Στις χαμηλότερες θέσεις βρίσκεται η Ελλάδα ως προς τις επιπτώσεις του κορονοϊού και τα κρούσματα, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC). Η χώρα μας βρίσκεται στην 26η θέση μεταξύ των 31 χωρών της Ε.Ε., της Μ. Βρετανίας και των χωρών της ευρωπαϊκής οικονομικής ζώνης σύμφωνα με τα στοιχεία για το διάστημα από 12 Μαρτίου έως 24 Μαρτίου.
Ειδικότερα, ανά 100.000 κατοίκους το χαμηλότερο ποσοστό επιπτώσεων από τον κορονοϊό στο συγκεκριμένο διάστημα εμφανίζει η Ουγγαρία (2,2%) και ακολουθούν η Πολωνία (2,3%), η Βουλγαρία (3,1%), η Σλοβακία (3,6%) και η Ρουμανία (3,8%). Αμέσως μετά με το χαμηλότερο ποσοστό της τάξης του 6,1% ανά 100.000 κατοίκους βρίσκεται η Ελλάδα.
Αντιθέτως, τα υψηλότερα ποσοστά κατ’ αναλογία των 100.000 κατοίκων παρουσιάζουν το Λουξεμβούργο (179,7%), η Ισλανδία (163,5%), το Λιχτενστάιν (121,3%), η Ιταλία (97,7%) και η Ισπανία (81,4%). Όπως πάντως επισημαίνει η έκθεση του ECDC η μεγάλη αύξηση των επιπτώσεων σε χώρες όπως Λουξεμβούργο, Ισλανδία και Λιχτενστάιν οφείλεται στο μικρό αριθμό του πληθυσμού τους.
Σε απόλυτο αριθμό κρουσμάτων την πρώτη θέση καταλαμβάνει η Ιταλία, ενώ έπονται Ισπανία, Γερμανία, Γαλλία, Μ. Βρετανία, Ολλανδία, Αυστρία, Βέλγιο, Νορβηγία, Πορτογαλία και Σουηδία. Και σε αυτήν την περίπτωση η Ελλάδα δεν βρίσκεται σε υψηλή θέση, καταλαμβάνοντας την 19η μεταξύ των 31 χωρών.
Από την έναρξη της πανδημίας έως τις 25 Μαρτίου μεταξύ των 31 χωρών η Ιταλία, η Ισπανία, η Γερμανία και η Γαλλία αντιπροσωπεύουν το 34%, 19%, 15% και 11% αντιστοίχως όλων των κρουσμάτων. Σε Ιταλία και Ισπανία καταγράφεται το 58% και 23% αντιστοίχως των θανάτων. Παράλληλα, ο ECDC δίνει και κάποιες κατευθύνσεις.
Μέτρα στην τοπική κοινότητα και απομόνωση
Πρέπει να εφαρμοστούν με ιδιαίτερη έμφαση προκειμένου να μειωθούν οι επιπτώσεις του ιού και να επιβραδυνθεί το σημείο αιχμής του, με στόχο να μπορέσουν τα συστήματα υγείας να προετοιμαστούν για να αντιμετωπίσουν αυξημένη εισροή ασθενών. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται το αυστηρό πλύσιμο των χεριών, η χρήση μάσκας προσώπου από άτομα με αναπνευστικά προβλήματα που μπορεί να συμβάλλουν στον περιορισμό εξάπλωσης του ιού, μέχρι την εφαρμογή μέτρων αποτροπής επαφών, όπως η απομόνωση των κρουσμάτων και όσων βρίσκονταν σε επαφή μαζί τους, περιορισμοί στη μετακίνηση και τη συνάθροιση ατόμων, μέτρα στο χώρο εργασίας ή κλείσιμο αυτών καθώς και των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
Μέτρα στις δομές υγειονομικής περίθαλψης
Στόχος σύμφωνα με τον ECDC είναι να περιοριστεί η ζήτηση για περίθαλψη σε ΜΕΘ, να διασφαλιστούν οι ομάδες κινδύνου, να προστατευθούν οι εργαζόμενοι στο χώρο της Υγείας και να ελαχιστοποιηθεί η μεταφορά κρουσμάτων σε άλλες δομές ή στις τοπικές κοινότητες.
Μεταξύ των όσων συνιστώνται είναι οι υγειονομικές μονάδες να έχουν έτοιμα σχέδια για ενδεχόμενη αύξηση της περίθαλψης ασθενών με αναπνευστικά προβλήματα, δεδομένου ότι οι ανάγκες παροχής ειδικής φροντίδας μπορεί να φτάσουν έως και το 15% των νοσηλευόμενων με κορονοϊό. Ασθενείς με ήπια συμπτώματα που δεν ανήκουν σε κάποια από τις ευπαθείς ομάδες, να αντιμετωπίζονται στο σπίτι με οδηγίες σε περίπτωση που τα συμπτώματα επιδεινωθούν. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην ορθολογική χρήση των μέσων ατομικής προστασίας καθώς και στην προστασία του προσωπικού στα νοσοκομεία.
Εξετάσεις και στρατηγικές επιτήρησης
Βαρύτητα δίνει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός στην ικανότητα των χωρών να διαθέτουν τις δομές και τον απαιτούμενο εξοπλισμό για τη διενέργεια τεστ για κορονοϊό. Σε περίπτωση, που η κατάσταση οδηγήσει σε υπέρβαση των δυνατοτήτων, προτεραιότητα πρέπει να δίνεται σε ευάλωτες ομάδες, εργαζόμενους στον τομέα της Υγείας και ασθενών που χρήζουν νοσηλείας.
Θα πρέπει να υπάρχει έλεγχος των μεθόδων εξέτασης (π.χ. ταχείας εξέτασης) πριν χρησιμοποιηθούν για κλινική διάγνωση, ενώ επισημαίνεται ότι οι ορολογικές εξετάσεις δεν συνίστανται επί του παρόντος για τον εντοπισμό κρουσμάτων. Σημασία δίνεται και στη λειτουργία συστήματος παρακολούθησης (Sentinel) του ιού στην κοινότητα, καθώς και στην ανίχνευση των επαφών ατόμων θετικών στον ιό σε όλη τη διάρκεια της επιδημίας.
Σε περίπτωση σύστασης να μην επισκέπτονται οι ασθενείς νοσοκομεία ή άλλους γιατρούς, θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα εναλλακτικών τρόπων παρακολούθησής τους όπως μέσω τηλεφωνικών γραμμών βοήθειας. Η επιτήρηση είναι κρίσιμη για τον εντοπισμό ομάδων κινδύνου, τη μέτρηση των πιθανών επιπτώσεων και τη λήψη των απαιτούμενων αποφάσεων επισημαίνει ο ECDC.