Μισέλ Α. Γουίλιαμς: Κλιματική αλλαγή και δημόσια υγεία

Μισέλ Α. Γουίλιαμς: Κλιματική αλλαγή και δημόσια υγεία

Στο πλαίσιο του Forum «Ελλάδα 2040» που διοργάνωσε η Επιτροπή «Ελλάδα 2021», η Μισέλ Αν Γουίλιαμς, κοσμήτορας της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Harvard και καθηγήτρια της έδρας Αγγελοπούλου στη Δημόσια Υγεία και τη Διεθνή Ανάπτυξη, πραγματοποίησε μια ομιλία όπου αναφέρθηκε στις σοβαρές επιπτώσεις που θα έχει η κλιματική αλλαγή στις ζωές μας, πώς μπορούμε να επιβραδύνουμε την εξέλιξή της και ποια μέτρα μπορούμε να πάρουμε για να θωρακίσουμε τη δημόσια υγεία απέναντί της.

Συγκεκριμένα η κ. Γουίλιαμς, τόνισε ότι η πανδημία της covid-19 αποτέλεσε μια ηχηρή υπενθύμιση του μεγάλου βαθμού διασύνδεσης και αλληλεξάρτησής μας. «Μας έδειξε ότι ένας παθογόνος παράγοντας μπορεί να εξαπλωθεί από μια χώρα σε άλλη εντός λίγων ωρών και ότι μία απειλή στην ευημερία ενός τόπου συνιστά απειλή για την ευημερία ολόκληρου του πλανήτη». Ακόμα όμως και τώρα που συνεχίζουμε να παλεύουμε με την πανδημία της Covid, δεν πρέπει να ξεχάσουμε, όπως επεσήμανε η κυρία Γουίλιαμς, ότι μια άλλη πρόκληση, εξίσου θανατηφόρα και μεγάλης εμβέλειας, είναι προ των πυλών. Και αυτή είναι η κλιματική αλλαγή.

    
Κλιματική αλλαγή και οι επιπτώσεις της

Oι επιπτώσεις της έχουν ήδη αρχίσει να φαίνονται και να ανατρέπουν εκατομμύρια ζωές, σημείωσε η αμερικανίδα επιστήμονας, κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στις καταστροφικές πυρκαγιές που έπληξαν την Ελλάδα το περασμένο καλοκαίρι. «Αυτό που συνέβη στην Ελλάδα δεν ήταν μεμονωμένο περιστατικό» είπε, προσθέτοντας ότι παρόμοιες πυρκαγιές είχαμε σε ΗΠΑ, Σιβηρία και Νότιο Αφρική, ενώ την ίδια ώρα καταστροφικές πλημμύρες έπλητταν Γερμανία και Βέλγιο. «Αυτά τα ακραία φαινόμενα δεν μπορούν πλέον να χαρακτηρίζονται «ακραία». Έχουν γίνει πια η νέα κανονικότητα. Και είναι μόνο μια πρόγευση του τι μας περιμένει» είπε χαρακτηριστικά.

Μάλιστα οι προβλέψεις αναφέρουν ότι η θερμοκρασία του πλανήτη θα αυξηθεί κατά 1,5 βαθμούς τις επόμενες δυο δεκαετίες, υπογράμμισε η κοσμήτορας της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Harvard, τονίζοντας ότι αυτό θα έχει καταστροφικές συνέπειες για την ανθρώπινη ευημερία, όχι μόνο άμεσα, όπως οι θάνατοι που σχετίζονται με υψηλή θερμοκρασία, άσθμα, επιπλοκές εγκυμοσύνης και καρδιαγγειακές παθήσεις, αλλά και μέσω χιλιάδων έμμεσων τρόπων, όπως η λειψυδρία και η επισιτιστική ανασφάλεια.

 Οι επιπτώσεις αυτές θα είναι ιδιαίτερα αισθητές στους ηλικιωμένους, καθώς διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να παρουσιάσουν προβλήματα υγείας λόγω της κακής ποιότητας του αέρα, της ξηρασίας ή της υπερβολικής ζέστης, υπογράμμισε η αμερικανίδα επιδημιολόγος. Ειδικότερα, όπως είπε, υπολογίζεται ότι η ακραία αύξηση της θερμοκρασίας λόγω της κλιματικής αλλαγής, αναμένεται να προκαλέσει περίπου 38.000 θανάτους ηλικιωμένων έως το 2030. Έτσι, σε χώρες όπως η Ελλάδα, η κλιματική αλλαγή θα επιτείνει την οικονομική και κοινωνική πίεση που συνεπάγεται η ταχεία γήρανση του πληθυσμού, τόνισε.

