Ο θάνατος του Άκη Τσοχατζόπουλου κλείνει τον κύκλο της ζωής ενός πολιτικού, δεν κλείνει όμως και τον ιστορικό κύκλο μιας πολυτάραχης περιόδου που σφράγισε ποικιλότροπα τα χρόνια της μεταπολίτευσης. Όσο κι αν η σχετική ανακοίνωση του Κινήματος Αλλαγής επιχειρεί να περιγράψει βιαστικά τη διαδρομή του με μερικές λέξεις («Ιδρυτικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, συμμετείχε σε κορυφαίες κυβερνητικές και κομματικές θέσεις») στην ουσία, μιλώντας για τον Άκη, κανείς δεν μπορεί να σταθεί αποκλειστικά στα χρόνια της αποκάλυψης των καταχρήσεων που είχε διαπράξει ως υπουργός και στα χρόνια της φυλάκισής του.
Αντίθετα, αν για τα αδικήματα στα οποία υπέπεσε η δικαιοσύνη αποφάνθηκε οριστικά και αμετάκλητα, για τα πολιτικά του πεπραγμένα, στη διάρκεια της 40χρονης σχεδόν πολιτικής του διαδρομής, η συζήτηση θα συνεχιστεί. Είναι άλλωστε μια συζήτηση που δεν αφορά μόνο και αποκλειστικά τον ίδιο.
Ο Άκης συνδέθηκε με όλες τις πασοκικές περιόδους διακυβέρνησης. Υπήρξε το αδιαμφισβήτητο Νο 2 στην κομματική ιεραρχία, ο «άνθρωπος» του Ανδρέα τον οποίο υπηρέτησε με αφοσίωση σε εύκολες και δύσκολες στιγμές. Ήταν στη θέση αυτή τόσο κατά την περίοδο που ο άνεμος της Αλλαγής έφερε ραγδαίες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, όσο και κατά την περίοδο του «Αυριανισμού» που έδωσε σάρκα και οστά στον υφέρποντα λαϊκισμό της εποχής και που τελικά στάθηκε μοιραίος και για τον ίδιο τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Μετά τον Ανδρέα διεκδίκησε «δικαιωματικά» τη διαδοχή του την οποία, ευτυχώς, έχασε. Ο Κώστας Σημίτης έγινε πρωθυπουργός και Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ χάρη στη σταθερή επιμονή του σε αντιλαϊκιστικές πολιτικές και «καθαρές» λύσεις, κλείνοντας τα αυτιά του στις σειρήνες της δυαρχίας που θα οδηγούσαν το ΠΑΣΟΚ και τη χώρα στο τέλμα της απραξίας.
Η σημασία της επικράτησης του Σημίτη φαίνεται κι από το γεγονός ότι ο τότε Πρόεδρος του Συνασπισμού, Νίκος Κωνσταντόπουλος, είχε ετοιμάσει πανηγυρική υποδοχή της πρωθυπουργοποίησης του πολιτικού του φίλου Άκη με τον οποίο φιλοδοξούσε να φτιάξει την «μεγάλη κεντροαριστερά». Απτό δείγμα για την πολιτική ποιότητα μιας ενδεχόμενης τότε κεντροαριστεράς μας έδωσαν αργότερα τα προσκείμενα στον Άκη στελέχη που προσχώρησαν στον ΣΥΡΙΖΑ.
Όταν, στη συνέχεια, ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, μιλώντας στο Συνέδριο του Συνασπισμού, απηύθυνε ανοιχτή πρόσκληση συνεργασίας των δύο κομμάτων ακόμα και σε κυβερνητικό επίπεδο, «έφαγε πόρτα» από τον Κωνσταντόπουλο. Η Αριστερά είχε πάρει οριστικά και ανεπίστρεπτα, παρά τις φωτεινές εξαιρέσεις ορισμένων ηγετικών της μορφών, το δρόμο του συριζαϊσμού.
Την περίοδο του εκσυγχρονισμού ακολούθησε η περίοδος του καταποντισμού. Ο Άκης πλήρωσε ακριβά τις παράνομες και προκλητικές πράξεις του, πληρώνοντας μαζί και την αλαζονεία της εξουσίας που τον χαρακτήρισε, χωρίς να είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για τη διαμόρφωση αυτού του κλίματος. Ο εκλογικός καταποντισμός του ΠΑΣΟΚ είναι η καλύτερη απόδειξη γι αυτό.
Το απαξιωτικό, ωστόσο, περιεχόμενο της ανακοίνωσης για τον θάνατό του («Είναι γνωστό όμως, ότι εδώ και πολλά χρόνια το ΠΑΣΟΚ είχε διαχωρίσει - με βάση τις αρχές και τις αξίες του - πλήρως και ριζικά τη θέση του απέναντί του»), που θυμίζει δυστυχώς την ανάλογη φρασεολογία του ΚΚΕ για τον θάνατο του πρώην ΓΓ Γρηγόρη Φαράκου («Τα τελευταία χρόνια εργάστηκε για τη διάλυση του Κόμματος») μάλλον ανοίγει παρά κλείνει τη «δυσάρεστη» συζήτηση.
Και από συμβολική έστω πλευρά, η έκδοση της ανακοίνωσης από το ΚΙΝΑΛ και όχι από το ΠΑΣΟΚ που ο Άκης Τσοχατζόπουλος ίδρυσε και υπηρέτησε, είναι ενδεικτική μιας νοοτροπίας που θέλει το Κίνημα Αλλαγής να απαντάει στις εκκρεμμότητες του παρελθόντος παρά στις προκλήσεις του μέλλοντος.