Με επιστολή της η Τουρκία στις 13 Αυγούστου 1976 είχε θέσει επισήμως για πρώτη φορά στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ το θέμα της «παραβίασης» από την Ελλάδα των διατάξεων της Συνθήκης της Λωζάνης και της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων, για την υποτιθέμενη υποχρέωση αποστρατικοποίησης των νησιών. Τα επιχειρήματα δεν διαφέρουν κατά πολύ, αλλά διαπιστώνεται η συνέπεια με την οποία κτίζει η Τουρκία τις διεκδικήσεις της.
Καθώς η Τουρκία άρχισε να θέτει θέμα αποστρατικοποίησης το 1964, ανέβασε τους τόνους μετά το 1974, έφερε το θέμα στο ΣΑ το 1976 και το 2021 έφθασε να συνδέει την υποτιθέμενη υποχρέωση αποστρατικοποίησης με την ελληνική κυριαρχία επί των νησιών του Αιγαίου. Ο τρόπος με τον οποίο κινήθηκε η Τουρκία στην υπόθεση της «αποστρατικοποίησης» των νησιών είναι «υποδειγματικός» για το πως θέτει και διευρύνει τις διεκδικήσεις της εις βάρος της χώρας μας σε βάθος χρόνου και απαντά σε όσους επιχειρούν να υποβαθμίσουν τις τουρκικές αξιώσεις αποδίδοντας τες σε περιστασιακές εσωτερικές πολιτικές διεργασίες και συγκυρίες στην Τουρκία.
Από την άλλη πλευρά όμως η επιστολή αυτή, η οποία θέτει μεν θέμα αποστρατικοποίησης των νησιών χωρίς να αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία επ' αυτών, αποτελεί και ένα σημαντικό «χαρτί» για την Ελλάδα καθώς έτσι αποδεικνύεται ότι για περισσότερο από μισό αιώνα η Τουρκία αναγνώριζε ότι η ελληνική κυριαρχία επί των νησιών ήταν απόλυτη και δεν συνδέονταν με πρόσθετους όρους ούτε φυσικά με την αποστρατικοποίηση, όπως υποστηρίζει τώρα.
Η τουρκική επιστολή είναι η εξής:
«Επιστολή του Τούρκου Μονίμου Αντιπροσώπου Ιλτέρ Τουρκμέν προς τον Γ.Γ. με ημερομηνία 13 Αυγούστου 1976 σχετικά με την ελληνική παραβίαση στο Αιγαίο διανεμήθηκε στα μέλη του Σ.Α. κατά τη διάρκεια της απογευματινής συνεδρίασης του Συμβουλίου.
Κατόπιν οδηγιών της κυβέρνησης της κυβέρνησης μου, έχω την τιμή να επιστήσω για άλλη μια φορά την προσοχή σας στις κατάφωρες παραβιάσεις των επίσημων υποχρεώσεων της Ελλάδας από τη συνθήκη στο Αιγαίο. Η ασφάλεια της χερσονήσου της Ανατολίας εξαρτάται πολύ από τον μεγάλο αριθμό νησιών που την περιβάλλουν στο Αιγαίο, με πολύ κοντινή γεωγραφική εγγύτητα.
Αυτό το ζήτημα ασφαλείας έχει καταστεί ζωτικής σημασίας, ιδίως, όταν, για πρώτη φορά στην ιστορία, η κυριαρχία επί της χερσονήσου της Ανατολίας και επί των νησιών ανατέθηκε σε δύο διαφορετικές χώρες πριν από περίπου 50 χρόνια. Ακόμη και μια βιαστική ματιά στον χάρτη του Αιγαίου αρκεί για να απεικονίσει τη σημασία που έχουν τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου για την ασφάλεια της ακτής της Ανατολίας που βρίσκεται σε απόσταση λίγων μιλίων. Για να αναφέρω μόνο μερικές απεικονίσεις, το νησί της Σάμου είναι 3 μίλια, η Λέσβος 10 μίλια, η Χίος 9 μίλια, η Κως 3 μίλια, η Σύμη 5 μίλια και το Καστελόριζο είναι μονο 1 ν.μ. μακριά από τις ακτές της Ανατολίας.