    
Τρόποι αντιμετώπισης της υπερθέρμανσης του πλανήτη

Παρά όμως τις απαισιόδοξες προβλέψεις, η κ. Γουίλιαμς υπογραμμίζει ότι υπάρχει ακόμα ελπίδα και περιθώριο δράσης για να βελτιώσουμε το μέλλον μας, καθώς, αν και η αύξηση της θερμοκρασίας είναι αναπόφευκτη, το πόσο θα αυξηθεί εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από μας. «Ακόμη και ο περιορισμός της αύξησης της θερμοκρασίας κατά μισό βαθμό, θα είχε τεράστια διαφορά για τη ζωή στη γη» τόνισε χαρακτηριστικά.

Όσον αφορά τους τρόπους μπορούν οι άνθρωποι να περιορίσουν την υπερθέρμανση του πλανήτη, η κ. Γουίλιαμς ανέφερε πως «το σημαντικό είναι ότι πρέπει να σταματήσουμε να προσθέτουμε διοξείδιο του άνθρακα στην ατμόσφαιρα έως το 2050 περίπου». Για να γίνει αυτό, σύμφωνα με την αμερικανίδα επιστήμονα, θα πρέπει να απαιτηθεί μια άνευ προηγουμένου, παγκόσμια δέσμευση για ταχεία απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα κατά την επόμενη πενταετία και αφαίρεση των τεράστιων υφιστάμενων ποσοτήτων άνθρακα από τον αέρα.

    
Μέτρα για την προστασία από την κλιματική αλλαγή

Εντωμεταξύ, θα πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να προστατεύσουμε τους ανθρώπους από τα ακραία κλιματικά φαινόμενα που ήδη εκδηλώνονται. Αρχικά πρέπει να διευρυνθεί η πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη καθώς όπως ανέλυσε η καταξιωμένη επιδημιολόγος, οι περιοχές που είναι πιο ευάλωτες στην κλιματική αλλαγή, τείνουν να είναι και εκείνες με τη χαμηλότερη υγειονομική κάλυψη.

Παράλληλα ωστόσο, και οι αναπτυγμένες χώρες με καθολική υγειονομική περίθαλψη θα αντιμετωπίσουν δυσκολίες λόγω της κλιματικής αλλαγής, επεσήμανε. Για τον λόγο αυτό, θα χρειαστεί να γίνουν σημαντικές επενδύσεις για να καταστούν τα συστήματα αυτά ανθεκτικά στο κλίμα. Ειδικότερα, είναι απαραίτητη η ενίσχυση της κτιριολογικής υποδομής των κλινικών, ώστε να είναι λιγότερο ευάλωτες στις πλημμύρες. Επίσης, απαραίτητη είναι η εξασφάλιση αξιόπιστης εφεδρικής ηλεκτρικής ισχύος για τα νοσοκομεία, καθώς και η ανάπτυξη σχεδίων έκτακτης ανάγκης ώστε η υγειονομική περίθαλψη να μη διακόπτεται από ακραίες καιρικές συνθήκες.

Δεν αρκεί μόνο η θωράκιση των νοσοκομείων απέναντι στην αλλαγή του κλίματος, σημείωσε η κ. Γουίλιας, αλλά θα πρέπει οι εθνικές κυβερνήσεις να διασφαλίσουν ότι και τα συστήματα υγείας τους είναι σε θέση να ανταποκριθούν. Για να επιτευχθεί δε, αυτό, το υπουργείο Υγείας κάθε χώρας πρέπει να αναπτύξει ένα ολοκληρωμένο Εθνικό Σχέδιο Προσαρμογής για την Υγεία, βασισμένο στις λεπτομερείς οδηγίες που έδωσε σχετικά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.

Τέλος, η κυρία Γουίλιαμς τόνισε ότι πρέπει να αλλάξουμε τη συλλογική μας νοοτροπία σχετικά με το τι σημαίνει αντιμετώπιση κρίσεων. «Η εξελικτική μας πορεία ως ανθρώπων, βασίζεται στη βραχυπρόθεσμη προοπτική και, ως εκ τούτου, έχουμε σχεδιάσει τα συστήματά μας ώστε να είναι αντιδραστικά, όχι προνοητικά» είπε. Αυτό φάνηκε από την αργή και ανεπαρκή αντίδραση μας στην πανδημία, πρόσθεσε.

«Η COVID-19 μάς ανάγκασε όλους να σκεφτόμαστε σε παγκόσμια κλίμακα αναφορικά με τις αναδυόμενες προκλήσεις στον τομέα της υγείας. Και τώρα πρέπει να δράσουμε σε τοπικό επίπεδο, για να χτίσουμε την ανθεκτικότητα και να σχεδιάσουμε παρεμβάσεις που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες συγκεκριμένων πληθυσμών, ώστε να μη μείνει κανείς εκτός. Το 2021 μπορεί να είναι και πρέπει να είναι ένα σημείο καμπής. Το λέω αυτό, όχι μόνο ως στέλεχος που υπηρετεί τη δημόσια υγεία, αλλά και ως πολίτης αυτού του πλανήτη: Ο χρόνος μας τελειώνει» κατέληξε.