H πιστή εφαρμογή των μέτρων δημόσιας υγείας αναδεικνύεται τώρα ως ακόμη ισχυρότερο μέσο προστασίας μας, καθώς επιτρέπει τη μερική ανοσοποίησή μας, απέναντι στον πανδημικό ιό. Κάτι σαν ένα είδος ελλιπούς εμβολιασμού, που θα μας επιτρέψει - αν κολλήσουμε - να περάσουμε την ασθένεια πιο ελαφρά.
Η διαπίστωση επισημαίνεται από το επιστημονικό επιτελείο του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας. Οι ειδικοί εξηγούν πως καθώς τα μέτρα δεν μας προστατεύουν απόλυτα από την επαφή μας από τον ιό, αυτό το μικρό περιθώριο που μένει, είναι τόσο μικρό που δεν θα μας οδηγήσει απαραίτητα σε νόσο. Αλλά ακόμη κι αν αυτό συμβεί, το φορτίο του ιού θα είναι τόσο μικρό, που αναπόφευκτα, θα περάσουμε την COVID - 19 με τις λιγότερες δυνατές επιπτώσεις.
Πώς μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο; Ο ομ. καθηγητής Παιδιατρικής Δημήτρης Καφετζής μας εξηγεί τον μηχανισμό, λέγοντας πως έχει σημασία η ποσότητα του ιού με τον οποίο προσβαλλόμαστε κάθε φορά, και αυτό αφορά το σύνολο των ιώσεων που μπορούν να κολλήσουν έναν άνθρωπο.
Χαμηλό φορτίο του ιού
"Έχει διαφορά στην ταχύτητα με την οποία εξελίσσεται η νόσος στον ανθρώπινο οργανισμό αν έχουν προσβληθεί 100.000 κύτταρα, αντί για 10 εκατομμύρια κύτταρα", επισημαίνει ο καθηγητής, σημειώνοντας όμως ότι "Βασική προϋπόθεση είναι να λειτουργεί σωστά το ανοσοποιητικό σύστημα αυτού που προσβάλλεται".
Στην περίπτωση που το φορτίο του ιού είναι χαμηλό - οπότε προσβάλλονται λίγα κύτταρα - τότε το ανοσοποιητικό σύστημα προλαβαίνει να παράγει τα αντισώματα που θα εξουδετερώσουν τον ιό.
Έτσι, όσο κυκλοφορούμε -τηρώντας τα μέτρα της μάσκας και των αποστάσεων- οι μικρές ποσότητες ιού που μπορεί να συναντήσουμε δεν θα είναι ικανές να μας κάνουν να νοσήσουμε, όμως ταυτόχρονα θα προετοιμάσουν το ανοσοποιητικό μας να αντιμετωπίσει τον ιό ευκολότερα, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε ηπιότερη νόσηση.
Πάντως, ο καθηγητής υπογράμμισε ότι δεν έχει υπάρξει ακόμη σχετική μελέτη, αν και την αντίδραση αυτή του οργανισμού, τη γνωρίζουμε για όλες τις προϋπάρχουσες ιογενείς λοιμώξεις.
Χρειάζεται ισχυρό ανοσοποιητικό
Επεσήμανε όμως ότι "όσο μικρό κι αν είναι το ιικό φορτίο, αν το άτομο δεν είναι καλά ανοσοποιημένο, τότε ο ιός μπορεί να προκαλέσει νόσο", υπογραμμίζει ο καθηγητής.
Το ενθαρρυντικό όμως εδώ, είναι ότι ανοσοποίηση μπορούμε να πετύχουμε ακόμη κι αν είχαμε στο παρελθόν προσβληθεί από τους άλλους κορονοϊούς που κυκλοφορούν στη φύση και προκαλούν το κοινό κρυολόγημα.
Μηδενικές πιθανότητες ασθένειας
Ένθερμος υποστηρικτής των μέτρων δημόσιας υγείας, ο κ. Καφετζής τόνισε ότι, "με απόσταση πάνω από 1,5 μέτρο και με μάσκα από όλους, η πιθανότητα να νοσήσει κανείς είναι σχεδόν μηδενική από τα σταγονίδια. Και βέβαια με την υγιεινή των χεριών με πλύσιμο με σαπούνι και νερό ή με τα αντισηπτικά διαλύματα, προλαβαίνει κανείς τη μόλυνση εξ' επαφής".
Όταν οι ιοί διασταυρώνονται
Η διασταυρούμενη ανοσία που προκαλούν οι απλοί κορωνοϊοί, επιβεβαιώνεται και από πρόσφατη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό mBio, από το Πανεπιστήμιο του Ρότσεστερ. Η μελέτη επισημαίνει την μερική προστασία που μας παρέχουν προηγούμενα κρυολογήματα, αλλά και ότι η COVID - 19 ενεργοποιεί τα Β κύτταρα του ανοσοποιητικού, τα οποία ζουν πολλά χρόνια και μπορούν να εντοπίσουν παθογόνους οργανισμούς, να δημιουργήσουν αντισώματα και να τους σκοτώσουν και να τους θυμούνται ακόμη και για αρκετές δεκαετίες.
Και έτσι, αν εμφανιστεί παρόμοιος παθογόνος μικροοργανισμός, τα Β κύτταρα ενεργοποιούνται άμεσα, για να εκκαθαρίσουν την μόλυνση πριν κάν ξεκινήσει η ασθένεια.
Στην περίπτωση του SARS - COV - 2, οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι τα Β κύτταρα ενεργοποιήθηκαν σε ασθενείς που πέρασαν τη νόσο ελαφρά ή μέτρια. Αντίστοιχα, ελέγχθηκαν και παλαιότερα δείγματα αίματος 6-10 ετών, από υγιείς εθελοντές που είχαν εκτεθεί στους απλούς κορονοϊούς του κρυολογήματος. Οι επιστήμονες μελέτησαν τα επίπεδα των Β κυττάρων και αντισωμάτων που στοχεύουν την πρωτεΐνη ακίδα που υπάρχει σε όλους τους κορονοϊούς. Διαπίστωσαν ότι η πρωτεΐνη ακίδα δεν έχει διαφορά μεταξύ των βήτα κορονοϊών, κατηγορία στην οποία εντάσσονται δύο κορονοϊοί του απλού κρυολογήματος, αλλά και οι SARS, MERS και SARS-COV-2. Και έναντι αυτής της πρωτεΐνης, επιτίθενται τα Β κύτταρα και τα αντισώματα του οργανισμού.
Τώρα το επόμενο βήμα της ερευνητικής ομάδας είναι να διαπιστώσει το ποσοστό της προστασίας που παρέχει η διασταυρούμενη ανοσία και πώς επηρεάζει την έκβαση της ασθένειας.