«Όταν ένας υπουργός Εξωτερικών καταθέτει μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση σε βάρος ενός λογοτεχνικού περιοδικού, θα πρέπει να είναι μυγιάγγιχτος», αναφέρει η ελβετική εφημερίδα Neue Zurcher Zeitung σε χθεσινό της δημοσίευμα για τη γνωστή υπόθεση της αντιπαράθεσης του υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Κοτζιά, με τη λογοτεχνική επιθεώρηση «Athens Review of Books».
Όπως είναι γνωστό, η επιθεώρηση είχε δημοσιεύσει, το 2010, επιστολή αναγνώστη της ο οποίος περιέγραφε τον νυν υπουργό ως «φανατικό, βίαιο και αμείλικτα κομμουνιστή» και ««γκαουλάιτερ του σταλινισμού». Η υπόθεση πήρε τη δικαστική οδό και ο Άρειος Πάγος όπου κατέληξε, δικαίωσε τον κ. Κοτζιά επιδικάζοντας αποζημίωση 22.000 ευρώ και οδηγώντας σε πάγωμα τα περιουσιακά στοιχεία της εκδότριας εταιρείας.
Το δημοσίευμα παραπέμπει, μάλιστα, στο σχετικό ρεπορτάζ της εφημερίδας Financial Times, που ισχυρίστηκε ότι η δικαστική απόφαση ελήφθη ως αποτέλεσμα πολιτικών πιέσεων -προκαλώντας την αντίδραση του υπουργείου Εξωτερικών και του κ. Κοτζιά, ο οποίος κατηγόρησε τους FT για «άνευ προηγουμένου ψέμματα».
Ωστόσο, αν και παραδέχεται ότι οι διατυπώσεις στην επίμαχη επιστολή ήταν ενδεχομένως υπερβολικές και προσβλητικές, η NZZ σημειώνει τα εξής, όσον αφορά στην ουσία: «Ο κ. Κοτζιάς δραστηριοποιούνταν επί χρόνια στο Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας το οποίο, σε αντίθεση με άλλα αριστερά πολιτικά μορφώματα, δεν διαχώρισε ποτέ τη θέση του από τον σταλινισμό. Υπήρξε, μάλιστα, ο ιδεολογικός υπεύθυνος του κόμματος».
Συνεχίζοντας, το δημοσίευμα υποστηρίζει ότι «στην Ελλάδα, η περίπτωση Κοτζιά εγείρει ανησυχίες για την κατάσταση της διάκρισης των εξουσιών. Το ότι η δικαστική απόφαση ήταν αποτέλεσμα πολιτικής πίεσης δεν μπορεί να αποδειχθεί. Υπάρχουν ενδείξεις ωστόσο. Η αρμόδια δικαστής το 2016 είχε δηλώσει ότι δεν ήθελε να κάνει δεκτή την προσφυγή, διότι ερχόταν σε αντίθεση με τα ευρωπαϊκά ανθρώπινα δικαιώματα. Εν συνεχεία άλλαξε ξαφνικά την άποψή της, χωρίς να το αιτιολογήσει – πολύ ασυνήθιστη διαδικασία».
Η NZZ δεν παραλείπει να παραπέμψει και στην περίπτωση του πρώην επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ, Ανδρέα Γεωργίου, σημειώνοντας ότι «και οι δύο περιπτώσεις δείχνουν πόσο στενά συμπλέκεται η πολιτική, η δικαιοσύνη και τα ΜΜΕ στην Ελλάδα και ότι ο διαχωρισμός των εξουσιών δυσλειτουργεί».