Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα η κυβέρνηση του Ερντογάν και το κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης προχωρούν σε εκκαθάριση των ένοπλων δυνάμεων, ενώ παράλληλα οι προκλήσεις για την Τουρκία αυξάνονται τόσο στο εσωτερικό της όσο και στα σύνορά της, αναφέρει δημοσίευμα της Stratfor.
Οι εκκαθαρίσεις καθιστούν για την Άγκυρα δύσκολη τη χρήση του στρατού ως εργαλείο πολιτικής και εθνικής στρατηγικής παραλύοντας την Τουρκία ενώ η κυβέρνηση είναι απασχολημένη στη μάχη κατά του PKK και εμπλέκεται στη Συρία και στο Ιράκ στη μάχη κατά του ISIS. Οι αμερικανικές προσπάθειες για καταπολέμηση του Ισλαμικού Κράτους βασίζονται σε πολύ μεγάλο βαθμό στην Τουρκία, η οποία αποτελεί τη βάση για τις αεροπορικές επιχειρήσεις. Η Ουάσινγκτον βασίζεται επίσης στην Τουρκία για να αποκόψει τις γραμμές εφοδιασμού προς το Ισλαμικό Κράτος.
Οι επιχειρήσεις καταστολής μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου ενδεχομένως να υπονομεύσουν περαιτέρω τις δυνατότητες του στρατού καθώς θα διαβρωθεί το ηθικό και θα μειωθεί η μαχητική συνοχή λόγω της αυξημένης ανοργανωσιάς που θα προκαλέσει η σύλληψη και η φυλάκιση αξιωματούχων. Οι προσπάθειες της κυβέρνησης να βελτιώσουν εν μέρη τα προβλήματα επαναφέροντας στρατιωτικό προσωπικό που προηγουμένως είχε εκδιωχθεί από τους Γκιουλενιστές δεν είναι αρκετές για διασφαλίσουν την ομαλότητα.
Επίσης, Η έλλειψη συνοχής στον τουρκικό στρατό θα περιπλέξει επίσης τις προσπάθειες άλλων δυνάμεων στην περιφέρεια. Με την προσοχή της Τουρκίας να βρίσκεται αλλού, ενδέχεται να μειωθεί και η στήριξη που παρέχει στους «αντιπροσώπους» της στη Συρία, κάτι που θα αποδυνάμωνε το ήδη πιεσμένο κίνημα των ανταρτών στη χώρα, ενώ η εσωτερική διαμάχη στην Τουρκία μπορεί να προσφέρει ένα «άνοιγμα» για επέκταση και σύνδεση των θυλάκων των εδαφών που ελέγχονται από Κούρδους.
Θα χρειαστούν χρόνια μέχρι να ανακάμψει ο τουρκικός στρατός και η Άγκυρα δεν έχει την πολυτέλεια του χρόνου αυτού καθώς η αστάθεια στην περιοχή βαθαίνει και η Τουρκία επιβάλλεται να ενισχύσει τη θέση της.