Το ζήτημα του καθεστώτος της Αγίας Σοφίας δεν είναι τωρινό στην Τουρκική δημόσια σφαίρα. Έχει τεθεί πολλές φορές στο παρελθόν.
Πρωτοσυζητήθηκε, δειλά και πολύ «διακριτικά» είναι η αλήθεια, μετά τις πρώτες ελεύθερες εκλογές και την νίκη του Δημοκρατικού Κόμματος το 1950 που έφερε στην πολιτική σκηνή δυνάμεις κοσμικές αλλά ταυτόχρονα θρησκευόμενες και συντηρητικές. Δυνάμεις που θεωρούσαν ότι η Τουρκία είναι μία χώρα και μία κοινωνία στην οποία η θρησκεία δεν μπορεί να απουσιάζει. Ποτέ όμως αυτές οι δυνάμεις δεν είχαν την ελευθερία και την αυτονομία να διεκδικήσουν την θρησκευτική ευσέβεια ως καθοριστική αξία μέχρι το 2002.
Η πρωτοφανής πολιτική και κοινωνική (και εν τέλει εκλογική) ηγεμονία του Ρ. Τ. Ερντογάν έκανε αυτήν την συζήτηση πιο εύκολη και την νομιμοποίησε έναντι του κοσμικού αλλά παρακμάζοντος Κεμαλισμού στα χρόνια που ακολούθησαν.
Στην τρέχουσα συγκυρία το καθεστώς της Αγίας Σοφίας και η απαίτηση να ξαναγίνει τέμενος, έρχεται να εξυπηρετήσει αρκετές σκοπιμότητες. Επιχειρεί να αλλάξει την πολιτική και κοινωνική ατζέντα και να αποπροσανατολίσει την συζήτηση μακριά από μια οικονομία που υποφέρει, μία ανεργία που αυξάνεται και εισοδήματα που συρρικνώνονται. Επιτρέπει στον Πρόεδρο να μεταφέρει την πολιτική αντιπαράθεση σε ένα τερέν που από την φύση του είναι εχθρικό για τις Κεμαλικές κοσμικές, φιλελεύθερες ελίτ. Του επιτρέπει επίσης να πλήξει για πολλοστή φορά την κληρονομιά του Ατατούρκ χωρίς κανένα πολιτικό κόστος.
Σε μία εποχή που παρουσιάζεται ως ο αυθεντικός και ανυποχώρητος υπέρμαχος των Τουρκικών συμφερόντων και ο υπερασπιστής του τουρκικού μεγαλείου, μόνος απέναντι σε όλους όσους επιβουλεύονται το παρόν και το μέλλον της πατρίδας, η επιστροφή της Αγίας Σοφίας στον ευσεβή και αδικημένο λαό είναι και μία ισχυρή υπόμνηση αυτοκρατορικού κλέους. Ο Πορθητής την παρέδωσε στον Θεό, ο Πρόεδρος μετά από έξι αιώνες την αποδίδει και πάλι στους πιστούς.
Είναι σίγουρο ότι το παραπάνω σχήμα είναι στο μυαλό του Ρ. Τ. Ερντογάν από την εποχή που ήταν Δήμαρχος της Πόλης. Η απόφαση του Δικαστηρίου, εφόσον ακολουθήσει την εισήγηση που δημοσιοποιήθηκε, θα του λύσει τα χέρια. Παρά τις διεθνείς αντιδράσεις - ή ίσως εξαιτίας τους – μπορεί να προχωρήσει και να ικανοποιήσει την «επιθυμία» του έθνους. Οι επιλογές του είναι αρκετές. Μπορεί να περιμένει να εξαργυρώσει πολιτικά ένα τέτοιο ιστορικό διάβημα κοντά στις εκλογές όποτε και αν γίνουν και να εισέλθει ως άλλος Πορθητής να προσευχηθεί στο εμβληματικό Τέμενος. Μπορεί να επιλέξει τώρα μία λύση που θα ικανοποιεί όλους προσωρινά.
Ένα διττό καθεστώς Μουσείου και Τεμένους. Χώρος λατρείας και προσευχής κάποιες ημέρες του χρόνου στην αρχή και σιγά σιγά όλο και περισσότερες. Μπορεί να αψηφήσει όλες τις διεθνείς αντιδράσεις να γίνει η Αγία Σοφία αποκλειστικά χώρος λατρείας και έτσι να διεκδικήσει την ιστορική αποθέωση. Υπάρχει και η επιλογή του status quo και η συντήρηση του θέματος και η συντήρηση της προσδοκίας. Τίποτε δεν αποκλείεται. Ο πραγματισμός είναι θεμελιώδες στοιχείο της προσωπικότητας του.
Σε κάθε περίπτωση, στο εσωτερικό της χώρας ο Πρόεδρος Ερντογάν μόνο κέρδος θα έχει. Ακόμη και αυτοί και αυτές που διαφωνούν δύσκολα θα το κάνουν δημόσια. Ένα είναι σίγουρο: Αν γίνει δύσκολα θα υπάρξει επιστροφή.
* Ο Κώστας Υφαντής είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Presidential Press Service via AP