«Κατά την νύκτα της 30ής προς 31ην Μαΐου υπεξηρέθη η επί της Ακροπόλεως κυματίζουσα γερμανική πολεμική σημαία παρ’ αγνώστων δραστών. Διενεργούνται αυστηραί ανακρίσεις. Οι ένοχοι και συνεργοί αυτών θα τιμωρηθούν διά της ποινής του θανάτου».
Ο φρούραρχος των Αθηνών, εκφράζοντας τα οργισμένα συναισθήματα των γερμανικών αρχών κατοχής, απειλεί με ποινή θανάτου τους δράστες της πρώτης αντιστασιακής πράξης εναντίον του εχθρού. Εκείνους που κατέβασαν τη μισητή σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό. Όπως θα γίνει γνωστό μετά την απελευθέρωση, οι ατρόμητοι Έλληνες που έκαναν αυτήν τη γενναία πράξη με κίνδυνο της ζωής τους, ήταν δυο σχεδόν αμούστακα παλικάρια, ο Μανώλης Γλέζος και ο Απόστολος Σάντας. Μόλις είχε σκλαβωθεί η Κρήτη, ύστερα από μάχες στις οποίες οι Κρητικοί πολέμησαν με γενναιότητα.
Οι δυο φοιτητές και καρδιακοί φίλοι συνέλαβαν το παράτολμο σχέδιο ένα ανοιξιάτικο σούρουπο, όταν από το Ζάππειο αντίκρισαν την Ακρόπολη. Στην Εθνική Βιβλιοθήκη διάβασαν ό,τι σχετικό υπάρχει με τον Ιερό Βράχο: τις σπηλιές, τις τρύπες και συμβουλεύθηκαν κάθε λογής χάρτες της Ακρόπολης. Γρήγορα, αντιλαμβάνονται ότι η μόνη διαδρομή που έπρεπε να ακολουθήσουν για να μη γίνουν αντιληπτοί από τους Γερμανούς φρουρούς ήταν μέσω του Πανδρόσειου Άντρου.
Η μυκηναϊκή κρήνη
Πανδρόσειο άντρο έλεγαν, αλλά πιθανώς η σχισμή στον βράχο από την οποία ανέβηκαν να μην είχε σχέση με το ιερό της Πανδρόσου. Διότι ναι μεν τοποθετείται στα δυτικά του Ερεχθείου, όπου και βρήκαν διέξοδο οι δύο νέοι, αλλά δεν «κατεβαίνει» προς το βόρειο τείχος. Θα πρέπει να εισήλθαν από τη μυκηναϊκή κρήνη, στην οποία όπως ο Μανώλης Γλέζος έλεγε, έριξαν μετά το πέρας του ηρωικού εγχειρήματός τους τη σημαία. Αλλά και πάλι, λόγω της απόστασης των χρόνων, κατά την αφήγησή του που έγινε τα τελευταία χρόνια, κάτι φαίνεται να μπερδεύει.
«Κόψαμε από ένα κομμάτι ο καθένας μας και το υπόλοιπο το ρίξαμε στο σπήλαιο της Αγραύλου όπως ήταν ως τότε γνωστό. Σήμερα οι αρχαιολόγοι το χαρακτηρίζουν ως Μυκηναϊκή Κρήνη» είπε ο Μ. Γλέζος. Μόνο που καμία σχέση δεν έχει η μυκηναϊκή κρήνη με το εν λόγω ιερό.
Λίγα χρόνια πριν από τη γερμανική κατοχή, και ενώ ο Απόστολος Σάντας και ο Μανόλης Γλέζος ήταν μαθητές, κατά τις αναστηλώσεις που έκανε ο Μπαλάνος στον Ιερό Βράχο, τοποθετήθηκαν ξύλινες σκαλωσιές και στα σπήλαια και ιερά της βόρειας κλιτύος. Ηταν ορατές από τον περίπατο της Ακρόπολης και από την αρχαία Αγορά, και είναι πολύ πιθανόν να τις είχαν δει τότε. Ισως μάλιστα να έπαιξαν ρόλο στην απόφασή τους. Αυτά είναι δικές μας υποθέσεις. Το γεγονός είναι πως μετά την αφαίρεση της πολεμικής τους σημαίας από την Ακρόπολη, οι Γερμανοί κατέστρεψαν όλες τις σκαλωσιές των έργων.
