Περίπου 59.000 ζωές έχουν σωθεί σε 11 ευρωπαϊκές χώρες μετά τη λήψη περιοριστικών μέτρων, όπως η απαγόρευση μετακινήσεων, το κλείσιμο των σχολείων και άλλων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, αλλά και η επιβολή καραντίνας και τήρηση αποστάσεων από άλλους πολίτες.
«Με τα τωρινά μέτρα που ισχύουν, τουλάχιστον, έως τα τέλη Μαρτίου, εκτιμούμε πως αυτά απέτρεψαν τον θάνατο 59.000 ανθρώπων σε 11 χώρες, έως τις 31 Μαρτίου», συμπεραίνεται στην έκθεση που δημοσίευσαν οι ερευνητές του Imperial College του Λονδίνου.
Τα μέτρα που εξετάστηκαν ήταν αυτό της καραντίνας για τους ασθενείς, το κλείσιμο των σχολείων και πανεπιστημίων, η απαγόρευση συναθροίσεων, τα μέτρα κοινωνικής απόστασης και η γενική απαγόρευση κυκλοφορίας. Στην Ιταλία, την πρώτη χώρα που τα επέβαλε, αλλά και στην οποία η νόσος είχε τεράστια εξάπλωση, βάσει της μελέτης εκτιμάται πως 38.000 ζωές σώθηκαν χάριν των περιορισμών.
Έπονται η Ισπανία, που οι υπολογισμοί των Βρετανών επιστημόνων εκτιμούν σε 16.000 τις ζωές που σώθηκαν, η Γαλλία (2.500), το Βέλγιο (560), η Γερμανία (550), η Βρετανία (370), η Ελβετία (340), η Αυστρία (140), η Σουηδία (82), η Δανία (69) και η Νορβηγία (10). Οι ίδιοι επισημαίνουν πως «πολλοί θάνατοι θα αποφευχθούν εάν εξασφαλίσουμε πως τα μέτρα θα εξακολουθήσουν να ισχύουν έως ότου η μετάδοση του ιού πέσει σε χαμηλά επίπεδα».
Η μελέτη, με βάση μαθηματικά-επιδημιολογικά μοντέλα, εκτιμά ότι έως τώρα τα αυστηρά μέτρα έχουν μειώσει κατά μέσο όρο κατά 64% τον βασικό ρυθμό αναπαραγωγής του κορονοϊού. Οι ερευνητές αναφέρουν ότι προφανώς χρειάζονται μερικές εβδομάδες από τη λήψη των μέτρων, έως ότου αντανακλαστεί η αποτελεσματικότητά τους στη μείωση του αριθμού των ημερήσιων θανάτων από τη νόσο.
Στις 11 δυτικοευρωπαϊκές χώρες, σύμφωνα με το μοντέλο της μελέτης, ένα σύνολο που εκτιμάται από 7 έως 43 εκατομμύρια ανθρώπους προσβλήθηκαν από τον νέο κορονοϊό, εκ των οποίων τα 5,9 εκατ. είναι Ιταλοί και μόλις 600.000 Γερμανοί, όπου το επίπεδο μετάδοσης είναι το πιο μικρό.
Η απόκλιση στα νούμερα των κρουσμάτων αποδίδεται στο γεγονός πως υπάρχουν περιπτώσεις οι οποίες δεν καταγράφονται είτε γιατί εμφανίζουν ήπια συμπτώματα ή και καθόλου, ενώ και οι δυνατότητες διάγνωσης είναι περιορισμένες και ενδέχεται κάποια κρούσματα να μην έχουν ακόμη ανιχνευθεί.
«Αν οι τωρινές τάσεις συνεχιστούν, υπάρχει λόγος για αισιοδοξία», σημειώνουν οι επιστήμονες με επικεφαλής τον καθηγητή Νιλ Φέργκιουσον. Η μελέτη, ωστόσο, εκτιμά ότι η Ευρώπη απέχει ακόμη από την επίτευξη μαζικής ανοσίας "αγέλης" στον πληθυσμό της, όταν δηλαδή η πλειονότητα των ανθρώπων θα έχουν νοσήσει από το νέο ιό, θα έχουν αναρρώσει και θα έχουν αποκτήσει μικρότερη ή μεγαλύτερη ανοσία.
«Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, οι πληθυσμοί στην Ευρώπη δεν βρίσκονται κοντά στην ανοσία αγέλης», τονίζουν οι ερευνητές και επισημαίνουν ότι όσο συνεχίζονται τα περιοριστικά μέτρα, θα μειώνεται ο ρυθμός μετάδοσης του ιού. «Συνεπώς και ο ρυθμός απόκτησης ανοσίας αγέλης θα επιβραδύνεται γρήγορα. Αυτό σημαίνει ότι ο ιός θα μπορεί να εξαπλωθεί γρήγορα, αν τα μέτρα αρθούν» τονίζουν.