή», και η ίδια η ζωή του, οι εκδόσεις Ποικίλη Στοά και η σπουδαία δουλειά του το επιβεβαιώνει.
Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα
- Κύριε Μπρουντζάκη, υπάρχει τελετουργία γραφής [συγκεκριμένος χώρος, χρόνος, συνήθειες] ή παντού μπορείτε να γράψετε εσείς;
Για να είμαι ειλικρινής, δεν το έχω σκεφτεί. Τώρα που με ρωτάτε, όλα μου τα βιβλία -και τα οκτώ (γυρίζω πίσω μου, στη βιβλιοθήκη και τα μετρώ για σιγουριά!)- τα έχω γράψει στην Αθήνα. Σίγουρα, δεν μπορώ να γράψω στην Τήνο, όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα. Με τίποτα. Κάποια φορά που επιχείρησα να καταλάβω το γιατί, κατέληξα ότι στην Τήνο είμαι άλλος – δεν είμαι συγγραφέας.
Το σπίτι μου στην Αθήνα είναι ο χώρος γύρω από τον οποίο έκτισα την ζωή μου, και το γραφείο μου είναι ο κόσμος μου. Εδώ και αρκετά χρόνια, σε αυτό το γραφείο περνώ τις περισσότερες ώρες της ημέρας μου. Προσωπικά δεν το βλέπω ως τελετουργία αλλά ως μια λειτουργία ενταγμένη σε έναν τρόπο ζωής.
Μια δυο φορές που έμεινα για μεγάλα διαστήματα στην Πάτρα και τη Θεσσαλονίκη, δεν κατάφερα να γράψω ούτε γραμμή. Σα να παθαίνω …βραδυγλωσσία εκτός Αθηνών και σπιτιού!
Στην αρχή έγραφα αποκλειστικά τη νύχτα. Απορώ πώς τα κατάφερνα, καθώς πλέον κοιμάμαι νωρίς και ξυπνώ νωρίς. Δεν ξέρω αν υπάρχει κατάλληλο ωράριο, αλλά για μένα όταν ήμουν νεώτερος, ο πιο παραγωγικός χρόνος ήταν η νύχτα ενώ τώρα πια… όσο πιο πρωί, τόσο το καλύτερο!
- Για να ξεκινήσετε μια ιστορία, χρειάζεστε πλάνο, να ξέρετε και την αρχή και το τέλος της, ή αρκούν μια εικόνα ή η αρχική φράση;
Εγώ τουλάχιστον δεν έγραψα ούτε ένα βιβλίο με πλάνο. Δεν είχα ιδέα πώς θα προχωρήσει και πού θα καταλήξει μια ιστορία. Ξεχώριζα ένα θέμα που μου άρεσε αρκετά ώστε μέσα από μιαν εσωτερική διαδικασία να αρχίσω να πλέκω την ιστορία που στη διάρκεια της γραφής αποκαλυπτόταν ακόμα και στις λεπτομέρειές της. Μια φράση ήταν αρκετή για να ξεκινήσω.
Για κάποιους άλλους ακούω ότι αυτό είναι αδιανόητο. Γενικά, ωστόσο, θαρρώ ότι στη συγγραφή δεν υπάρχουν κανόνες. Γι' αυτό και δεν καλοβλέπω όλα αυτά τα εργαστήρια γραφής. Τι τους μαθαίνουν; Να γράφουν καλές εκθέσεις; Η ουσία είναι να διαθέτει κάποιος αυτήν την ιδιαίτερη προσωπική ματιά πάνω στο κόσμο που σε βασανίζει να την καταγράψεις. Αυτό δεν μαθαίνεται ούτε υπάρχουν πτυχία συγγραφικής.
- Ποιο βιβλίο σας γράφτηκε με πιο παράξενο και αλλόκοτο τρόπο;
Στο μυθιστόρημά μου «Η Μέρα άρχισε με το Αλεύρι», εκδ. Καστανιώτη (2001), δεν υπάρχει τίποτα δικό μου ως βίωμα, τίποτα από τον κόσμο μου και την εποχή μου. Ήταν να πάω στο ΙΚΑ να πάρω κάποια φάρμακα για την πεθερά μου Ελένη και χρειάστηκα την ταυτότητά της. Με έκπληξη είδα ότι γεννήθηκε στην Τουρκία, στην Γκιουμούς Χανέ (Gümüşhane), Αργυρούπολη στα ελληνικά!
