Ο πρόεδρος της Κολομβίας Χουάν Μανουέλ Σάντος ενέτεινε την πίεση που ασκεί στους αντάρτες της οργάνωσης Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας (FARC) να τηρήσουν τη δέσμευση να υπογραφεί οριστική συμφωνία ειρήνης ως την 23η Μαρτίου, η οποία θα σημάνει τον τερματισμό μιας ένοπλης σύρραξης που διαρκεί πάνω από μισό αιώνα.
«Ο χρόνος πιέζει για την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων. Η ημερομηνία της 23ης Μαρτίου, στην οποία είχαν συμφωνήσει ο πρόεδρος της δημοκρατίας και η διοίκηση των FARC, απέχει λιγότερες από πέντε εβδομάδες», διεμήνυσε χθες ο Σάντος από την Γκουαχίρα της βόρειας Κολομβίας, επικρίνοντας παράλληλα μια επίσκεψη χωρίς την άδεια των αρχών που έκαναν αξιωματικοί των ανταρτών μία ημέρα νωρίτερα, κάνοντας λόγο περί μιας απόπειρας «προσηλυτισμού».
Ο δεύτερος τη τάξει των FARC, ο Ιβάν Μάρκες, και άλλοι αντιπρόσωποι των ανταρτών στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις της Αβάνας, εμφανίστηκαν φρουρούμενοι από εκατοντάδες ένστολους, οπλισμένους αντάρτες, κατά τη διάρκεια μιας δημόσιας εκδήλωσης σε χωριό στην περιοχή.
«Αυτό που συνέβη χθες εδώ στη Γκουαχίρα είναι απαράδεκτο και αντίκειται σε αυτό που επιδιώκουμε με την ειρηνευτική διαδικασία: την οριστική ρήξη των σχέσεων ανάμεσα στα όπλα και στην πολιτική», υπογράμμισε ο πρόεδρος Σάντος.
«Αυτό που έγινε χθες δεν θα επαναληφθεί. Δεν θα το επιτρέψω, με κανένα πρόσχημα και υπό οποιαδήποτε συνθήκη!», πρόσθεσε, καταγγέλλοντας ένα «δεινό πλήγμα για την εμπιστοσύνη στις διαπραγματεύσεις».
«Θέλω να είναι ξεκάθαρο: Δεν θα επιτρέψω (στους αντάρτες) να κάνουν πολιτική με τα όπλα στα χέρια», πρόσθεσε ο Κολομβιανός πρόεδρος.
Ο Σάντος διέταξε την Πέμπτη να ανασταλούν οι επισκέψεις διαπραγματευτών των FARC σε στρατόπεδα ανταρτών στην Κολομβία, που είχαν εγκριθεί πέρυσι ώστε να τους δοθεί η δυνατότητα να δώσουν εξηγήσεις για τις εξελισσόμενες ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις.
Η ηγεσία των FARC αντέδρασε καλώντας την κολομβιάνικη κυβέρνηση να συναινέσει στη «διευθέτηση με συντονισμένο τρόπο» της «αδικαιολόγητης πολεμικής» που προκάλεσε η παρουσία αντιπροσωπείας της οργάνωσης στο κολομβιάνικο έδαφος, που οδήγησε στην αναστολή των επισκέψεων.
Σε «αυτή την περίοδο κατά την οποία η πιθανότητα υπογραφής μιας οριστικής συμφωνίας ειρήνης γίνεται πιο ισχυρή», είναι πρέπον «να διευθετείται με συντονισμένο τρόπο κάθε εμπόδιο που μπορεί να παρουσιαστεί», υποστήριξε η ηγεσία των ανταρτών σε ανακοίνωσή της η οποία αναρτήθηκε στον ιστότοπό της.
Η κυβέρνηση και οι FARC — μια οργάνωση που ιδρύθηκε το 1964, κατόπιν ενός ξεσηκωμού των αγροτών, και σήμερα διαθέτει, σύμφωνα με τις αρχές, περίπου 7.000 μαχητές— διεξάγουν από τον Νοέμβριο του 2012 ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις στην Αβάνα της Κούβας.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο, ο Σάντος και ο ηγέτης των FARC, ο Τιμολέον Χιμένες ή «Τιμοσένκο», είχαν δεσμευθεί να υπογραφεί η οριστική συμφωνία ειρήνης ως την 23η Μαρτίου. Η συμφωνία προβλέπει τον αφοπλισμό των ανταρτών μέσα σε 60 ημέρες από την υπογραφή της.
Παράλληλα, η κυβέρνηση του Σάντος άρχισε τον Ιανουάριο του 2014 έναν προπαρασκευαστικό διάλογο με σκοπό την έναρξη διαπραγματεύσεων με τον Στρατό Εθνικής Απελευθέρωσης (ELN), τη δεύτερη ισχυρότερη αντάρτικη οργάνωση της Κολομβίας, που διαθέτει κατά την Μπογοτά περίπου 1.500 μαχητές. Αλλά οι εμπιστευτικές αυτές συνομιλίες μοιάζουν να έχουν παγώσει εδώ και μήνες.
Στην περίπλοκη ένοπλη σύρραξη στην Κολομβία, που διαρκεί δεκαετίες, ενεπλάκησαν αντάρτες της αριστεράς, ακροδεξιές παραστρατιωτικές οργανώσεις, ο στρατός και οι υπηρεσίες ασφαλείας, αλλά και λαθρέμποροι ναρκωτικών. Ο πόλεμος έχει στοιχίσει τη ζωή τουλάχιστον 220.000 ανθρώπων, δεκάδες χιλιάδες άλλοι θεωρούνται «αγνοούμενοι», ενώ έξι εκατομμύρια πολίτες έχουν εκτοπιστεί, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ – ΜΠΕ