Βάθος 40 μέτρα
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του υπουργείου πολιτισμού, η Μυκηναϊκή κρήνη βρίσκεται σε βάθος 40μ. μέσα σε φυσική σχισμή, που δημιουργήθηκε όταν αποκολλήθηκε μεγάλο τμήμα του βράχου της Ακρόπολης. Ήταν προσιτή μόνο μέσω αθέατης προφυλαγμένης κλίμακας, που ξεκινούσε από τη ΒΔ γωνία της οικίας των Αρρηφόρων στην Ακρόπολη. Η κλίμακα σχετίζεται από ορισμένους μελετητές, βάσει της περιγραφής του Παυσανία, με την εορτή των Αρρηφορίων και θεωρείται ως το σημείο καθόδου των νεαρών κοριτσιών Αρρηφόρων από τον Ιερό βράχο προς το Ιερό της Αφροδίτης και του Έρωτα. Η κλίμακα, εντός της σχισμής, αποτελείτο από οκτώ επιμέρους τμήματα. Τα δύο ανώτερα τμήματα που κατέληγαν στη σπηλαιώδη έξοδο της βόρειας κλιτύος, είχαν ξύλινες βαθμίδες που στερεώνονταν στις εκατέρωθεν παρειές του βράχου, ενώ τα υπόλοιπα τμήματα είχαν κατασκευαστεί από λίθινες πλάκες. Στο τέλος της όγδοης κλίμακας λαξεύτηκε φρεατοειδές όρυγμα βάθους 8μ. και διαμέτρου 2μ. στο άνω μέρος και 4μ. στον πυθμένα, όπου υπάρχει κοιλότητα συλλογής ιζημάτων. Η άντληση του νερού γινόταν με χρήση δοχείων. Η κεραμική που περισυλλέχθηκε από την ανασκαφή του σπηλαίου έδειξε ότι η κατασκευή της κρήνης τοποθετείται χρονολογικά στα τέλη του 13ου αι. π.Χ.
Όπως βλέπουμε, η περιγραφή ταιριάζει εξαιρετικά με τη μυκηναϊκή κρήνη. Ισως λοιπόν να ανήλθαν από εκεί. Ο Λάκης Σάντας το είχε περιγράψει αδρά: «Κάτω μας το βάραθρο άνοιγε το μαύρο του στόμα να μας καταπιεί στο πρώτο ξεγλίστρημα. Σαράντα μέτρα κάτω κατέβαινε η σπηλιά και κατόπιν ανοιγότανε το χείλος ενός ξεροπήγαδου, άλλα καμιά δεκαριά μέτρα».
Δίπλα στην έξοδο του ορύγματος της μυκηναϊκής κρήνης ήταν το Αρρηφόρειον (οἷκος τῶν Ἀρρηφόρων) όπου, σύμφωνα με όσα έχει γράψει η αρχαιολόγος Χριστίνα Βλασσοπούλου, «διέµεναν τα κορίτσια που συµµετείχαν σε τελετουργίες, όπως η ύφανση του παναθηναϊκού πέπλου και τα Ἀρρηφόρια (ή Ἀρρητοφόρια). Η τελευταία ιερουργία ήταν ολονυκτία (παννυχίδα) µε τη µεταφορά από τις Αρρηφόρους των αρρήτων (µυστικών προσφορών σε σχήµα φιδιών και φαλλών ή κλαδιών σε επίκληση ευκαρπίας και ευγονίας) διαµέσου της υπόγειας διάβασης στο ιερό Έρωτος και Αφροδίτης στη βόρεια κλιτύ της Ακρόπολης.
