Όπως αναφέρει η οργάνωση σε σχετική έκθεση που δημοσιοποίησε σήμερα, κατά τις επισκέψεις της στο νησί τα χρονικά διαστήματα 22-28 Μαΐου και 27-30 Ιουνίου, πραγματοποίησε συνεντεύξεις με 20 παιδιά, κάποια από τα οποία ηλικίας ως 15 ετών, που είχαν καταγραφεί από τις ελληνικές αρχές λανθασμένα ως ενήλικoι.
Το Παρατηρητήριο διαπίστωσε ότι οι αξιωματούχοι μερικές φορές καταχωρούν αυθαίρετα ηλικίες μεγαλύτερες εκείνων που δίνουν τα ίδια τα παιδιά. Ωστόσο, οι ελληνικές αρχές διαβεβαίωσαν την οργάνωση ότι ακολουθείται μια κατάλληλη, πολυδιάστατη διαδικασία.
Ένα 16χρονο αγόρι από το Πακιστάν περιέγραψε πως όταν έφτασε τον Μάρτιο του 2016 στο νησί οι αρχές έγραψαν ότι ήταν 19 ετών. «Δεν με πήγαν καν στο γιατρό… Ρώτησαν το όνομά μου, την ηλικία μου και μετά πήραν τα αποτυπώματά μου… Τους είπα ότι είμαι 16. Με χώρισαν από τους άλλους και με πήγαν εκεί όπου βρίσκονταν τα ασυνόδευτα παιδιά. Με κράτησαν εκεί για 10 ή 15 μέρες και μετά με πήραν πάλι από εκεί. Μετά έμεινα με άλλους ανθρώπους έξω από την πτέρυγα των παιδιών… Δεν ξέρω γιατί άλλαξαν την ηλικία μου. Τους ρώτησα πολλές φορές και το μόνο που μου είπαν είναι να υπογράψω κάποια χαρτιά», ανέφερε. Όπως σημειώνεται στην έκθεση, 15 μήνες μετά την άφιξή του, ο νεαρός Πακιστανός, σήμερα 17 ετών, συνεχίζει να αντιμετωπίζεται ως ενήλικος από τις αρχές και η πραγματική του ηλικία δεν έχει αναγνωριστεί επίσημα.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, «οι αρχές συχνά απαιτούν από τα ασυνόδευτα παιδιά να κάνουν οδοντιατρικές εξετάσεις στο τοπικό νοσοκομείο ως έναν τρόπο προσδιορισμού της ηλικίας, έπειτα από τις οποίες οι αρχές μπορεί να επιμείνουν ότι το παιδί είναι ενήλικος και να το καταχωρίζουν κατ' αυτό τον τρόπο». Αυτό συμβαίνει, παρά την υπουργική απόφαση του 2013, «η οποία περιγράφει τη διεπιστημονική προσέγγιση για τον προσδιορισμό της ηλικίας, με τις ιατρικές εξετάσεις να είναι η έσχατη λύση και παρά τη διαβεβαίωση από την Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης ότι πάντα υπερισχύει η αρχή της διασφάλισης του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού», σημειώνεται.
Σύμφωνα με την οργάνωση, 14 παιδιά με τα οποία συνομίλησε, ανέφεραν ότι καταγράφηκαν ως ενήλικοι έπειτα από μια διαδικασία προσδιορισμού ηλικίας, που περιελάμβανε επίσκεψη στο τοπικό νοσοκομείο και εξέταση των δοντιών τους. Ωστόσο, κανένα από τα παιδιά δεν είχε περάσει από συνέντευξη με ψυχολόγο ή κοινωνικό λειτουργό για την αξιολόγηση της ηλικίας του.
Σε άλλες περιπτώσεις τα παιδιά ισχυρίζονται ότι είναι ενήλικα κατά την καταγραφή τους για να αποφύγουν την κράτηση ή γιατί ακολουθούν λάθος συμβουλές από ενηλίκους, αλλά έπειτα διαπιστώνουν ότι έκαναν λάθος και προσπαθούν να πείσουν τις αρχές να τους καταγράψουν σωστά. Ωστόσο, όπως επισημαίνεται στην έκθεση, «μπορεί να περνάνε μήνες προσπάθειας για να αλλάξουν την καταγραφή και στο μεταξύ να συνεχίζουν να αντιμετωπίζονται ως ενήλικοι ή να φτάνουν στην ενηλικίωση, ενώ περιμένουν να αξιολογηθεί η σωστή ηλικία τους». Την ίδια ώρα, «οι αξιωματούχοι της υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης συνήθως δεν αμφισβητούν τα ασυνόδευτα παιδιά που ισχυρίζονται ότι είναι ενήλικοι, ακόμα και όταν η εμφάνισή τους υποδηλώνει έντονα ότι είναι κάτω των 18 ετών».
