Οι επιδόσεις των μετοχών των περισσότερων εταιρειών που ασχολούνται ή υπόσχονται πως θα ασχοληθούν με την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και ειδικότερα με την στροφή προς την κίνηση οχημάτων με ηλεκτρική ενέργεια και κυψέλες υδρογόνου, είναι εξαιρετικά εντυπωσιακές τους τελευταίους δώδεκα μήνες. Πολλές από αυτές έχουν πολλαπλασιάσει τις τιμές τους, μερικές εξ’ αυτών έχουν φθάσει μέχρι 20 φορές την τιμή τους πριν ένα χρόνο. Ο συνδυασμός της αφθονίας χρήματος στις αγορές με τα μεγαλεπήβολα κρατικά σχέδια για την στροφή μακριά από τα ορυκτά καύσιμα έχει παίξει καίριο ρόλο στην εξαιρετική πορεία τέτοιων εταιρειών.
Πολλές από αυτές είναι μικρές, και ακόμα δεν έχουν πετύχει πολλά πράγματα. Ο κύκλος εργασιών τους είναι πολύ μικρός (μερικές φορές ανύπαρκτος) και το μόνο που κρατά τις τιμές των μετοχών τους σε υψηλά επίπεδα είναι η πεποίθηση των επενδυτών πως «όλα θα πάνε καλά». Αυτή η πεποίθηση κάνει τους περισσότερους μετόχους των εταιρειών να δέχονται, χωρίς πολλή σκέψη, τις ανακοινώσεις και εκτιμήσεις των διοικήσεων. Όταν κάτι κλονίσει αυτή την πεποίθηση, κλονίζεται και η μετοχή.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η Nikola (NKLA NASDAQ). Η αμερικανική εταιρεία που μπήκε το καλοκαίρι του 2020 στο χρηματιστήριο μέσω απορρόφησής της από μία εταιρεία όχημα τύπου SPAC, διέγραψε αρχικά μία εντυπωσιακή πορεία, φθάνοντας από τα 15 μέχρι τα 93 δολάρια. Τα σχέδιά της για παραγωγή ηλεκτροκινούμενων ημιφορτηγών και υδρογονοκινούμενων μεγάλων φορτηγών έπεισαν τους επενδυτές για τις πολύ καλές προοπτικές της και την General Motors να ανακοινώσει μία συνεργασία «μακράς πνοής». Λίγο αργότερα όμως, η Hindenburg Research (εταιρεία που ασχολείται κυρίως με short selling) δημοσίευσε μία πολυσέλιδη έκθεσή της στην οποία υποστήριζε πως σχεδόν όλες οι παρουσιάσεις της εταιρείας ήταν παραπλανητικές και ο ιδρυτής της Trevor Milton έλεγε σκοπίμως ψέματα. Σήμερα, έξι μήνες μετά την παρέμβαση της Hindenburg, η συμφωνία με την GM έχει ήδη ξεχαστεί, ο Milton έχει αποχωρήσει από την εταιρεία η οποία παραδέχθηκε πριν λίγες εβδομάδες πως η Hindenburg είχε λίγο πολύ δίκιο ενώ η μετοχή έχει επιστρέψει στα 15 δολάρια.
Η Lordstown Motors (RIDE NASDAQ), έχει ορισμένα κοινά με την Nikola. Σχεδιάζει την παραγωγή ηλεκτροκινούμενων ημιφορτηγών και υπόσχεται μεγάλη ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια. Μπήκε στο χρηματιστήριο, το καλοκαίρι του 2020, απορροφηθείσα από εταιρεία τύπου SPAC. Η μετοχή της πήγε πολύ καλά και έφθασε από τα 10 στα 31 δολάρια, αλλά τώρα βρίσκεται κοντά στα 12,5. Και, όπως και στην περίπτωση της Nikola, μεγάλο μέρος της πτώσης της μετοχής της οφείλεται σε έκθεση της Hindenburg, η οποία υποστήριξε πως το μεγαλύτερο μέρος των παραγγελιών για το ημιφορτηγό της είναι κατ’ ουσία εικονικό. Η διαφορά εδώ είναι πως οι ισχυρισμοί της έκθεσης δεν έχουν επαληθευθεί, αφού δημοσιοποιήθηκε πριν δύο εβδομάδες περίπου.
