Έκκληση προς τους εκπαιδευτικούς να εμβολιαστούν απηύθυνε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας στο διεθνές συνέδριο με θέμα «Οι συνέπειες της Covid-19 στην Ψυχική Υγεία και στα συστήματα παροχής υπηρεσιών υγείας», που συνδιοργανώνουν το υπουργείο Υγείας και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και πραγματοποιείται στο Καβούρι.
Όπως τόνισε, η καλύτερη πολιτική για την αντιμετώπιση του ζητήματος της ψυχικής υγείας των παιδιών και των εφήβων, εν μέσω πανδημίας, είναι να επιστρέψουν τα παιδιά στα σχολεία και γι'αυτό τον λόγο, όπως υπογράμμισε, ο εμβολιασμός των εκπαιδευτικών είναι τόσο σημαντικός.
« Αν ένας εκπαιδευτικός στο δημοτικό σχολείο νοσήσει, τότε είναι πολύ δύσκολο να αντικατασταθεί. Σε αυτή την περίπτωση, το σχολείο ή ένα τμήμα του ίσως χρειαστεί να κλείσει για μια εβδομάδα ή για δύο εβδομάδες. Για το λόγο αυτό, από αυτό το βήμα, καλώ όλο το εκπαιδευτικό προσωπικό, δασκάλους και καθηγητές. Σας παρακαλώ: Εμβολιαστείτε! Για να είμαστε και εμείς σε θέση να ξανανοίξουμε τα σχολεία μας με ασφάλεια και με τα λιγότερα δυνατά προβλήματα τον Σεπτέμβριο» ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός.
«Είναι καθήκον μου να βρίσκομαι ανάμεσά σας γιατί αυτή η εκδήλωση θα καταλήξει σε σημαντικά συμπεράσματα, από τα οποία θα ωφεληθούν όλες οι χώρες ενόψει μίας σοβαρής απειλής που προϋπήρχε της πανδημίας και αναδείχθηκε κατά τη διάρκειά της», υπογράμμισε.
«Μιλάμε για βασικό συστατικό της υγείας. Προϋποθέτει δράσεις τώρα», σχολίασε, ενώ ανέφερε πως κατά την περίοδο της πανδημίας ο σωματικός πόνος συνοδεύεται πολλές φορές από ψυχικό πόνο και εκδηλώνεται με πολλές μορφές.
«Τα lockdown έφεραν μαζί τους την κατάθλιψη σε μεγάλη κλίμακα, την οποία συχνά πυροδοτούσε η οικονομική ανασφάλεια, καθώς και τα τραγικά φαινόμενα της ενδοοικογενειακής βίας. Ταυτόχρονα, ακόμη και τα απαραίτητα μέτρα προστασίας με στόχο την αντιμετώπιση της πανδημίας απέκτησαν ένα διττό χαρακτήρα: δρούσαν ως ασπίδα για τους ενήλικες, αλλά και ως περιορισμοί για την ελευθερία των νέων», επισήμανε.
«Κοντά στον Γολγοθά αυτών των ασθενών υπάρχει ο θρήνος των συγγενών τους», πρόσθεσε ο πρωθυπουργός, σημειώνοντας ότι «αναμφίβολα η ψυχική υγεία είναι ζωτικής σημασίας και πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα για όλες τις κυβερνήσεις».
Σύμφωνα με τον κ. Μητσοτάκη, απαιτούνται δράσεις για την πρόληψη και τη θεραπεία και ένα πρώτο βήμα είναι να συζητάμε περισσότερο και πιο ανοικτά.
«Να μιλάμε ανοικτά για το στίγμα, το οποίο συχνά συνοδεύει την ψυχική ασθένεια», υπογράμμισε.
«Δεν θα αναφερθώ εκτενώς στις πολλές πρωτοβουλίες που ανέλαβε η Ελλάδα εν μέσω της πανδημίας. Ο υπουργός (Υγείας Βασίλης Κικίλιας) θα μιλήσει λεπτομερώς για τις εν λόγω πρωτοβουλίες. Αλλά θέλω να επισημάνω ορισμένες από αυτές που θεωρώ πως έχουν ιδιαίτερη σημασία», σημείωσε ο πρωθυπουργός και σχολίασε πως «ιδρύθηκαν νέες μονάδες Ψυχικής Υγείας. Τηλεφωνικές γραμμές υποστήριξης λειτουργούν ήδη σε όλη τη χώρα, ενώ η Μονάδα Τηλεψυχιατρικής λειτουργεί στη βάση ενός πολύ ενδιαφέροντος και συναρπαστικού πιλοτικού project στο Καστελόριζο. Σκοπός μας η λειτουργία παρόμοιων κέντρων σε άλλα απομακρυσμένα νησιά και γεωγραφικά απομακρυσμένες περιοχές».
«Θα μας παρότρυνα να μην υποτιμούμε τις κοινωνιολογικές συνέπειες του φόβου και της πνευματικής αναστάτωσης που έσπειρε ο COVID-19 ανάμεσά μας. Αυτή η «αόρατη» φύση του άγνωστου και -όπως συνεχίζουμε να βιώνουμε- μια απειλή εντελώς απρόβλεπτη, μεταλλασσόμενη, η οποία αλλάζει συνεχώς. Και πώς αυτό, με τη σειρά του, άνοιξε το δρόμο για θεωρίες συνωμοσίας και θολά σενάρια, έξω από τη σφαίρα της λογικής και της επιστήμης, ανέφερε ο Κυρ. Μητσοτάκης και πρόσθεσε:
«Είναι κάτι που έχει διαπεράσει και δυστυχώς εξακολουθεί να διαπερνά όλες τις κοινωνίες. Και αποτελεί απειλή για τη σημαντική συλλογική δράση, για τους δεσμούς εμπιστοσύνης που είναι απαραίτητοι για την εύρυθμη λειτουργία κάθε κοινωνίας και σε βαθύτερο επίπεδο αποτελεί απειλή για την ίδια τη Δημοκρατία».
«Η εμπιστοσύνη είναι το πιο σημαντικό συστατικό που συμβάλλει στην αύξηση της συμμετοχής στην εμβολιαστική διαδικασία. Αυτό δεν θα μας βοηθήσει μόνο να αντιμετωπίσουμε τον COVID-19, αλλά και τον φόβο που προκαλεί, καθώς και τις οδυνηρές συνέπειές του. Αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους που η κυβέρνηση, στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης «Ελλάδα 2.0», έχει διαθέσει σημαντικότατους πόρους ειδικά για την ψυχική υγεία. Και, προφανώς, όχι τυχαία - και ενώ εξελίσσεται η πανδημία - η κυβέρνηση επέλεξε να αναθέσει το ζήτημα της ψυχικής υγείας σε έναν αποκλειστικά αρμόδιο υφυπουργό», σημείωσε.
«Η ενσυναίσθηση, σε συνδυασμό με την ουσιαστική υποστήριξη, είναι κοινό καθήκον των κυβερνήσεων και των πολιτών απέναντι σε μια κοινή πρόκληση. Πρέπει όλοι να το σταθούμε στο ύψος αυτής της πρόκλησης», κατέληξε ο πρωθυπουργός.