Η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, η βασική νόσος που προκαλεί το κάπνισμα (μαζί με το πνευμονικό καρκίνο) σκοτώνει παγκοσμίως περισσότερους από τέσσερις εκατομμύρια ανθρώπους το χρόνο όσους δηλαδή έχει σκοτώσει μέχρι τώρα ο κορονοϊός συνολικά, όπως επισημαίνει από το πανεπιστήμιο Κρήτης ο καθηγητής πνευμονολογίας Νίκος Τζανάκης προσθέτοντας πως η προσβολή από κορονοϊό για τους ανθρώπους που νοσούν από ΧΑΠ είτε το γνωρίζουν είτε όχι αποτελεί άμεσο κίνδυνο για τη ζωή τους.
Η λοίμωξη covid σε ασθενή με ΧΑΠ τριπλασιάζει τον κίνδυνο θανάτου και αυξάνει κατά τεσσερισήμισι φορές τον κίνδυνο νοσηλείας. Όπως εξηγούν ο καθηγητής πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης Νίκος Τζανάκης και ο καθηγητής πνευμονολογίας ΕΚΠΑ από το νοσοκομείο «Αττικόν» νοσοκομείο Στέλιος Λουκίδης πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας οι διαγνωσμένοι ασθενείς με ΧΑΠ που συνιστούν περίπου το 50% αυτής της πληθυσμιακής ομάδας είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί, συμβουλεύονται διαρκώς τον πνευμονολόγο τους, τηρούν τα μέτρα προστασίας, κάποιοι φορούσαν ανέκαθεν μάσκα στα ΜΜΜ (προ κορονοϊού) κι έχουν πολύ υψηλή εμβολιαστική κάλυψη σε ποσοστό που αγγίζει το 97%.
Σύμφωνα με τις νέες μελέτες από ΧΑΠ πάσχει το 10,6% του ελληνικού πληθυσμού και οι μισοί δεν το γνωρίζουν γιατί όπως εξηγεί ο πνευμονολόγος Γεώργιος Χειλάς, Επιμελητής Α στο νοσοκομείο «Σωτηρία» και συντονιστής της ομάδας ΧΑΠ της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας, ο καπνιστής είναι ενοχικός και δεν πάει εύκολα στο γιατρό γιατί ξέρει πως ο γιατρός θα του πει να κόψει το κάπνισμα. Επίσης θεωρεί τα πρώτα συμπτώματα, τον τσιγαρόβηχα και τα πτύελα φυσιολογική απόρροια του τσιγάρου.
Αν ο ασθενής δεν διακόψει το κάπνισμα, οι θεραπείες δεν θα τον βοηθήσουν και μοιραία θα οδηγηθεί σε αναπνευστική αναπηρία. Επίσης οι ασθενείς με ΧΑΠ κινδυνεύουν περισσότερο να εμφανίσουν πνευμονικό καρκίνο και για την έγκαιρη πρόληψη της χρόνιας αποφρακτικής
πνευμονοπάθειας όσο και του καρκίνου πρέπει να δημιουργηθεί ένα ολόκληρο δίκτυο πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας φροντίδας υγείας που θα περιλαμβάνει τις ειδικές διαγνωστικές εξετάσεις με πλήρη αποζημίωση και κέντρα ΧΑΠ, Κέντρα Καρκίνου των πνευμόνων και Ιατρεία
Διακοπής Καπνίσματος, όλα διασυνδεδεμένα. Για την διάγνωση της ΧΑΠ απαιτείται σπιρομέτρηση ενώ για την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του πνεύμονα θα πρέπει να αποζημιώνεται για ομάδες υψηλού κινδύνου η ειδική εξέταση (αξονική τομογραφία θώρακός χαμηλής δόσης) μέσω
της οποίας βρίσκονται όχι μόνο οι πρώιμοι όγκοι αλλά και άλλες πνευμονικές βλάβες.
Όπως επισημαίνει η αναπληρώτρια υπουργός υγείας Μίνα Γκάγκα η πρόληψη των πνευμονικών παθήσεων δεν εξαντλείται στην ένταξη μιας εξέτασης στο σύστημα αποζημίωσης και πρόκειται για μια ολόκληρη διαδικασία με την δημιουργία του δικτύου που θα περιλαμβάνει και τα
ειδικά κέντρα σε νοσοκομεία της επικράτειας. Ωστόσο ο πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας Στέλιος Λουκίδης επισημαίνει ότι παρότι στο νοσοκομείο «Αττικόν» που εργάζεται ο ίδιος και στο νοσοκομείο Σωτηρία και στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο Θεσσαλίας έχουν ετοιμαστεί κέντρα ΧΑΠ, δεν έχουν τεθεί ακόμα σε λειτουργία καθώς λόγω της Covid το σύστημα υγείας γίνεται γι ακόμα μία φορά μονοθεματικό!
Από τη δική του μεριά ο καθηγητής καρδιολογίας Κώστας Τούτουζας εξηγεί ότι τουλάχιστον οι μισοί ασθενείς με ΧΑΠ έχουν καρδιολογικό πρόβλημα και μάλιστα όχι απλό, αφού σε ποσοστό 40% νοσούν από καρδιακή ανεπάρκεια, σε ποσοστό 56% έχουν κολπική μαρμαρυγή (την πιο συχνή και πολύ επικίνδυνη αρρυθμία των ηλικιωμένων), σε ποσοστό 60% έχουν σακχαρώδη διαβήτη και παχυσαρκία σαν συννοσηρότητα, άλλο ένα 60% έχει πνευμονική υπέρταση και οι περισσότεροι από το 50% έως και το 100% των ασθενών έχουν υποκείμενη στεφανιαία νόσο.
Από την Κρήτη ο καθηγητής Νίκος Τζανάκης μας προσγειώνει στη σκληρή πραγματικότητα, επισημαίνοντας ότι ο όρος «μη καπνιστής» μπορεί να αποδοθεί μόνο σε ανθρώπους που δεν κάπνισαν ποτέ ή που κάπνισαν λιγότερα από 100 τσιγάρα στη ζωή τους, καθώς η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια είναι ασθένεια που μπορεί να εμφανιστεί σε άνθρωπο που κάπνισε έως 100 τσιγάρα.
Η πανδημία του κορονοϊού φωτίζει για ακόμα μία φορά την αξία της πρόληψης και έγκαιρης αντιμετώπισης κάθε πνευμονικού νοσήματος με τον πνευμονολόγο Γιώργο Χειλά να επισημαίνει πως πέρα από το θέμα της νοσηρότητας, των συννοσηρότητα της καταστροφής της ποιότητα ζωής- καθώς κάθε ασθενής με ΧΑΠ χάνει τουλάχιστον το 50% της καθημερινής ποιότητας ζωής υπάρχει και το τεράστιο θέμα του κόστους για το σύστημα υγείας. Έτσι λοιπόν κάθε ασθενής με ΧΑΠ κοστίζει ετησίως στο σύστημα υγείας 5.500 χιλιάδες ευρώ, με την πατρίδα μας να παραμένει «πρωταθλήτρια» Ευρώπης στο κάπνισμα παρότι έχει μειωθεί το ποσοστό των ενηλίκων καπνιστών από το 40% στο 35%.