«...Ότε το δίκαιον λύσεως αμοιρεί,
ότε η κρίσις των ανθρώπων απορεί
και ανωτέρας αρωγής και φώτων χρήζει,
οι δικασταί σιγώσιν ασθενείς, μικροί,
κι η ευσπλαχνία των Θεών αποφασίζει...»
Ο υπέρτατος νόμος του κράτους ορίζει ότι «στα ποινικά δικαστήρια ανήκει η τιμωρία των εγκλημάτων και η λήψη όλων των μέτρων που προβλέπουν οι ποινικοί νόμοι».
Η χωροθεσία της ποινικής διαδικασίας δεν αφήνει περιθώριο στο αποκαλούμενο «κοινό περι δικαίου αίσθημα» να δηλητηριάσει τις μη διαπραγματεύσιμες συνθήκες αντικειμενικότητας και αμεροληψίας αυτής.
Στην δίκη της «Χρυσής Αυγής» ενόψει της ετυμηγορίας και, μετά την πρόταση της Εισαγγελέως της έδρας, παρατηρήθηκαν φαινόμενα που τραυματίζουν βίαια την δημοκρατία και τις συνθήκες της δίκαιης δίκης. Μομφή και ψόγος στην Εισαγγελέα, με την πρόταση της οποίας διαφωνεί μερίδα της κοινής γνώμης· ύμνοι για τους δικαστές που καταδίκασαν, με την απόφαση των οποίων αυτή συμφωνεί.
Αξιωματούχοι διαγκωνίζονταν να εκδώσουν την «καταδικαστική απόφαση» πριν να ολοκληρωθεί η διάσκεψη του Δικαστηρίου, τηλεδικαστήρια, κινητοποιήσεις σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης και επεισόδια εκτός αιθουσης απεργάζονται όρους αθέμιτης επιρροής.
Η πολιτική καταδίκη απολυταρχικών απόψεων και βίας είναι αδιαπραγμάτευτη επιλογή μου. Η υπεράσπιση των όρων της δημοκρατίας και της δίκαιης δίκης επίσης.
Είμαστε βέβαιοι ότι επιθυμούμε και προσβλέπουμε στην ανεξαρτησία της δικαιοσύνης; Συμβιβάζεται η «καταδίκη» του φασισμού υιοθετώντας τις πρακτικές του;
Δεν είμαι βέβαιος ότι η δημοκρατία ενίκησε. Αισθάνομαι ότι η δημοκρατία πληγώθηκε και αιμορραγεί.
* Ο Δημήτρης Γκαβέλας είναι δικηγόρος, αντιπρόεδρος της Ένωσης Ποινικολόγων και Μαχόμενων Δικηγόρων.