Το ιερό που αναφέρουν οι γραπτές πηγές έχει ταυτιστεί µε τα πώρινα θεµέλια ενός δίχωρου κτηρίου µεταξύ Προπυλαίων και Ερεχθείου, σε επαφή µε το βόρειο τείχος. Το κτήριο έπειτα από ανασκαφική διερεύνηση καλύφθηκε για προστασία των ευπαθών καταλοίπων του.» Εριξαν στο Αρρηφόριο τη σημαία αφού έκοψαν ο καθένας από ένα κομμάτι; Πιθανώς όχι, αν η είσοδός του ήταν καλυμμένη, όπως είναι και σήμερα. Πάντως, το ιερό της Αγλαύρου ήταν στην ανατολική πλευρά. Ποιος να ξέρει;
Το Πανδρόσειο
Το Πανδρόσειον, «ένα μικρό τέμενος στο πλάτωμα που βρίσκεται στα Β∆ του Ερεχθείου» σημειώνει η Χριστίνα Βλασσοπούλου και ήταν αφιερωμένο «στην Πάνδροσο, την κόρη του Κέκροπα. Είχε περίβολο, το ανατολικό τµήµα του οποίου όριζε ιωνική στοά µε πήλινη κεράμωση διακοσµηµένη µε φύλλα και καρπούς ελιάς. Στον περίβολο βρισκόταν η ιερή ελιά της Αθηνάς που είχαν κάψει οι Πέρσες, και σύμφωνα µε την παράδοση την επόμενη μέρα φύτρωσε ένα κλαδί ύψους ενός πήχη» Στο Πανδρόσειο βρίσκονταν επίσης ο βωμός του Ερκείου Διός και ο τάφος του Κέκροπα.
Κατά τη δεκαετία του 80, σε μια εξαιρετική εκπομπή του Φρέντυ Γερμανού, το πανελλήνιο αισθάνθηκε εθνική υπερηφάνεια, ακούγοντας τι έγινε το βράδυ της αφαίρεσης της μισητής σημαίας.
Γεμάτη ενθουσιασμό η Μελίνα Μερκούρη, που ήταν τότε υπουργός Πολιτισμού, ζήτησε αμέσως από την Α’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Ακροπόλεως να διενεργηθεί ανασκαφική έρευνα ώστε να βρεθεί η σημαία - λάφυρο. Όμως η ίδια η μορφή του σπηλαίου - διόδου, αλλά και το υλικό του που κατολίσθαινε, άφησαν τους αρχαιολόγους με χέρια αδειανά.
Η κ. Έβη Τουλούπα και ο κ. Κωνσταντίνος Τσάκος, που έχουν χρηματίσει έφοροι Ακροπόλεως, έχουν πει κατά το παρελθόν στην υπογράφουσα πως οι ανασκαφές αυτές ουδέποτε ολοκληρώθηκαν, αφού ήταν αδύνατο να διερευνηθεί ο χώρος λόγω κινδύνου ζωής των εργαζομένων. Σε κάποιο κοίλωμα οι δύο νεαροί τότε άνδρες είχαν παραχώσει τη μάλλινη γερμανική σημαία κάτω από χώματα και πέτρες. Εν τω μεταξύ, κύλησαν από πάνω άλλα χώματα, όπως και κομμάτια βράχου.
Όπως όλα δείχνουν, η σημαία, που υπό κανονικές συνθήκες θα έπρεπε να κοσμεί τις προθήκες κάποιου μουσείου, θα παραμείνει ένας θρύλος. «Λανθάνει» και πιθανώς δεν θα βρεθεί ποτέ, καθώς είναι αδύνατη η περαιτέρω διερεύνηση του χώρου. Κάτι που πιθανώς θα ήταν εφικτό, εφόσον οι έρευνες γίνονταν εγκαίρως. Σήμερα, έπειτα από 72 χρόνια, σίγουρα υπάρχουν φθορές στο υλικό της, το οποίο είναι οργανικό. Αν και, σύμφωνα με εκτιμήσεις χημικών μηχανικών, θα ήταν ακόμα δυνατή η εύρεση καταλοίπων. Αυτή τη στιγμή, ίσως ένας επιστήμονας είναι ο μόνος που μπορεί να απαντήσει στο ερώτημα: ο καθηγητής Μανόλης Κορρές, πρόεδρος της Επιτροπής Συντηρήσεως Μνημείων Ακροπόλεως, ο οποίος έχει αφιερώσει ολόκληρη τη ζωή του στη μελέτη του Ιερού Βράχου και των μνημείων του.
Πάντως, ο Μανώλης Γλέζος, ερωτηθείς αν επί υπουργίας της Μελίνας Μερκούρη οι αρχαιολόγοι εμπόδισαν την ανασκαφή απάντησε: «Δεν είναι έτσι. Επειδή το έδαφος που στηρίζεται η Ακρόπολη είναι σχιστολιθικό, το έδαφος είναι ευάλωτο σε κάθε ανασκαφή. Εγώ εμπόδισα την Μελίνα να συνεχίσει τις ανασκαφές για να μην πέσει η Ακρόπολη. Άλλωστε εκτιμώ ότι οι Γερμανοί βρήκαν τη σημαία και την πήραν μαζί τους».