Μήνυμα στην Άγκυρα ότι η Αγία Σοφία πρέπει «να μείνει ανοιχτή για όλους» έστειλε το Παρίσι, με τον εκπρόσωπο του γαλλικού ΥΠΕΞ να τονίζει πως πρόκειται για «ένα σύμβολο ανεξιθρησκίας και πολυπολιτισμικότητας».
Η γαλλική «απάντηση» ήρθε λίγες ώρες μετά τη συνεδρίαση του τουρκικού Συμβουλίου Επικρατείας, το οποίο εξέτασε το αίτημα να μετατραπεί το μουσείο σε τζαμί.
«Η Γαλλία υποστηρίζει τη διατήρηση της ακεραιότητας αυτού του στολιδιού της παγκόσμιας κληρονομιάς, που συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο μνημείων παγκόσμιας πολιτισμικής κληρονομιάς της UNESCO. Ως σύμβολο ανεκτικότητας και ποικιλομορφίας, η Αγία Σοφία οφείλει να παραμείνει ανοικτή σε όλους», ανέφερε η ανακοίνωση του γαλλικού ΥΠΕΞ.
«Σε συνέχεια των λεγομένων του Πρέσβη της Τουρκίας στη Γαλλία την 1η Ιουλίου κατά την ακρόασή του ενώπιον της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων, άμυνας και ενόπλων δυνάμεων της Γερουσίας, ειδικότερα των όσων είπε αναφορικά με το περιστατικό παρενόχλησης της φρεγάτας Courbet στις 10 Ιουνίου, τον ενημερώσαμε ως οφείλουμε για τα πραγματικά γεγονότα, καθώς και για τις παραλείψεις και τις ανακριβείς και μεροληπτικές πληροφορίες που παρέθεσε κατά τη διάρκεια της εν λόγω ακροάσεως. Εξάλλου επισημάναμε εκ νέου τον απαράδεκτο χαρακτήρα της τουρκικής συμπεριφοράς», σημειώνει το γαλλικό ΥΠΕΞ, το οποίο μίλησε στον πρεσβευτή της Τουρκίας.
Όπως μετέδωσαν τα τουρκικά ΜΜΕ, η συνεδρίαση του δικαστηρίου διήρκεσε μόλις 17 λεπτά και ο εισηγητής του δικαστηρίου υποστήριξε στην αγόρευσή του ότι η λειτουργία της Αγίας Σοφίας ως μουσείο συνιστά διοικητική απόφαση και δεν υπάρχει παραβίαση του νόμου σε περίπτωση μετατροπή της σε τζαμί.
Η εφημερίδα Yeni Safak επισήμανε ωστόσο ότι η εισήγηση δεν είναι δεσμευτική για το δικαστήριο.
Σημειώνεται ότι ο Ταγίπ Ερντογάν έχει προτείνει την επαναφορά της Αγίας Σοφίας, Μνημείου Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, στο καθεστώς του μουσουλμανικού τεμένους.
Η κυβερνητική απόφαση για την μετατροπή της Αγίας Σοφίας από τζαμί σε τέμενος χρονολογείται στο 1934, στα πρώτα χρόνια του σύγχρονου τουρκικού κράτους που ιδρύθηκε από τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ. Στην υπόθεση που παρουσιάσθηκε ενώπιον του δικαστηρίου, αμφισβητείται η νομιμότητα εκείνης της απόφασης.