Η ΕΕ αντέδρασε με διαφορετικό τρόπο, ταχύτητα και αποτελεσματικότητα σε δυο μείζονες κρίσεις που αντιμετώπισε και εξακολουθεί να αντιμετωπίζει. Την πανδημία και την ενεργειακή, σε συνάρτηση με τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Η πανδημία
Στην πανδημία που προκλήθηκε από τον Κορονοϊό SARS-CoV-2 και τις μεταλλάξεις του, η ΕΕ κινητοποιήθηκε άμεσα και αποτελεσματικά παρέχοντας στα κράτη-μέλη υποστήριξη σε πολλαπλά επίπεδα. Η επιδημία ξεκίνησε τον Δεκέμβριο 2019 στην κεντρική Κίνα και διαδόθηκε ταχύτατα στον υπόλοιπο κόσμο. Στην Ελλάδα, εμφανίστηκε στις 26 Φεβρουαρίου του 2020. Η ΕΕ βοήθησε με συμφωνίες προαγοράς την έρευνα και ταχύτατη παρασκευή εμβολίων, που είναι και το αποτελεσματικότερο όπλο. Τέσσερα από αυτά εγκρίθηκαν από την ΕΕ. Ο εμβολιασμός ξεκίνησε, ένα χρόνο μετά την εμφάνιση της νόσου, στις 27 Δεκεμβρίου 2020. Χρόνος ρεκόρ. Μετά από δυο χρόνια, τον Φεβρουάριο του 2022, η ΕΕ κατόρθωσε, ώστε το 80 % του ενήλικου πληθυσμού της να έχει πλήρως εμβολιαστεί.
Επιπλέον, διέθεσε για την ανάκαμψη μέτρα αξίας 2,3 τρις Ευρώ, ώστε να διατηρηθούν θέσεις εργασίας, (πρόγραμμα SURE) με 100 δισ. ευρώ. Επιπλέον, διέθεσε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στα κράτη-μέλη αγοράς ομολόγων 1,35 τρισ. ευρώ.
Η ενεργειακή κρίση
Μετά τη λήξη του lockdown, όπου οι τιμές φυσικού αερίου, και πετρελαίου, έπεσαν σε ιστορικώς χαμηλά επίπεδα, ήρθε η φυσιολογική ανάκαμψη (rebound) της οικονομίας, με απότομη αύξηση της ζήτησης και των τιμών. Επιπλέον, η Ρωσία τους τελευταίους μήνες του 2021, εκμεταλλεύτηκε την απρονοησία της ΕΕ να μην έχει κτίσει επαρκή αποθέματα φυσικού αερίου στους 141 υπόγειους αποθηκευτικούς χώρους που διαθέτει, έχοντας πληρότητα δεξαμενών αερίου μόλις στο 40% της δυναμικότητας τους και, μάλιστα εν όψει χειμώνα.
Συνήθως την άνοιξη η κατανάλωση του αερίου πέφτει στο 60%. Η Gazprom με βάση στοιχεία την Citigroup, περιέκοψε κατά 50% την ροή του αερίου μέσω Ουκρανίας σε σχέση με τις ποσότητες του 2020. Πρόκειται για τον χειρότερο συνδυασμό για την ενεργειακή ασφάλεια, με αύξηση της ζήτησης και μείωση της προσφοράς. Οι τιμές του φυσικού αερίου από 35 Ευρώ/MW (Οκτώβριο 2008) σήμερα κινούνται στα 100 Ευρώ/MW, +/- 10-15%. Το ρωσικό αέριο, κάλυψε τότε μόνο το 17% της Ευρώπης, σε σχέση με το συνηθισμένο 40-45% τα τελευταία. χρόνια. Σε συνδυασμό με την Ρώσο-Ουκρανική διένεξη, στις 24 Φεβρουαρίου 2022 και τις κυρώσεις που ακολούθησαν, δημιουργήθηκε σημαντικό πρόβλημα ασφάλειας εφοδιασμού στην ΕΕ.
Η αντίδραση της ΕΕ
Η ΕΕ αντέδρασε μάλλον αμήχανα, ενδεχομένως υπερβολικά, σε ορισμένες δε περιπτώσεις, με έλλειψη ρεαλισμού.
