Είναι ορθή κίνηση από ελληνικής πλευράς η επικοινωνία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Τούρκο Πρόεδρο για σειρά λόγων: Πρώτον, διότι η Τουρκία θα έχει οπωσδήποτε ένα ενδυναμωμένο ρόλο να παίξει τόσο σε σχέση με το Αφγανιστάν και το καθεστώς των Ταλιμπάν, όσο βέβαια και στο προσφυγικό που πρωτίστως απασχολεί Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Ένωση.
Δεύτερον, διότι δίνεται μια ευκαιρία να ξαναπιάσουν το νήμα των σχέσεών τους οι δύο ηγέτες, στοιχείο απαραίτητο για την αποσόβηση κρίσεων, δεδομένου του προσωποκεντρικού χαρακτήρα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Ένα τηλεφώνημα δεν αποκαθιστά την εμπιστοσύνη, ούτε προφανώς προκαλεί την παραμικρή βεβαιότητα, ότι θα μπορούσε να οδηγήσει έστω και σε σχετικό μετριασμό της τουρκικής επιθετικότητας και των εν εξελίξει σχεδιασμών της γείτονος, ωστόσο είναι χρήσιμο και ίσως στο μέλλον αποδειχθεί και κρίσιμο, να μπορούν οι δύο ηγέτες να συνομιλούν και για θέματα που δεν άπτονται υποχρεωτικά των διμερών σχέσεων και προβλημάτων αλλά αποτελούν κοινές προκλήσεις.
Επί παραδείγματι θα μπορούσε να είχε ήδη επιτευχθεί μια συνεννόηση για τις συνέπειες της πανδημίας και της κλιματικής αλλαγής, καθότι ως γειτονικές χώρες μοιραζόμαστε κοινές ανησυχίες και προβλήματα.
Τρίτον, αν υπάρξει το ανάλογο «follow up» η χθεσινή επικοινωνία έχει την αξία της διότι είναι και η Ελλάδα, μεταξύ των χωρών που θα συνομιλούν με την Τουρκία, για την αντιμετώπιση τυχόν προσφυγικής κρίσης. Κάτι που περιορίζει την πιθανότητα να προκύψει μια συμφωνία μεταξύ της Άγκυρας και του Βερολίνου, η οποία κατόπιν θα μας επιβληθεί.
Τέταρτον, με αυτή την επικοινωνία δείχνουμε προς τους εταίρους μας, αλλά και την τουρκική ηγεσία, ότι μπορούμε και πρέπει παρά τις δεδομένες χαώδεις διαφορές μας, όπου παρίσταται ανάγκη να συντονιζόμαστε.
Πέμπτον, ο Έλληνας πρωθυπουργός θα είχε προφανώς τη δυνατότητα να διαμηνύσει στον Τούρκο πρόεδρο ότι σε περίπτωση που η Τουρκία δεν εργαλειοποιήσει τις ροές, όπως έκανε μετά το 2015 με αποκορύφωμα το Μάρτιο του 2020 στον Έβρο, τότε η Ελλάδα μπορεί να σταθεί αρωγός στην ενίσχυση με οικονομικά μέσα της Άγκυρας. Και είναι σημαντικό να γνωρίζει η τελευταία, ότι εφόσον τηρήσει και τα συμφωνηθέντα της Κοινής Δήλωσης του Μαρτίου του 2016, η Αθήνα θα υποστήριζε την αναθεώρησή της και την προσαρμογή της στα νέα δεδομένα.
Αυτό που προφανώς ανησυχεί την Ελλάδα είναι ότι αν η Άγκυρα δεν καταφέρει να ελέγξει τις ροές Αφγανών στα σύνορα με το Ιράν, τότε και λόγω του πολιτικού κόστους που θα έχει για τον Ερντογάν η παραμονή χιλιάδων Αφγανών στην τουρκική επικράτεια, είναι περίπου αναμενόμενο ότι θα προτιμήσει να τους «ξεφορτωθεί» στέλνοντάς τους στην Ευρώπη.
* O Kωνσταντίνος Φίλης είναι εκτελεστικός διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων & αναλυτής διεθνών θεμάτων του ΑΝΤ1. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος το βιβλίο του «Διεκδικητικός πατριωτισμός. Ανατομία μιας συζήτησης που δεν έγινε ποτέ».