Με την εσφαλμένη καταγραφή, σημειώνει η οργάνωση, οι ασυνόδευτοι είναι ευάλωτοι σε εκμετάλλευση και εμπορία και δεν έχουν πρόσβαση σε εξειδικευμένη φροντίδα. Διαμένουν σε επίσημες και ανεπίσημες δομές με ενήλικους άνδρες με τους οποίους δεν έχουν συγγενική σχέση, εκτίθενται σε απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης, όπως ο συνωστισμός, οι ανθυγιεινές συνθήκες, με συχνά περιστατικά βίας, και δεν μπορούν να φοιτήσουν σε σχολεία ή να έχουν πρόσβαση στην παιδεία με άλλο τρόπο. Έχουν ελάχιστη ή μηδενική πρόσβαση σε φροντίδα, προστασία ή εξειδικευμένες υπηρεσίες και αποκλείονται από τις δομές για ασυνόδευτα παιδιά.
Όπως αναφέρει η ερευνήτρια της οργάνωσης, Εύα Κοσσέ, «η εσφαλμένη ταυτοποίηση των ασυνόδευτων παιδιών ως ενηλίκων στη Λέσβο δημιουργεί πραγματικά προβλήματα, όπως για παράδειγμα το ότι τα στεγάζουν μαζί με ενήλικες, μη συγγενικά τους πρόσωπα, και τους στερούν τη φροντίδα που χρειάζονται». «Οι ελληνικές αρχές πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη για την σωστή ταυτοποίηση των ασυνόδευτων παιδιών και να τους παράσχουν την προστασία και τη φροντίδα που χρειάζεται κάθε παιδί», συμπληρώνει.
Η κατάσταση αυτή προκαλεί στα παιδιά ψυχολογική βλάβη και επιδεινώνει τις υπάρχουσες συνθήκες ψυχικής υγείας. Όλα τα παιδιά με τα οποία μίλησε η οργάνωση ανέφεραν ότι αντιμετωπίζουν ψυχολογική δυσφορία, με συμπτώματα, όπως άγχος, κατάθλιψη, πονοκέφαλοι, αϋπνία και ανορεξία. Επίσης, δύο παιδιά ανέφεραν ότι αυτοτραυματίστηκαν.
Ένα αγόρι από το Αφγανιστάν είπε ότι ήταν 14 ετών όταν έφτασε στη Λέσβο. Περιέγραψε ότι πέρασε περισσότερους από εννιά μήνες ζώντας με το γενικό πληθυσμό στη Μόρια: «Κάθε μέρα ζούσαμε με το φόβο εξαιτίας των πολλών καβγάδων. Έντονος φόβος. Τραυματίστηκα στον ώμο μου κατά τη διάρκεια ενός καβγά. Η σκηνή μας ήταν στη μέση και καταστράφηκε και κάηκε δύο φορές. Έφτασα στο σημείο να κάνω κακό στον εαυτό μου τρεις φορές». Τον περασμένο Απρίλιο το αγόρι μεταφέρθηκε με τον 19χρονο αδελφό του στην πτέρυγα για τα ασυνόδευτα παιδιά της Μόριας και, όπως είπε, η πραγματική του ηλικία αναγνωρίστηκε επίσημα από την Υπηρεσία Ασύλου στο τέλος Απριλίου.
Την ίδια ώρα τα καταγεγραμμένα ασυνόδευτα παιδιά περιμένουν να μεταφερθούν σε ασφαλή δομή φιλοξενίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει το Παρατηρητήριο, στις 20 Ιουνίου, 1.149 ασυνόδευτα βρίσκονταν στη λίστα αναμονής για μια θέση σε χώρο φιλοξενίας, εκ των οποίων τα 296 κρατούνταν σε αστυνομικά τμήματα και κέντρα κράτησης μεταναστών.
Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ζητά οι ελληνικές αρχές να βελτιώσουν επειγόντως την ποιότητα των διαδικασιών προσδιορισμού της ηλικίας, προκειμένου να εναρμονιστούν με τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές και να διασφαλίσουν ότι τα ασυνόδευτα παιδιά έχουν πρόσβαση σε αξιοπρεπή στέγαση, όπου μπορούν να λάβουν φροντίδα, εκπαίδευση, συμβουλευτική, νομική βοήθεια, επιμέλεια και άλλες κρίσιμες υπηρεσίες. Για όσα κρίνεται ότι έχουν κλείσει τα 18, το Παρατηρητήριο ζητά να στεγάζονται σε ειδικές δομές για νεαρούς ενηλίκους και να έχουν πρόσβαση σε επαρκείς υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης της ψυχοκοινωνικής στήριξης και των υπηρεσιών ψυχικής υγείας.
Επίσης, σημειώνεται ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο πρέπει να εξασφαλίσουν ότι οι μέθοδοι και οι διαδικασίες προσδιορισμού της ηλικίας που χρησιμοποιούν οι ελληνικές αρχές συμμορφώνονται πλήρως με τις νομικές ασφαλιστικές δικλείδες που προβλέπονται από την ελληνική και ενωσιακή νομοθεσία, και ότι παρέχεται στα παιδιά το ευεργέτημα της αμφιβολίας όταν τα αποτελέσματα είναι ασαφή.
Τέλος, ζητά ο μηχανισμός επείγουσας μετεγκατάστασης της ΕΕ να επεκταθεί επειγόντως στα ασυνόδευτα παιδιά που ταυτοποιούνται στα ελληνικά νησιά, ανεξάρτητα από την εθνικότητά τους, καθώς και τα κράτη-μέλη της ΕΕ να επιταχύνουν τη μετεγκατάσταση των ασυνόδευτων ανήλικων μεταναστών.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