Στην διαδικασία κατάρτισης του μεγαλεπήβολου προγράμματος της πράσινης μετάβασης (The European Green Deal, 2020) στον προσδιορισμό των «σφιχτών» χρονικών στόχων για την πρώτη περίοδο μέχρι το 2030, πιθανότατα δεν συνεκτιμήθηκαν επακριβώς οι ανάγκες ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού των κρατών-μελών, η υπερβολική έως καθολική εξάρτηση ορισμένων, από εισαγωγές ρωσικού αερίου ή τέλος, οι ιδιαιτερότητες άλλων, περίκλειστων ( land locked), όπως η Ουγγαρία, Τσεχία, Σλοβακία, Αυστρία, που μη διαθέτοντας πρόσβαση σε θάλασσα, εξαρτώνται από πετρελαιαγωγούς και αεριαγωγούς.
Επιπλέον, δεν καταρτίστηκε τότε σχέδιο εκτάκτου ανάγκης, (Contingency Planning) σε περίπτωση μεγάλης κρίσης επάρκειας, ή/και τιμών, όπως αυτή που εκδηλώθηκε την διετία 2021-22. Τέλος δεν υπήρξε σχεδιασμός ενιαίας αντιμετώπισης μεγάλων γεωπολιτικών αναταράξεων, όπως η από το 2014 σοβούσα κρίση στις σχέσεις με την Ρωσία που τον Φεβρουάριο 2022 εξελίχθηκε σε ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Στη συνέχεια μια σειρά από ανακοινώσεις, δηλώσεις αρμοδίων και μη, αξιωματούχων της ΕΕ, διαρροών κλπ. δημιούργησαν σύγχυση, ως προς τους στόχους (ιδιαιτέρως τους χρονικούς) και για τον βαθμό επίτευξης της απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο και πετρέλαιο για το οποίο ακόμη και σήμερα δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία παρά τις επανειλημμένες συσκέψεις σε επίπεδα Υπουργών, COREPER, κλπ. Αποτέλεσμα, η κερδοσκοπική διατήρηση των διεθνών τιμών πετρελαίου σε υψηλά επίπεδα (110.54/USD/bbl 19/5/2022) σε συνδυασμό με το «άνοιγμα» της Σαγκάης μετά το lockdown που δημιουργεί αυξημένη ενεργειακή ζήτηση, αλλά κυρίως λόγω της αβεβαιότητας ως προς την έκβαση του embargo της ΕΕ του πετρελαίου και των προϊόντων αυτού (Diesel, βενζίνες, κλπ.). Η βενζίνη ιδιαιτέρως, αυξάνει την τιμή της παραδοσιακά την θερινή περίοδο επιβαρύνοντας επιπλέον τον καταναλωτή.
Οι χειρισμοί της ΕΕ γύρω από την αρχικά άκαμπτη απαίτηση της Ρωσίας να πληρώνεται μόνο σε ρούβλια και, στη συνέχεια στην άμβλυνσή της, με το σχήμα των δυο λογαριασμών, στην Gazprombank, (που σημειωτέον έχει εξαιρεθεί από τις κυρώσεις), δημιούργησαν σύγχυση και προβληματισμό σε χώρες όπως η Γερμανία και Ιταλία που εξαρτώνται σημαντικά από εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου και αντιμετώπιζαν το φάσμα της πλήρους διακοπής του, με επακόλουθο οικονομική ύφεση, υψηλή ανεργία και επιβράδυνση της βιομηχανικής παραγωγής.
Όταν η Commission διαπίστωσε ότι 34 Ευρωπαϊκές εταιρείες μεταξύ των οποίων Γερμανικές και Ιταλικές είχαν ήδη ανοίξει λογαριασμούς στην Gazprombank, αντιλήφθηκε το ανέφικτο της εφαρμογής των οδηγιών της και έκδωσε προ ημερών νέα διευκρινιστική οδηγία, που όπως παρατήρησε στην ΕΡΤ-1, ο έμπειρος δημοσιογράφος Γιώργος Καπόπουλος, χαρακτηρίζεται από δημιουργική ασάφεια. Ουσιαστικά επιτρέπει συναλλαγές με την Gazprombank στα νομίσματα (USD ή Ευρώ) που προβλέπουν οι συμβάσεις. Η Ιταλική ΕΝΙ και άλλες μεγάλες εταιρείες προχώρησαν σχετικώς.
