Ένας ακόμη ηγέτης εθνικιστής, πολωτικός, αυταρχικός, με πολλές κατηγορίες για διαφθορά να βαραίνουν την πλάτη του, αναμένεται να επανέλθει σήμερα στο κάδρο των ηγετών των Βαλκανικών χωρών, καθώς ο Νίκολα Γκρουέφσκι δέκα χρόνια μετά την ανάδειξη του στην θέση του πρωθυπουργού, της ΠΓΔΜ, αναμένεται να είναι ο νικητής των βουλευτικών εκλογών που πραγματοποιούνται στην χώρα.
Στην χώρα που εν μέσω βαθιάς πολιτικής και κοινωνικής κρίσης διασώθηκε τους τελευταίους μήνες, λόγω …μεταναστευτικού, καθώς αναδείχθηκε σε …συνοριοφύλακα της Ευρώπης κλείνοντας τα σύνορα της με την Ελλάδα.
Τους επόμενους μήνες εφόσον προχωρήσει η ομαλοποίηση της εσωτερικής πολιτικής κατάστασης, η ΠΓΔΜ δικαιολογημένα θα περιμένει την ανταμοιβή, των Ευρωπαίων, για τον ρόλο της στο μεταναστευτικό και των Αμερικάνων, για τον σταθερό ρόλο της στην προσπάθεια ανάσχεσης της ρωσικής επιρροής στα Βαλκάνια.
Οι εκλογές γίνονται κάτω από την αυστηρή επιτήρηση των διεθνών οργανισμών και της Ε.Ε., και υπάρχει η προσδοκία ότι θα δώσουν τέλος στην πολιτική κρίση που είχε βουλιάξει η χώρα από τις προηγούμενες εκλογές, το αποτέλεσμα των οποίων η αντιπολίτευση δεν αναγνώρισε σαμποτάροντας την λειτουργία του Κοινοβουλίου.
Είχε ακολουθήσει η μεγάλη σύγκρουση με την Αντιπολίτευση με τον Ν. Γκρούεφσκι να κατηγορεί μέχρι και τώρα τον αρχηγό του αντιπολιτευόμενου SDSM Ζόραν Ζάεφ για «αντεθνική δράση» είτε για την δήθεν ήπια στάση του στο θέμα της ονομασίας είτε για παραχωρήσεις στην Αλβανική οντότητα που οδηγούν σε «ομοσπονδοποίηση» της ΠΓΔΜ.
Έχοντας στήσει ένα ευρύτατο δίκτυο υποκλοπών το καθεστώς Γκρούεφσκι, βρέθηκε προ εκπλήξεων πριν έναν χρόνο όταν ο ίδιος ο Ζ. Ζάεφ άρχισε να δημοσιοποιεί υποκλαπείσες συνομιλίες στελεχών της κυβέρνησης (που με απροσδιόριστο τρόπο έφθασαν στα χέρια της αντιπολίτευσης), που αποκάλυπταν εκτεταμένη διαφθορά που έφθανε μέχρι τον ίδιο τον Γκρούεφσκι. Η Αντιπολίτευση αποχώρησε από την Βουλή, διοργανωθήκαν μεγάλες διαδηλώσεις στα Σκόπια και τελικά αποσοβήθηκε μια εσωτερική σύγκρουση με την παρέμβαση της Ε.Ε. και των Διεθνών Οργανισμών, που οδήγησε στην παραίτηση Γκρουέφσκι, την συγκρότηση υπηρεσιακής κυβέρνησης και διενέργεια εκλογών…
Μέσα σε αυτό το κλίμα Αλβανοί και σλαβόφωνοι προσέρχονται στις κάλπες, με την προσδοκία ότι όχι μόνο θα κλείσει αυτός ο κύκλος πολιτικής αβεβαιότητας, αλλά θα μπουν οι βάσεις για την ευρωατλαντικής προσέγγιση της χώρας και την ομαλή συμβίωση με το Αλβανικό στοιχείο.
Οι φίλοι της «Μακεδονίας» προσπάθησαν με κάθε τρόπο να την στηρίξουν το προηγούμενο διάστημα. Και δεν είναι τυχαίο ότι τους τελευταίους μήνες και με δεδομένη την πολιτική και οικονομική κρίση στην γειτονική χώρα, δεν έλειψαν τα ισχυρά θετικά μηνύματα.
Η ΠΓΔΜ ανακηρύχθηκε από την PWC η πρώτη στην λίστα των χωρών στην Ανατολική Ευρώπη και στην Ασία σε θέματα φορολογίας (Paying Taxes global annual ranking), η KMPG την ανέδειξε στις πρώτες θέσεις των νέων προορισμών για εύκολο άνοιγμα επιχείρησης και η World Bank την ανέδειξε σε 10ο καλύτερο προορισμό στον κόσμο για το επιχειρεί.
Όμως και η πολιτική στήριξη που προσφέρθηκε ήταν ιδιαίτερα σημαντική. Ο πρόεδρος της χωράς Γκ. Ιβανόφ και ο Υπουργός Εξωτερικών Ν. Πόποσκι , ήταν παρόντες όλους τους τελευταίους μήνες σε περιφερειακές διασκέψεις και συναντήσεις καθώς πέραν του μεταναστευτικού η Αυστρία και οι χώρες Visegrad έχουν «υιοθετήσει» την ΠΓΔΜ πρωτοστατώντας στην προώθηση της ευρωπαϊκής προοπτικής της, ενώ με κάθε τρόπο εκφράζεται η υποστήριξη και του Βερολίνου και της Ουάσιγκτον προς τα Σκόπια.