Η Plug Power (PLUG NASDAQ), είναι μία διαφορετική περίπτωση. Βρίσκεται στο χρηματιστήριο εδώ και πολλά χρόνια. Το 2000 είχε διαγράψει μία πάρα πολύ εντυπωσιακή πορεία την οποία ακολούθησε μία συνεχής πτώση για 18 χρόνια. Η Plug Power ασχολείται με την κίνηση οχημάτων με καύσιμο το υδρογόνο και έχει πραγματικές πωλήσεις, σε αντίθεση με τις δύο προηγούμενες εταιρείες και μάλιστα τα τελευταία τρίμηνα έχει πετύχει σημαντική ανάπτυξη των μεγεθών της, και έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον μεγάλων επενδυτών όπως η κορεατική SK Group που συμφώνησε να επενδύσει 1,5 δισεκατομμύριο δολάρια και να αποκτήσει σημαντικό μερίδιο σε αυτήν. Η μετοχή της ανέβηκε πολύ δυνατά το τελευταίο δωδεκάμηνο και από τα 3 περίπου δολάρια ξεπέρασε κάποια στιγμή τα 70. Χθες έκλεισε όμως κοντά στα 35 δολάρια συνεχίζοντας την αρνητική πορεία των τελευταίων δύο εβδομάδων.
Στην πτώση έχουν παίξει μεγάλο ρόλο δύο ανακοινώσεις λογιστικής φύσης. Η πρώτη, πριν έναν μήνα περίπου, ήταν αρκετά παράδοξη, καθώς η εταιρεία δήλωσε πως στο τελευταίο τρίμηνο οι πωλήσεις της ήταν αρνητικές κατά 316 εκατομμύρια δολάρια. Αυτό ακούγεται κάπως «παλαβό» και είναι προφανές πως πρόκειται για κάποιο λογιστικό χειρισμό. Όπως εξήγησε η εταιρεία, οι συμφωνίες της με ορισμένους μεγάλους πελάτες όπως η Amazon και η Walmart περιλάμβαναν και την χορήγηση σε αυτούς σημαντικού αριθμού μετοχών της Plug Power, ως «επιβράβευση» τους. Η άνοδος της τιμής της μετοχής μεγάλωσε κατά πολύ το κόστος αυτού του «δώρου» και, όπως μερικές φορές λέμε, η εταιρεία «μπήκε μέσα». Η δεύτερη ανακοίνωση, πριν μερικές μέρες, ήταν πιο ξεκάθαρη. Ο ορκωτός ελεγκτής της PLUG ζήτησε από την εταιρεία την αναμόρφωση των λογιστικών της καταστάσεων για τα τελευταία τρία χρόνια, επικαλούμενος σωρεία λανθασμένων λογιστικών χειρισμών. Είναι προφανές πως ο συνδυασμός αυτών των δύο γεγονότων δεν άρεσε καθόλου στους επενδυτές.
Παρά την σημαντική πτώση τους, οι αποτιμήσεις των τριών εταιρειών παραμένουν αρκετά αισιόδοξες και δείχνουν πως η αγορά και οι χρηματιστηριακοί αναλυτές στην ουσία τις εμπιστεύονται ακόμα, παρά τις προβληματικές εξελίξεις. Η άφθονη ρευστότητα των χρηματιστηριακών αγορών και οι μεγάλες προσδοκίες για την μετάβαση στην εποχή χωρίς ορυκτά καύσιμα, κάνουν κάθε στραβοπάτημα λιγότερο οδυνηρό και δίνουν στις εταιρείες πολλές ευκαιρίες να αντλήσουν χρήματα και να προσπαθήσουν να εφαρμόσουν τα σχέδιά τους. Όμως, κάποια στιγμή τα πράγματα μπορεί να αλλάξουν, και τότε όσες εταιρείες υπόσχονται πολλά και δεν έχουν καταφέρει να κάνουν τα περισσότερα, θα τιμωρηθούν πολύ αυστηρά από τις αγορές.
Στο μυαλό μας έρχεται η Amazon,η οποία το 2000 εξέδωσε ένα μετατρέψιμο ομολογιακό δάνειο παρουσιάζοντας τα λογιστικά της μεγέθη με αμφιλεγόμενο τρόπο. Η σωστή χρήση της χρηματοδότησης και η μεγάλη ανάπτυξη της εταιρείας έκαναν την αγορά να ξεχάσει τις αμφιβολίες της και σχεδόν κανείς δεν θυμάται αυτό το «επεισόδιο». Κάπως έτσι θα γίνει και τώρα. Αν οι εταιρείες που είδαμε σήμερα (και πολλές άλλες σαν αυτές) καταφέρουν να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους, θα εισπράξουν και την ανάλογη ανταμοιβή από τους επενδυτές, οι οποίοι θα ξεχάσουν και τις αρνητικές πωλήσεις και τις ψεύτικες παραγγελίες. Σε αντίθετη περίπτωση, θα ξεχάσουν τις εταιρείες.