Ο κύβος ερρίφθη. Μπροστά στον κίνδυνο να μείνει πίσω στις τεχνολογικές και κατά συνέπεια οικονομικές και γεωπολιτικές εξελίξεις, η Ευρώπη φέρεται αποφασισμένη να κινητοποιήσει σημαντικά κεφάλαια για να ενισχύσει τη βιομηχανία ημιαγωγών, τα γνωστά σε όλους «τσιπάκια». Η Κομισιόν παρουσίασε σήμερα τον Ευρωπαϊκό Νόμο για τους Επεξεργαστές (European Chips Act) με στόχο να χαλαρώσει τους κανόνες χρηματοδότησης για καινοτόμες μονάδες ημιαγωγών. Οι συνολικές επενδύσεις υπολογίζεται ότι θα ανέλθουν στα 45 δισ. ευρώ.
Η πρόταση της Κομισιόν έρχεται καθώς η παγκόσμια έλλειψη σε chips και η αναταραχή στις εφοδιαστικές αλυσίδες έχουν δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στην αυτοκινητοβιομηχανία για τους κατασκευαστές αυτοκινήτων, στους παρόχους τηλεπικοινωνιακούς υπηρεσιών και σε πληθώρα τομέων που βασίζονται σε τεχνολογίες αιχμής.
Σύμφωνα με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκός Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η European Chips Act θα επιτρέψει την κινητοποίηση 15 δισεκατομμυρίων ευρώ σε πρόσθετες δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις έως το 2030, ενώ έχουν ήδη προβλεφθεί 30 δισεκατομμύρια ευρώ δημοσίων επενδύσεων μέσω των προγραμμάτων NextGenerationEU, Horizon Europe και των εθνικών προϋπολογισμών.
Αναλυτές εκτιμούν ότι η κίνηση της ΕΕ έρχεται στον απόηχο του αντίστοιχου αμερικανικού νόμου που προβλέπει 52 δισ. δολάρια για την αναζωογόνηση της βιομηχανίας ημιαγωγών, αλλά και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας απέναντι στην Κίνα.
Ο Φον ντερ Λάιεν ανέφερε ότι το μπλοκ θα χαλαρώσει τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων - οι οποίοι στοχεύουν στην αποτροπή παράνομων επιδοτήσεων που χορηγούνται από χώρες της ΕΕ σε εταιρείες - προκειμένου να ενισχυθούν εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε καινοτόμες τεχνολογίας chips. «Προσαρμόζουμε τους κανόνες μας για κρατικές ενισχύσεις, υπό αυστηρούς όρους. Αυτό θα επιτρέψει - για πρώτη φορά - τη δημόσια υποστήριξη για καινοτόμες ευρωπαϊκές εγκαταστάσεις παραγωγής, που ωφελούν όλη την Ευρώπη».
Σε αυτά τα εργοστάσια μπορεί να επιτραπεί να λάβουν μεγαλύτερη κρατική χρηματοδότηση, δήλωσε η επικεφαλής της ΕΕ για την ψηφιακή τεχνολογία, Μαργκρέτ Βεστάγκερr, καθώς το μπλοκ επιδιώκει να διπλασιάσει το μερίδιο της παγκόσμιας αγοράς στο 20% το 2030. «Τέτοιες εγκαταστάσεις, δεν θα υπάαρξουν στην Ευρώπη αν δεν κάνουμε κάτι», ανέφερε σε συνέντευξη Τύπου.
Ερωτηθείς εάν η Επιτροπή κάμπτει τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις, απάντησε ότι η έγκριση χρηματοδότησης θα βασίζεται σε μια σπάνια χρησιμοποιούμενη διάταξη της συνθήκης της ΕΕ και ότι η βοήθεια πρέπει να είναι αναλογική, να έχει πανευρωπαϊκό αντίκτυπο και να μην υπερβαίνει την απαραίτητη.
H παγκόσμια αγορά chips ξεπέρασε το μισό τρισ. το 2021, σημειώνοντας εκρηκτική ανάπτυξη 25,6% σε ετήσια βάση ενώ αναλυτές εκτιμούν ότι έως το 2030 μπορεί να αναρριχηθεί στο ένα τρισεκατομμύριο δολάρια. Σε αυτή την αγορά, αυτή τη στιγμή οι πρωταγωνιστές δεν έχουν ευρωπαϊκή «καταγωγή». Τεχνολογικοί κολοσσοί από Κίνα, ΗΠΑ, Νότια Κορέα και Ταϊβάν κατασκευάζουν τα «τσιπάκια» που τρέχουν τον κόσμο μας.
Αν, όμως, αυτό είναι το δύσκολο παρόν, το μέλλον προβλέπεται ακόμα πιο σκληρό για την Ευρώπη. Οι ημιαγωγοί αποτελούν την καρδιά συσκευών που χρησιμοποιούνται ευρέως, όπως smartphones, tablets, υπολογιστές και data centers αλλά η χρήση τους δεν περιορίζεται πλέον μόνο εκεί. H τρικυμία που προκάλεσε η πανδημία στις εφοδιαστικές αλυσίδες και η έλλειψη chips ανάγκασε αυτοκινητοβιομηχανίες να «φρενάρουν» την παραγωγή, δεδομένου ότι κάθε σύγχρονο αυτοκίνητο έχει δεκάδες ψηφιακούς επεξεργαστές.
Το ίδιο ισχύει για ιατρικά μηχανήματα, εργοστασιακές μηχανές, κρίσιμες υποδομές όπως τηλεπικοινωνίες, ενέργεια, άμυνα κ.ο.κ.
Η εξάρτηση από τους ημιαγωγούς θα επιταχυνθεί τα επόμενα χρόνια καθώς η διεύρυνση εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης, τα «έξυπνα εργοστάσια» που φέρνει το Industry 4.0 και δεκάδες άλλες δραστηριότητες απλά δεν μπορούν να υλοποιηθούν, χωρίς επάρκεια σε chips. Μόνο για το πεδίο της τεχνητής νοημοσύνης εκτιμάται ότι το 2025 τα έσοδα από ημιαγωγού θα φτάσουν τα 65 δισεκατομμύρια δολάρια. Κατά συνέπεια η ηλεκτρονική απεξάρτηση της Ευρώπης δεν είναι απλά τεχνολογικό ζήτημα, αλλά περισσότερο γεωπολιτικό. Γι' αυτό και η μεταστροφή της ΕΕ από «ηλεκτρονικό καταναλωτή» σε «ηλεκτρονικό κατασκευαστή» έχει αναδυθεί με τέτοια ένταση.