Η μεταναστευτική κρίση έχει αναβαθμίσει στρατηγικά την ΠΓΔΜ, με την οποία πλέον οι ευρωπαίοι συνομιλούν ως μέρος του συστήματος ασφαλείας της Ευρώπης.
Ο Σ. Κουρτζ υπουργός εξωτερικών της Αυστρίας όχι μόνο στηρίζει την ΠΓΔΜ, αλλά βρέθηκε στο προεκλογικό μπαλκόνι να στηρίζει τον Ν. Γκρούεφσκι. Ο Βαυαρός πρωθυπουργός Χορστ Ζερχοφερ εξήρε τον ρολό της ΠΓΔΜ λέγοντας ότι η «Μακεδονία έκανε ότι θα έπρεπε να είχε κάνει η ίδια η Γερμανία» ενώ ο Έντμουντ Στόιμπερ από τις εμβληματικές προσωπικότητες της ευρωπαϊκής και γερμανικής πολιτικής σκηνής δήλωσε ότι οι δράσεις της «Μακεδονίας ήταν επιτυχείς, εκεί που οι άλλοι αποτύγχαναν».
Ενδιαφέρουσα όμως είναι η κατάσταση που διαμορφώνεται και στο Αλβανικό στοιχείο. Τα αλβανικά κόμματα επικεντρώνουν κυρίως στα εθνοτικά ζητήματα και φαίνεται ότι ένα βασικό ζήτημα είναι χρήση της αλβανικής γλώσσας και η προώθηση τους στάτους των Αλβανών στην χώρα.
Τα δυο ισχυρά κόμματα είναι το DUI του Αλί Αχμέτ που συμμετέχει στον κυβερνητικό συνασπισμό και το αντιπολιτευόμενο DPA του Μ. Θάτσι που διεκδικούν κυρίως την αλβανική ψήφο.
Το DUI επιδιώκει την υιοθέτηση της Αλβανικής γλώσσας ως επίσημης γλώσσας σε όλη την επικράτεια και όχι μόνο στις περιοχές που κατοικούν κατά πλειοψηφία Αλβανοί και συγχρόνως ζητά σύστημα λήψης αποφάσεων που θα βασίζεται στην συναίνεση μεταξύ των δυο εθνοτήτων σε όλους τους θεσμούς ακόμη και στο Κοινοβούλιο, καθώς και την οικονομική ισότητα των Αλβανών.
Το DPA στρέφεται κυρίως στην οικονομία ζητώντας ίδιες ευκαιρίες για τους Αλβανούς, υπόσχεται διαγραφή χρεών για πολλούς Αλβανούς και αμνηστεύει των Αλβανών που διώκονται με κατηγορίες για πολίτικά η διεθνικά εγκλήματα και παραπτώματα. Με στόχο την ενίσχυση του ρόλου της αλβανικής οντότητας το κόμμα αυτό ζητά την ενίσχυση του ρόλου του Αναπληρωτή πρωθυπουργού που είναι Αλβανός ώστε να αποκτήσει το δικαίωμα βέτο στις αποφάσεις της κυβέρνησης που επηρεάζουν και αφορούν τους Αλβανούς.
Οι σχέσεις με την Ελλάδα
Το θέμα της ονομασίας δεν ήταν κυρίαρχο στην προεκλογική καμπάνια, αλλά οι θέσεις των σλάβικων κομμάτων είναι σχεδόν ταυτόσημες : Λύση χωρίς να επηρεάζεται η εθνική ταυτότητα, η γλώσσα, το έθνος και επιμονή σε κάποια μορφή «διπλής ονομασίας». Ο κ. Γκρούεφσκι επέμεινε στην γνωστή θέση του για έγκριση μέσω δημοψηφίσματος της λύσης στην οποία θα καταλήξουν οι δυο πλευρές, θέση που δυσκολεύει την διαπραγμάτευση καθώς ο ίδιος δεν δεσμεύεται ότι θα υποστηρίξει την έγκριση της στο Δημοψήφισμα.
Με την επίλυση της πολιτικής κρίσης στην ΠΓΔΜ, αναμένεται να ανανεωθεί η πίεση προ την Ελλάδα είτε για ολοκλήρωση της διαδικασίας υπό τον κ. Νίμιτς είτε αποδοχή συμβιβαστικής φόρμουλας για την συνέχιση της ευρωατλαντικής πορείας της χώρας.
Η επιλογή του Νίκου Κοτζιά από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε τα καθήκοντα του να αναζητήσει διέξοδο στην αρχή με την κυβέρνηση Γκρούεφσκι, μετά με την μεταβατική κυβέρνηση στο θέμα της ονομασίας δεν απέδωσαν καρπούς. Ούτε φαίνεται να αποδίδει η πολιτική των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, που περιορίζεται σε χαμηλής πολιτικής ζητήματα και χρησιμοποιείται από την σκοπιανή πλευρά, για να ακυρώσει τα ελληνικά επιχειρήματα ότι η διαφορά για το όνομα δυσκολεύει τις διμερείς σχέσεις και υπονομεύει τις σχέσεις της καλής γειτονίας.
Ν. Μ.