Για να είμαι ειλικρινής, για μερικά λεπτά ένιωσα περίεργα. Στο μεταξύ, ούτε καν πέρασε από το μυαλό μου ότι κι ο παππούς μου, ο Ξενοφών ήταν από την Ανατολική Ρωμυλία και λόγω Ίλιντεν μετανάστευσε με την οικογένειά του στις ΗΠΑ!
Όλα αυτά δένονται στην ζωή μας μυστικά κι αόρατα μεταξύ τους… Τότε ήταν που η πεθερά μου μού διηγήθηκε την οδύσσεια της οικογένειάς της από τον Πόντο στην Ελλάδα. Έψαξα ιστορικά και λαογραφικά εκείνη την περίοδο και με βάση την σύντομη αλλά καταπληκτική διήγησή της, έφτιαξα αυτό το βιβλίο!
- Υπάρχουν συγγραφικές εμμονές; Θέματα στα οποία επανέρχεστε, τεχνικές που χρησιμοποιείτε και ξαναχρησιμοποιείτε, γρίφους κι αινίγματα που προσπαθείτε μια ζωή γράφοντας να επιλύσετε;
Σίγουρα υπάρχει έντονα η εμμονή του σώματος σε όλα μου τα βιβλία. Το ζήτημα της θνητότητας με απασχολεί πάντα υπόγεια, μέσω της απώλειας του σώματος - σχεδόν ποτέ σε πρώτο πλάνο. Ο κόσμος που περιγράφω είναι σωματικός, γήινος. Αυτό που με συγκλονίζει είναι η σωματική αντίληψη της ζωής, όχι η μεταφυσική.
Δεν υποστηρίζω, για κανέναν λόγο, ότι οι μεταφυσικές αγωνίες του κόσμου είναι ασήμαντες. Το αντίθετο. Ωστόσο, εγώ με άλλα ψυχοπιάνομαι και άλλα ψυχοπονώ!
- Τι πρέπει να έχει μια ιστορία για να γίνει ιστορία σας;
Θα έλεγα ότι τα πάντα γύρω μας αποτελούν αφορμή για μια ιστορία. Ακόμα και μια λεπτομέρεια είναι αρκετή για να ξεδιπλωθεί μια διήγηση. Αυτό που διαπιστώνω πάντως είναι ότι είτε όταν γράφουμε τελείως φανταστικά, δηλαδή επινοούμε, είτε βιωματικά, δηλαδή μεταφέρουμε, η πραγματικότητα αποτελεί τον «τροφοδότη λογαριασμό» της έμπνευσης. Αυτήν την πραγματικότητα θέλω να εκφράσω μέσα από τη δική μου ματιά, δηλαδή την υποκειμενική μου αλήθεια που μπορεί να γίνει συλλογική μέσα από την τέχνη της γραφής.
- Ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ήρωάς σας ή ηρωίδα σας;
Τα πάντα και τίποτα! Ωστόσο, υπάρχει μια μυστήρια ρωγμή πάνω στα πρόσωπα που διαλέγουμε, δική τους, που την ανακαλύπτουμε όσο τα φιλοτεχνούμε. Αυτή τη μυστήρια ρωγμή ψάχνω στους χαρακτήρες που με ενδιαφέρουν.
- Ποιος ήρωας ή ποια ηρωίδα σας έφτασαν ως εσάς με τον πιο αλλόκοτο τρόπο;
Ο Παναγιώταρος, το δίχως άλλο, πάλι από το μυθιστόρημα «Η Μέρα ξεκίνησε με το Αλεύρι» γιατί δεν είναι πραγματικός ήρωας. Στην ουσία είναι μια επινόηση, που μου επιβλήθηκε αλλόκοτα, ούτε και 'γώ ξέρω πώς, γι' αυτό και αγγίζει η περιγραφή του τα όρια του μαγικού ρεαλισμού. Είναι ένα πλάσμα που συμβολίζει κάτι πολύ μεγάλο και συνάμα τραγικό: την καταγωγική ομορφιά του ελληνικού κόσμου και τον ξεριζωμό του ποντιακού ελληνισμού.
- Το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε και σας εντυπωσίασε;
Το βιβλίο που με εντυπωσίασε ήταν …τα εξής δυο: η Ιλιάδα -μακράν και εκτός συναγωνισμού- όπως επίσης και η Παλαιά Διαθήκη (σε αντίθεση με την Καινή).
- Υπάρχει βιβλίο που μπορείτε να πείτε ότι σας άλλαξε τη ζωή ή βιβλίο στο οποίο συχνά επιστρέφετε;
Η ανάγνωση γενικά μου άλλαξε τη ζωή.
«Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται» ήταν το πρώτο βιβλίο που διάβασα στη ζωή μου και η αφορμή να ανακαλύψω τον δικό μου νέο κόσμο. Ήμουν δεκαέξι χρόνων τότε… Γενικά είμαι του κλασικού ρεπερτορίου.
- Αγαπημένοι σας συγγραφείς και ποιητές;
Ε, τώρα, εδώ που τα λέμε, σ’ αυτή την ερώτηση τί να πρωτοαπαντήσει κανείς; Πριν απ’ όλα, όλη η αρχαία ελληνική γραμματεία! Αν ήταν να διασώσω 10 βιβλία, θα ήταν όλα από εκείνη την περίοδο. Θα μπορούσε όμως ποτέ να παραλείψει κανείς Ντοστογιέφσκι (και ξερό ψωμί!), Τολστόι, Γκόγκολ, Μέλβιλ, Χόθορν, Φόκνερ, Κάφκα, Μπαλζάκ, Φλομπέρ, Σταντάλ, Σελίν; Από τους Έλληνες εμένα μου πάει περισσότερο ο Βιζυηνός από τον Παπαδιαμάντη.
Από τους νεώτερους, ο Καραγάτσης (πολύ!), «Το Τρίτο Στεφάνι» από τον Ταχτσή. Από ποιητές ο Σολωμός, ο Καβάφης, ο Καρυωτάκης, ο Σεφέρης, ο Σαχτούρης κι ο Ασλάνογλου. Επίσης, θέλω να μνημονεύσω μια ποιήτρια, την Νίκη Παπαγεωργίου («Του Λιναριού τα Πάθη»).
Σ’ αυτούς ανατρέχω πάντα όταν θέλω να διαβάσω κανένα ποίημα - και φυσικά στους Λυρικούς, με πρώτον και καλύτερο τον πλέον ανατρεπτικό και πρωτοπόρο ποιητή όλων των εποχών, τον Αρχίλοχο (τη μεγάλη μου αγάπη)! Να αναφέρω, επίσης, ότι στην διάρκεια της Μεταπολίτευσης, πάρα τον συγγραφικό συνωστισμό και την έκπτωση του γούστου, γράφτηκαν πολύ ωραία και αξιόλογα βιβλία κι όπως θα λέγαμε σαν γνήσιοι επαρχιώτες που είμαστε, εφάμιλλα του εξωτερικού! Πολλές φορές και καλύτερα.
- Κατά την διαδικασία της συγγραφής, ακούτε μουσική, έχετε ανάγκη από απόλυτη σιωπή, διαβάζετε άλλα βιβλία ή ποιητές, καταφεύγετε σε εικαστικά έργα;
Όταν ήμουν μικρότερος, έγραφα ακούγοντας τέντα την μουσική - αποκλειστικά ροκ και κλασική. Εδώ και πολλά χρόνια, δεν ακούω καθόλου μουσική. Όμως, ναι, μου αρέσει να διαβάζω άλλα βιβλία. Θα έλεγα ότι με βοηθά, με εμπνέει και με ευχαριστεί. Τώρα, όσον αφορά τους θορύβους, προφανώς με ενοχλούν. Ωστόσο, στο σπίτι πάντα υπάρχουν θόρυβοι - δεν είναι ασκητήριο προσευχής. Είναι ζωντανός χώρος. Άλλα οι σπιτικοί θόρυβοι συνήθως είναι οικείοι.
- Να αναφερθούμε σε εκείνο που γράφετε σήμερα;
Α, ναι! Θα σας πω πώς το ξεκίνησα. Με πήρε τηλέφωνο ο σκηνοθέτης Μιχάλης Αναστασίου που φτιάχνει τα πορτραίτα σύγχρονων συγγραφέων στην εκπομπή «Ο λόγος της γραφής ΙΙ» και μου είπε ότι θέλει να κάνει μια εκπομπή για μένα. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να διαλέξω αποσπάσματα από τα βιβλία μου.
Άρα, να ξαναέλθω σε επαφή με τα κείμενά μου. Αυτό με ενεργοποίησε. Ήδη στο μυαλό μου υπήρχε μια σκηνή από μια παραθαλάσσια πόλη στο Amarcord του Φελίνι, την οποία έχω συνδέσει με την πρώτη χιονόπτωση που είδα στην Τήνο - το νησί κάτασπρο! Αυτά τα δυο ήταν αρκετά. Το βιβλίο προχωρεί, και μέσα στο επόμενο έτος θα είναι έτοιμο.