Αυτή η ιδιόμορφη γεωγραφική διαμόρφωση απαιτούσε την συμφιλίωση της κυριαρχίας επί των νησιών με τις επιταγές ασφαλείας της χερσονήσου της Ανατολίας. Οφειλόταν σε αυτή την υψίστης σημασίας εκτίμηση το ότι η συνθήκη της Λωζάνης της 24ης Ιουλίου 1923 και η Συνθήκη Ειρήνης της 10ης Φεβρουαρίου 1947 όριζαν την αποστρατικοποίηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου. Το άρθρο 13 της συνθήκης ειρήνης της Λωζάνης που υπεγράφη από το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ιαπωνία, τη Ρουμανία, και το κράτος της Σερβίας-Κροατίας-Σλοβενίας, την Ελλάδα και την Τουρκία έχει ως εξής:
«Προς εξασφάλισιν της ειρήνης, η Ελληνική Κυβέρνησις υποχρεούται να τηρή εν ταις νήσοις Μυτιλήνη, Χίω, Σάμω και Ικαρία τα ακόλουθα μέτρα:
1. Αι ειρημέναι νήσοι δεν θα χρησιμοποιηθώσιν εις εγκατάστασιν ναυτικής βάσεως ή εις ανέγερσιν οχυρωματικού τίνος έργου.
2. θα απαγορευθή εις την Ελληνικήν στρατιωτικήν αεροπλοΐαν να υπερίπταται του εδάφους της ακτής της Ανατολίας.
Αντιστοίχως, η Οθωμανική Κυβέρνησις θα απαγορεύση εις την στρατιωτικήν αεροπλοΐαν αυτής να υπερίπταται των ρηθεισών νήσων.
3. Αι ελληνικαι στρατιωτικαί δυνάμεις εν ταις ειρημέναις νήσοις θα περιορισθώσι εις τον συνήθη αριθμόν των δια την στρατιωτικήν υπηρεσίαν καλουμένων, οίτινες δύνανται να εκγυμνάζωνται επί τόπου, ως και εις δύναμιν χωροφυλακής και αστυνομίας ανάλογον προς την εφ' ολοκλήρου του ελληνικού εδάφους υπάρχουσαν τοιαύτην».
Το άρθρο 14 της συνθήκης ειρήνης που υπογράφηκε μεταξύ Ιταλίας και των συμμάχων κυβερνήσεων, που απέδωσε, μεταξύ άλλων, την κυριαρχία των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα με την ειδική προϋπόθεση ότι θα παραμείνουν αποστρατιωτικοποιημένα:
«1.Η Ιταλία παραχωρεί στην Ελλάδα με πλήρη κυριαρχία των νησιών των Δωδεκανήσων που αναφέρονται παρακάτω, και συγκεκριμένα: Αστυπάλαια, Ρόδος, Χάλκη, Κάσος, Τήλος, Νίσυρος, Κάλυμνος, Λέρος, Πάτμος, Λειψοί, Σύμη, Κως Καστελόριζο καθώς και τα παρακείμενα νησιά.
2. Αυτά τα νησιά θα είναι και θα παραμείνουν αποστρατιωτικοποιημένα.
3. Οι διατυπώσεις και οι τεχνικοί όροι της μεταφοράς των νησιών αυτών στην Ελλάδα θα καθοριστεί με συμφωνία μεταξύ των κυβερνήσεων του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ελλάδας και της Ελλάδας και θα γίνουν ρυθμίσεις για την αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων που θα ολοκληρωθεί το αργότερο εντός ενενήντα ημερών μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας Συνθήκης».
H τουρκική κυβέρνηση έχει στην κατοχή της λεπτομερείς πληροφορίες που βαθμολογούν τη στρατιωτικοποίηση των νησιών που αναφέρονται στις Συνθήκες Ειρήνης της Λωζάνης και των Παρισίων. Θα αρκούσε εδώ να αναφέρω ως παράδειγμα μερικά στοιχεία για τη στρατιωτικοποίηση της Ρόδου:
Περίπου 15.000 στρατιώτες (δύο ενισχυμένα συντάγματα πεζικού και βοηθητικές δυνάμεις). Βαριά οχυρωμένη με πυραύλους, αντιαεροπορικά πυροβόλα, βαρύ πυροβολικό και άλλα.
Οι παράνομες και αυθαίρετες ενέργειες της Ελλάδας αποτελούν σοβαρή απειλή για την ασφάλεια της Τουρκίας ειδικότερα και, αυξάνοντας την ένταση, στην ειρήνη και την ασφάλεια περιοχή εν γένει. Η κυβέρνηση της Τουρκίας ελπίζει ότι το Συμβούλιο Ασφαλείας θα λάβει δεόντως υπόψη αυτές τις κατάφωρες παραβιάσεις των Ελλάδας και θα λάβει τα αναγκαία μέτρα για να τη συμμόρφωση της Ελλάδας με τις διεθνείς υποχρεώσεις της. Θα σας ήμουν ευγνώμων αν μπορούσατε να διανείμετε αυτή την επιστολή ως έγγραφο του Συμβουλίου Ασφαλείας. Ιλτέρ Τουρκμέν. Μόνιμος Αντιπρόσωπος»