Χθες, ανακοινώθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το φιλόδοξο πακέτο REPowerEU που σκοπεύει το 2030 οι ΑΠΕ να καταλαμβάνουν το 45% στο ενεργειακό μίγμα και να έχει προχωρήσει σημαντικά η απεξάρτηση από Ρωσικές πηγές. Το πακέτο μελλοντικώς θα ενσωματωθεί ως Παράρτημα στον Κανονισμό του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας RRF. Προτείνονται μια σειρά δράσεων στην εξοικονόμηση ενεργείας που η εφαρμογή τους επαφίεται σε Εθνικό επίπεδο, στοχεύοντας στην επιτάχυνση της Πράσινης Μετάβασης με άρση γραφειοκρατικών εμποδίων σε αδειοδοτήσεις ΑΠΕ. Το τελευταίο θα δημιουργήσει ασφαλώς δυσανεξία στην θαλερή Ελληνική γραφειοκρατία που μόνο ο Κυριάκος Πιερρακάκης και οι συνεργάτες του μπορούν να περιορίσουν.
Ωστόσο το πακέτο δεν περιλαμβάνει την εξαιρετική ιδέα του Mario Draghi για την οργανωμένη δημιουργία ενός cartel καταναλωτών δηλαδή την Συλλογική διαπραγμάτευση (Collective Bargaining) αγοράς φυσικού αερίου από την ΕΕ με προφανή πλεονεκτήματα ιδιαιτέρως των μικρών καταναλωτών. Αντ’ αυτού γίνεται αόριστη αναφορά σε μελλοντική εξέταση του λεγομένου ‘joint purchasing mechanism'. «Ώδυνεν όρος και έτεκεν μυν!», θα ελεγε ο αείμνηστος Γεώργιος Α Παπανδρέου.
Τα καλά νεα είναι ότι το πακέτο REPowerEU, υποστηρίζεται από 225 εκατ. Ευρώ με την μορφή δανείων από το πρόγραμμα RRF που η επιτροπή προτείνει να αυξηθεί με επιδοτήσεις ύψους 20 δις Ευρώ από την πώληση δικαιωμάτων ρύπων, με 26,9 δισ. ευρώ από το Ταμείο Συνοχής και με 7,5 δισ. ευρώ από την Κοινή Αγροτική Πολιτική. Τα κονδύλια αυτά θα μπορούσαν με τους σωστούς δικούς μας χειρισμούς, να προσφέρουν στην Ελλάδα εως 5 δισ. ευρώ υπό μορφή χαμηλότοκων δανείων και επιπλέον ένα δις Ευρώ υπό μορφή ανεπίστρεπτης επιδότησης, υπό τον όρο ότι θα αναλωθούν αποκλειστικά σε επενδύσεις ΑΠΕ.
Το ρητορικό ερώτημα γιατί η ΕΕ αντέδρασε επιτυχώς στην πανδημία και μετρίως στην ενεργειακή κρίση είναι σημαντικό. Η απάντησή του δεν είναι ασφαλώς μονοσήμαντη. Ένας από τους λόγους θα μπορούσε ίσως να είναι, ότι η απειλή της πανδημίας υπήρξε καθολική και οριζόντια στα κρατη-μελη που λειτούργησαν σαν ομογενές και ισότροπο σύστημα. Αντιθέτως, στην περίπτωση της ενεργειακής κρίσης, υπήρχαν διαφοροποιημένα συμφέροντα, διαφορετικού βαθμού εξαρτήσεις από εισαγωγές Ρωσικών υδρογονανθράκων, διαφορετικές κουλτούρες των παλαιότερων και των νέων μελών, ιδιαιτέρως της ανατολικής Ευρώπης με έντονα αντί-Ρωσικά ανακλαστικά κλπ. Η ιστορία θα δείξει.
* O Μ.Λ. Μυριάνθης, Ph.D. Ενεργειακός αναλυτής και Ειδικός Σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