Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
O Χένρι Κίσιντζερ, στο μεγαλειώδες έργο του, “Διπλωματία”, αναφέρεται στις δυο εντελώς αντιφατικές απόψεις της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Η πρώτη, είναι η άποψη ότι η Αμερική υπηρετεί καλύτερα τις αξίες της, με το να τελειοποιεί την δημοκρατία στο εσωτερικό της, λειτουργώντας κατ' αυτόν τον τρόπο σαν φάρος για την υπόλοιπη ανθρωπότητα. Η δεύτερη, είναι η άποψη ότι οι αξίες των ΗΠΑ επιβάλλουν την υποχρέωση τους, να εκστρατεύουν γι' αυτές σαν μισθοφόροι σε όλον τον κόσμο.
Έτσι η αμερικανική εξωτερική πολιτική κινείται ανάμεσα σε αυτόν τον διχασμό, αμφιταλαντευόμενη ανάμεσα στον απομονωτισμό και στην αλληλεξάρτηση με τον υπόλοιπο πλανήτη. Το μόνο σίγουρο είναι πως και οι δυο σχολές σκέψης, δηλαδή της Αμερικής ως φάρου και της Αμερικής ως σταυροφόρου, θεωρούν φυσιολογική μια παγκόσμια τάξη πραγμάτων βασισμένη στη δημοκρατία, στο διεθνές δίκαιο και στο ελεύθερο εμπόριο.
Σήμερα, η εξωτερική πολιτική που έχει επιβάλει ο Λευκός Οίκος κινείται στον άξονα του απομονωτισμού και στην ταυτόχρονη άρνηση των αρχών και των κανόνων του ελεύθερου εμπορίου. Ο Πρόεδρος Τραμπ, εγκαταλείπει τον ρόλο των ΗΠΑ ως παγκόσμιου σταυροφόρου, έναν ρόλο που οι ΗΠΑ είχαν παίξει για δεκαετίες μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Ταυτόχρονα, εγκαταλείπει και τις πάγιες αμερικανικές θέσεις για το ελεύθερο εμπόριο, ως απαραίτητο στοιχείο ανάπτυξης και ευημερίας στον πλανήτη.
Η χώρα που αποτελούσε τον υπέρμαχο της ανοικτής οικονομίας και του ελεύθερου εμπορίου, υιοθετεί σήμερα πολιτικές τεχνολογικών αποκλεισμών, εμπορικών δασμών, νομισματικών υποτιμήσεων και επιτοκιακών ανταγωνισμών. Οι ΗΠΑ επιστρατεύουν όπλα που είναι απολύτως γνώριμα στους ανταγωνιστές τους, αλλά παντελώς άγνωστα στην αμερικανική οικονομία. Κι έτσι οι επιπτώσεις του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ – Κίνας, στην αμερικανική οικονομία, δεν είχαν προβλεφθεί. Δεν είχε προβλεφθεί το μεγάλο βάρος των επιπτώσεων στον αγροτικό κόσμο των ΗΠΑ, που αποτελεί και το μεγαλύτερο μέρος της εκλογικής του βάσης του Προέδρου Τραμπ.
Χιλιάδες είναι οι πτωχεύσεις των ιδιωτών αγροτών και των αγροτικών επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα το πέρασμα του κινδύνου στα τραπεζικά αγροτικά δάνεια. Δεν είχε προβλεφθεί η πολυπλοκότητα του οικοσυστήματος και της αλληλεξάρτησης των τεχνολογικών εισαγωγών και εξαγωγών, από και προς την Κίνα. Έτσι η προσπάθεια επιβολής ψηφιακού εμπάργκο από την πλευρά του Προέδρου Τραμπ, ως ανάχωμα των εξελίξεων της Τεχνητής Νοημοσύνης στην Κίνα, γύρισε σαν μπούμερανγκ και χτύπησε τις αντίστοιχες αμερικανικές εταιρίες.
Ο πρόεδρος Τραμπ, θεωρεί πως με την αλλαγή της στάσης των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της θητείας του, θα εξουδετερώσει τον κινεζικό κίνδυνο, όπως ο ίδιος τον αντιλαμβάνεται. Τον κίνδυνο της κινεζικής κυριαρχίας στο παγκόσμιο εμπόριο και τον κίνδυνο της κινεζικής τεχνολογικής κυριαρχίας στον κόσμο της Τεχνητής Νοημοσύνης. Όμως αυτόν τον πόλεμο που έχει ξεκινήσει ο πρόεδρος Τραμπ, το πιθανότερο είναι, πως οι ΗΠΑ θα τον χάσουν.
Η οικονομία των ΗΠΑ, είναι ανοικτή και δεν ελέγχεται από το κράτος, αλλά αποτελείται από επιχειρηματικές συμπράξεις και διαμάχες, εταιρικές συνεργασίες αλλά και έντονο ανταγωνισμό. Σε αντίθεση με αυτόν τον αμερικανικό επιχειρηματικό, οικονομικό και δημιουργικό οργασμό, η Κίνα έχει να αντιπαραθέσει μια κοινωνία και μια οικονομία, πoυ κινείται και δρα ως “μονομπλόκ”.
Η κινεζική οικονομία θα κινείται με τον ίδιο ή και παραπλήσιο τρόπο και μετά την προεδρία Τραμπ. Η στόχευση της Κινεζικής κυβέρνησης και του κυβερνώντος Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος είναι μακροπρόθεσμη και θα επιτευχθεί έστω και με καθυστέρηση κάποιων ολίγων ετών. Η ψηφιακή κυριαρχία των Κινέζων δεν μπορεί πλέον να ανατραπεί, απλά μπορεί να καθυστερήσει. Επομένως αξίζει όλη αυτή η μάχη που δίνει ο Λευκός Οίκος, που όπως δείχνουν όλα τα δεδομένα έχει αποσταθεροποιήσει σε σημαντικό βαθμό όχι μόνο τις ΗΠΑ, αλλά και το μεγαλύτερο μέρος του Δυτικού Κόσμου;
Το πιθανότερο πλέον είναι σύμφωνα με τους περισσότερους αναλυτές, η Δύση να κυνηγάει να λύσει προβλήματα, που δημιούργησε από μόνης της στον εαυτό της. Η συρρίκνωση της παραγωγής και η αποδυνάμωση του παγκόσμιου εμπορίου, επιβραδύνει την οικονομική ανάπτυξη, που πιθανότητα θα οδεύσει προς την ύφεση. Οι μάχες των επιτοκίων και ο νομισματικός ανταγωνισμός, δημιουργούν ένα ζοφερό περιβάλλον, που δύσκολα μπορεί να αναστραφεί.
Είναι φανερό πως ο Λευκός οίκος έχει διαλέξει μια μάχη που προς το παρόν, προκαλεί αυτοτραυματισμούς. Το περίφημο MAGA “Make America Great Again”, δεν είναι σίγουρο πως θα επιτευχθεί. Φαίνεται πως η στροφή των ΗΠΑ, δεν είναι μόνο οικονομική αλλά βαθιά πολιτική, με ο' τι μπορεί να σημαίνει αυτό, για το μέλλον του Δυτικού κόσμου.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο Παρασκευής 23 Αυγούστου