Το νωρίτερο που μπορούμε να έχουμε εμβόλιο κατά του νέου κορονοϊού θα είναι σε ένα χρόνο από σήμερα. Διαφορετικά, προσπάθειες επιτάχυνσης των ήδη γρήγορων διαδικασιών που έχουν εφαρμοστεί, μπορεί να φέρουν εμβόλιο όχι άμοιρο κινδύνων.
Αυτό υπογραμμίζει ο δρ Γιώργος Παυλάκης, υπεύθυνος του τμήματος εμβολίων ρετροϊών, του Αμερικανικού Ινστιτούτου Καρκίνου, που υπάγεται στο Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας των ΗΠΑ, ο οποίος προχώρησε στην παραπάνω δήλωση στο πλαίσιο διαδικτυακής εκδήλωσης που οργάνωσε το Ελληνοαμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο με τη συμμετοχή και του καθηγητή Παθολογίας, λοιμωξιολόγο Αθ. Σκουτέλη.
Ο κ. Παυλάκης τόνισε ότι η καθυστέρηση δημιουργίας του εμβολίου δεν τον ανησυχεί, καθώς στο μεταξύ θα έχουν αναπτυχθεί μονοκλωνικά αντισώματα που θα αντιμετωπίζουν τη νόσο COVID - 19. Δεν θα είναι η οριστική επίλυση του προβλήματος, θα υπάρχει αυξημένο κόστος, θα χρειάζεται νοσηλεία, θα είναι επίπονο, όμως η ασθένεια θα μπορεί να αντιμετωπιστεί.
Κατά τον ίδιο θεωρείται βέβαιη η επάνοδο της ασθένειας από το φθινόπωρο, προσθέτοντας χαρακτηριστικά ότι "το αν θα πρόκειται για κυματάκι ή τσουνάμι, εξαρτάται από τη δική μας συμπεριφορά".
Παράλληλα τόνισε ότι είναι εξαιρετικά θετικό το γεγονός ότι πολύ μικρό ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού έχει προσβληθεί από τη νόσο, όπως επίσης θετικό ήταν το γεγονός ότι μη έχοντας φάρμακα δεν ασκήσαμε μεγάλες πιέσεις στον ιό για να δούμε πόσο δύσκολος αντίπαλος είναι. Εδώ διευκρίνισε ότι ανάλογα με τις "δυσκολίες" που θα του προκαλούσαν οι ανθρώπινες παρεμβάσεις ο ιός θα προσαρμοζόταν προκειμένου να επιβιώσει. Και δεδομένου ότι πρόκειται για RNA ιό, μπορεί να μεταλλάσσεται πιο εύκολα.
Σε κάθε περίπτωση όμως, επεσήμανε πως όσοι νόσησαν, θα πρέπει να παρακολουθούνται για αρκετό χρονικό διάστημα ώστε να διαπιστώσουμε τι είδους βλάβες άφησε η νόσος στους πνεύμονες και τα υπόλοιπα όργανα που έπληξε.
Ο δρ. Παυλάκης, χαρακτήρισε τον νέο κορονοϊό ως πέντε φορές πιο θανατηφόρο από την γρίπη και αναφερόμενος στους θανάτους στο Μπέργκαμο της Ιταλίας, είπε ότι το σύνολο των θανάτων των μηνών της πανδημίας, εκεί, θα πρέπει να χαρακτηριστούν ως θάνατοι εξαιτίας του κορονοϊού, διότι λίγο ενδιαφέρει αν συνέβησαν στο νοσοκομείο και καταγράφηκαν ή συνέβησαν στο σπίτι και δεν είχε τεθεί η διάγνωση, επίσημα.
Απέδωσε τη ραγδαία μεταδοτικότητά του στο γεγονός ότι μεταδίδεται αερογενώς, δηλαδή από τον αέρα, κάτι το οποίο πλέον μπορούμε να λέμε με βεβαιότητα, ενώ απαντώντας στα fake news ότι πρόκειται για ιό εργαστηρίου, απάντησε ότι δεν είμαστε τόσο έξυπνοι ώστε να κατασκευάσουμε ένα τόσο φονικό ιό.
Αναφερόμενος στην έρευνα για το εμβόλιο, εξέφρασε την ελπίδα για επιτυχή έκβαση των προσπαθειών που έχουν ήδη ξεκινήσει, λέγοντας ότι οι τεχνολογίες RNA και DNA που χρησιμοποιούνται για την ανάπτυξη των εμβολίων του κοροονοϊού αποτελούν ήδη γρήγορες εφαρμογές, οι οποίες όμως απαιτούν πολλαπλές προσπάθειες. Με ορατό δε, τον κίνδυνο για μετάλλαξη του ιού, ο κ. Παυλάκης, ανακοίνωσε ότι τα εργαστήρια του Κέντρου ξεκινούν τώρα πρόσθετες προσπάθειες για ανάπτυξη και άλλων εμβολίων κατά του νέου κορονοϊού, στην περίπτωση που αποτύχει το αρχικό που ήδη βρίσκεται σε στάδιο κλινικών μελετών.
Τόνισε όμως ότι τελικά, θα πρέπει ο κόσμος να αποδεχθεί τα εμβόλια όταν θα εγκριθούν, διότι διαφορετικά η πανδημία θα συνεχίσει να εξαπλώνεται.
Από την πλευρά του, ο κ. Σκουτέλης σημείωσε ότι τα υποψήφια εμβόλια θα παραχθούν στην Κίνα, τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία, χώρες που διαθέτουν πληθυσμό άνω των 2 δισεκατομμυρίων συνολικά και είναι εκείνοι οι οποίοι θα επωφεληθούν κατ΄ αρχήν από την παραγωγή των εμβολίων όταν εγκριθούν.
Και εξηγώντας ότι θα παραχθούν πολλά εμβόλια και όχι μόνο ένα, εξέφρασε την ευχή να μπορούμε να το κάνουμε κάθε χρόνο, όπως της γρίπης.
Όσο για την επιτυχία των μέτρων στη χώρα μας, την απέδωσε στην "ταπεινότητα της πενίας", δεδομένου ότι το σύστημα υγείας της χώρας μας δεν είναι από τα πιο ισχυρά, οπότε λάβαμε μέτρα δημόσιας υγείας πολύ γρήγορα, σε αντιπαραβολή με την Αμερική, Μ. Βρετανία και Σουηδία, χώρες όπου επικράτησε η "αλαζονεία της αφθονίας", καθώς τα συστήματα υγείας τους υπερέχουν σημαντικά σε υποδομές. Παρόλα αυτά οι χώρες αυτές υπέστησαν τη δραματική εξάπλωση του ιού και αποδείχθηκε ότι οι όποιες υποδομές δεν ήταν αρκετές για να ξεπεράσουν τη βαρύτητά του.