Σχεδόν ολόκληρη η χώρα ενοχλήθηκε, θύμωσε και αντέδρασε με την εικόνα χιλιάδων ανθρώπων να συγκεντρώνονται χωρίς μάσκες και αποστάσεις στην πλατεία Συντάγματος για την αλλαγή του χρόνου. Μαζί τους και εγώ.
Βέβαια, ίσως όχι για τους ίδιους λόγους. Εγώ προσωπικά ενοχλήθηκα για την κατάφωρη παραβίαση των μέτρων κατά του Covid. Για την περιφρόνηση της κρατικής εξουσίας. Όπως είχα ενοχληθεί με τις διαδηλώσεις και τις πορείες των προηγούμενων μηνών.
Άλλοι έβαλαν άλλο πρόσημο στην ενόχλησή τους. Φυλετικό ή ρατσιστικό. Μακριά από μένα και δεν με αφορά.
Ο νόμος μπορεί να είναι σκληρός αλλά είναι Νόμος (Dura Lex sed Lex, έλεγαν οι Λατίνοι) και απαιτεί σεβασμό και εφαρμογή από όλους. Έλληνες, Πακιστανούς και….εξωγήινους.
Σε προηγούμενο άρθρο είχα αναφέρει ότι η ακραία συναισθηματική προσέγγιση των γεγονότων, μας τοποθετεί στην πλευρά των ηττημένων. Δεν μπορεί ταυτοχρόνως να λειτουργεί το συναίσθημα και η λογική. Αλληλοεξουδετερώνονται.
Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να κάνουμε ψύχραιμη αποτίμηση των γεγονότων με την ελπίδα ότι θα καταλήξουμε σε έναν κοινό τόπο. Τι έγινε την παραμονή το βράδυ; Υπήρξε μαζική (αυθόρμητη ή όχι δεν το γνωρίζουμε) προσέλευση πολιτών πακιστανικής καταγωγής στην πλατεία Συντάγματος.
Ερώτηση πρώτη: Είναι πρωτόγνωρο το φαινόμενο; Ασφαλώς και όχι. Όσοι εξ ημών μεγαλώσαμε και ζούμε στην πρωτεύουσα, γνωρίζουμε καλά ότι από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 όταν – σε σύμπνοια με άλλες μεγάλες πρωτεύουσες του εξωτερικού- η Αθήνα ξεκίνησε τους επίσημους εορτασμούς της πρωτοχρονιάς, η συντριπτική πλειονότητα των θεατών ήταν αλλοδαποί μετανάστες.
Το ίδιο συμβαίνει και στις περισσότερες πρωτεύουσες της Δύσης. Οι πολίτες των χωρών παραδοσιακά διασκεδάζουν σε σπίτια και νυχτερινά μαγαζιά. Οι μετανάστες – και ειδικά οι μουσουλμάνοι- δεν διασκεδάζουν έτσι.
Ερώτηση δεύτερη: είχαν απαγορευτεί οι συναθροίσεις; Όχι. Είχαν απαγορευτεί οι επίσημες εκδηλώσεις δήμων και άλλων φορέων με events και μουσική.
Ερώτηση τρίτη: από η στιγμή που η μαζική προσέλευση έγινε, ποιες επιλογές είχε η συντεταγμένη πολιτεία; Είχε την επιλογή να μην πράξει απολύτως τίποτα. Να μην αντιδράσει. Να δεχτεί αυτό που συνέβαινε παθητικά. Αντιλαμβανόμαστε όλοι ότι αυτή η επιλογή θα ήταν καταστροφική. Η πολιτεία θα ακύρωνε η ίδια τον ελεγκτικό και ρυθμιστικό ρόλο της και θα απαξιωνόταν. Γι’ αυτό και δεν αδράνησε.
Είχε την επιλογή να προχωρήσει σε άγρια καταστολή. Να χρησιμοποιήσει αύρες και Μονάδες Αποκατάστασης Τάξης, τα γνωστά σε όλους μας ΜΑΤ. Αυτή η επιλογή, υποθέτω, ακούγεται ως ευχάριστη μουσική στα αφτιά των υπερεθνικιστών και των ακραίων.
Πονάει χέρι, κόβει χέρι. Ας το κάνουμε εικόνα. Αστυνομικές μονάδες με πλήρη εξάρτηση, να ξυλοκοπούν άοπλο κόσμο στην πλατεία Συντάγματος, την ώρα που όλος ο πλανήτης εύχεται «χρόνια πολλά με υγεία, ειρήνη και αγάπη»!
Ρεπορτάζ από τη φλεγόμενη Αθήνα παίζουν σε λίγα μόλις λεπτά στα μεγαλύτερα ειδησεογραφικά δίκτυα. Η καλύτερη «διαφήμιση» της χώρας και το καλύτερο ξεκίνημα για την εσωτερική πραγματικότητα!
Η τρίτη επιλογή ήταν να αντιδράσει αναλογικά με τη σοβαρότητα του προβλήματος. Να υπάρξει παρουσία, να γίνουν συστάσεις και να βεβαιωθούν κάποια πρόστιμα. Όπερ και εγένετο.
Αποτέλεσμα; Ένα περιστατικό κοινωνικά προκλητικό μεν, επί της ουσίας ασήμαντο δε, κράτησε λιγότερο από μια ώρα και επιλύθηκε. Οι δε Πακιστανοί δια των σωματείων τους ζήτησαν συγγνώμη και... ακύρωση προστίμων.
Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη διαφυλάσσοντας το κύρος της πολιτείας, τοποθετήθηκε ξεκάθαρα. Οι νόμοι ισχύουν για όλους, καμία ακύρωση προστίμων.
Θα επανέλθω σε βασικές αρχές: Το έγκλημα, η παραβατικότητα και η μετανάστευση δεν είναι προβλήματα αστυνομικής φύσεως. Αντιλαμβάνομαι ότι κάποιοι επιμένουν να τα βλέπουν έτσι, επειδή θέλουν να προσωποποιούνται οι ευθύνες.
Η αστυνομία δεν μπορεί να επηρεάσει τους παράγοντες που δημιούργησαν ένα σύνθετο κοινωνικό και πολιτικό πρόβλημα όπως η μετανάστευση. Η αστυνομία έχει ως καθήκον την προστασία της κοινωνίας και αυτό πράττει.
Με σύνεση, μέτρο και αποφασιστικότητα και όχι με τη λογική του «γιούρια». Μια σύγχρονη αστυνομία δεν ασχολείται ούτε με το χρώμα, ούτε με τη θρησκεία ενός παρανόμου. Βλέπει μόνο τις πράξεις και με αυτές ασχολείται.
Να θυμίσω ότι η αστυνομία αντιμετώπισε με ψυχραιμία και επαγγελματισμό πολλές άλλες υγειονομικές προκλήσεις όπως πορείες, διαδηλώσεις και κάθε είδους διαμαρτυρίες.
Οι αρχές αντιμετωπίζουν την κοινωνική πραγματικότητα ως έχει και όχι όπως θα επιθυμούσαμε όλοι να είναι. Η αξία της ψύχραιμης διαχείρισης έχει υποτιμηθεί πολύ σε αυτή τη χώρα των ακραίων συναισθημάτων.
Και όμως, είναι αυτή που σε όλα τα επίπεδα, προάγει την ηρεμία, τον πολιτισμό και τη συνύπαρξη. Είναι καιρός να μάθουμε να διαχωρίζουμε την αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων με τη διαχείριση συμβάντων.
*Ο Κωνσταντίνος Δούβλης είναι εγκληματολόγος, διδάκτωρ κοινωνιολογίας της αστυνόμευσης.