Η Ελλάδα έχει γίνει ένα μοντέλο καλής διακυβέρνησης, με ισχυρή αποδοτικότητα, ένα μοντέλο για άλλους Ευρωπαίους όσον αφορά στη διαχείριση της μεγάλης πρόκλησης που έχει παρουσιάσει η πανδημία ανέφερε ο Αμερικανός πρέσβης Τζέφρι Πάιατ ο οποίος χαρακτήρισε τη χώρα «ηγέτιδα» της γνώσης στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, εστιάζοντας στον ψηφιακό μετασχηματισμό της.
Μιλώντας στο φετινό συνέδριο του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου για την ελληνική οικονομία, ο πρέσβης των ΗΠΑ, Τζέφρι Πάιατ διαμήνυσε ότι η πρόοδος στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις θα συνεχιστεί, όπως και η ισχυρή διακομματική τους υποστήριξη στην Ουάσιγκτον, καθώς προχωράμε στην ανάκαμψη μετά την πανδημία και στην προεδρική μετάβαση στις ΗΠΑ, υπογράμμισε.
Περαιτέρω, επισήμανε πως ο εκλεγμένος πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, όρισε μια ομάδα εθνικής ασφάλειας που είναι αφοσιωμένοι στις διατλαντικές σχέσεις και γνωρίζουν καλά την Ελλάδα, και σημείωσε ότι ξέρει πως είναι σε θέση να οικοδομήσουν πάνω στα πολύ σταθερά θεμέλια των στρατηγικών ελληνοαμερικανικών σχέσεων.
Σε αυτό το πλαίσιο, αναφέρθηκε στον ρόλο του ως πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της προεδρικής μετάβασης στη χώρα του, να βοηθήσει τους συναδέλφους του στην Ουάσιγκτον, στο Κογκρέσο, στην εκτελεστική εξουσία «να κατανοήσουν πόσο έχει αλλάξει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια».
Όσον αφορά την εξωτερική πολιτική, κατέγραψε ως μια σημαντική εξέλιξη, ότι η Ελλάδα έχει εξελιχθεί από πηγή προβλημάτων σε πηγή λύσεων, ενός παρόχου καθαρής ασφάλειας.
Ερωτηθείς ποιο είναι κατά τη γνώμη του το μεγαλύτερο επίτευγμα της Ελλάδας και ποια η μεγαλύτερη πρόκληση κατά τη διάρκεια της θητείας του στη χώρα μας, ο Τζέφρι Πάιατ απάντησε: «Είχαμε μια παγκόσμια οικονομική κρίση σχεδόν άνευ προηγουμένου ως αποτέλεσμα της πανδημίας και κανείς δεν ανησύχησε ότι η Ελλάδα θα ήταν το ντόμινο που θα έριχνε ολόκληρο το ευρωπαϊκό σύστημα. Αντιθέτως, η Ελλάδα έχει γίνει ένα μοντέλο καλής διακυβέρνησης, με ισχυρή αποδοτικότητα, ένα μοντέλο για άλλους Ευρωπαίους όσον αφορά στη διαχείριση της μεγάλης πρόκλησης που έχει παρουσιάσει η πανδημία».
Απαντώντας σε άλλο σκέλος ερώτησης, χαρακτήρισε ως τη μεγαλύτερη πρόκληση για την Ελλάδα εφεξής, την απελευθέρωση του δυναμικού των Ελλήνων και της ελληνικής οικονομίας. «Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και η ομάδα του τοποθετούν την Ελλάδα για να ανακάμψει γρήγορα από τη φετινή παγκόσμια ύφεση που προκαλείται από πανδημία. Μαζί, δημιουργούμε ισχυρές συνέργειες μεταξύ κορυφαίων Αμερικανών επενδυτών και εργαζομένων στην Ελλάδα με ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης που θα λειτουργήσουν ως πολλαπλασιαστής δύναμης τα επόμενα χρόνια» σημείωσε κατά την εισήγησή του ο Αμερικανός πρέσβης.
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στην αυξανόμενη συνεργασία στον ψηφιακό τομέα και στις αμερικανικές επενδύσεις σε ενέργεια και υποδομές, σημειώνοντας ότι διασφαλίζουν μεγαλύτερη ασφάλεια, σταθερότητα και ευημερία στην Ανατολική Μεσόγειο. Εξάλλου, διαβεβαίωσε πως οι ελληνοαμερικανικές εμπορικές και επενδυτικές σχέσεις θα συνεχίσουν να αναπτύσσονται και να εμβαθύνονται τα επόμενα χρόνια.
Επίσης, στάθηκε στην επίσκεψη του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών στη Θεσσαλονίκη τον Σεπτέμβριο, επισημαίνοντας πως υπογράμμισε τη δέσμευση των ΗΠΑ να στηρίξουν το ελληνικό οικοσύστημα καινοτομίας. Προσέθεσε πως ο πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του στέλνουν όλα τα σωστά μηνύματα για να δείξουν ότι αγκαλιάζουν το ψηφιακό μέλλον της ελληνικής οικονομίας και έκανε ειδική μνεία στην επένδυση της Microsoft στη χώρα μας.
Διευρύνοντας τη γεωπολιτική σημασία της Ελλάδας, ο Αμερικανός πρέσβης είπε ότι με την υποστήριξη των ΗΠΑ, η Ελλάδα είναι ηγέτιδα στην οικονομία της γνώσης στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. «Έχω γνωρίσει ταλαντούχους Έλληνες σε πανεπιστήμια, εργαστήρια και σε νεοφυείς επιχειρήσεις σε όλη τη χώρα και ξέρω ότι είναι ικανοί για εξαιρετικά πράγματα. Αρκεί να δούμε την επιτυχία της ελληνικής διασποράς στις Ηνωμένες Πολιτείες, που προσωποποιείται από τον διευθύνοντα σύμβουλο της Pfizer από τη Θεσσαλονίκη, Άλμπερ Μπουρλά, του οποίου το εμβόλιο οδηγεί τον παγκόσμιο αγώνα κατά του COVID-19» συμπλήρωσε.
Επίσης, επισήμανε, όσον αφορά τα λιμάνια ότι «οι ΗΠΑ θα διασφαλίσουν ότι οι λιμενικές υποδομές σε Αλεξανδρούπολη και Καβάλα θα παραμείνουν σε δυτικά χέρια» και απαρίθμησε το επενδυτικό ενδιαφέρον για την τεχνολογία, όπως στην επένδυση της Microsoft, της Pfizer, της Cisco, την ενέργεια, την Ναυπηγοεπισκευή, όπως στα ναυπηγεία Σύρου, Ελευσίνας και Σκαραμαγκά.