Ποτέ μου δεν κατάλαβα γιατί οι Έλληνες αγνοούμε τις καλές πρακτικές των άλλων. Ζητήματα που κάπου αλλού έχουν λυθεί με επιτυχία πριν δεκάδες χρόνια, εμείς τα διαιωνίζουμε και τα ψειρίζουμε ξανά και ξανά, προσπαθώντας να ανακαλύψουμε τον τροχό από την αρχή. Ίσως να οφείλεται στο σχολείο που πηγαίναμε μικροί, όπου μαθαίναμε πως μόνο όσα έπραξαν οι Έλληνες τις τελευταίες πέντε χιλιετίες είναι τα καλά και τα σωστά...
Ας πιάσουμε τα σχολεία, λοιπόν. Πόσες «εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις» έχουν γίνει στην χώρα μας, από την μεταπολίτευση και μετά; Μπορεί και να ανέρχονται σε διψήφιο αριθμό! Και παρ’ όλα αυτά, κάθε νέα κυβέρνηση θεωρεί υποχρέωση της να «μεταρρυθμίσει» για μια ακόμη φορά το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Το οποίο, μην κοροϊδευόμαστε, έχει απαξιωθεί τόσο πολύ που μέρος του λαού θεωρεί κανονικότητα τις καταλήψεις στα σχολεία και την επίθεση στον πρύτανη της ΑΣΟΕΕ. Όμως, δίχως σπουδαία δημόσια εκπαίδευση η χώρα μέλλον δεν έχει.
Όποιος διερευνήσει την εκπαίδευση ανά τον κόσμο, γρήγορα θα καταλάβει πως σχεδόν δεν υπάρχουν δύο χώρες με τον ίδιο τρόπο λειτουργίας. Κάθε κυβέρνηση προσαρμόζει την παιδαγωγική της φιλοσοφία στις γεωπολιτικές και πολιτισμικές ιδιαιτερότητες του λαού που κυβερνά και ζητά από τους δασκάλους να προετοιμάσουν τα παιδιά με τρόπο που θεωρεί βέλτιστο για τον μελλοντικό κόσμο. Και συνήθως επιτρέπει «σε όλα τα λουλούδια να ανθίσουν», χωρίς το κεντρικό κράτος να έχει τον τελευταίο λόγο για κάθε λεπτομέρεια.
Το εντυπωσιακό για μένα είναι πως δεν θυμάμαι κάποιον Έλληνα υπουργό Παιδείας που προσπάθησε να καταλάβει τι κάνουν οι επιτυχημένες παιδαγωγικά χώρες, πως και γιατί το κάνουν και να εξετάσει αν θα μπορούσαμε να μάθουμε και εμείς κάτι από αυτό. Σε αντίθεση φυσικά με ότι κάνει ο σοβαρός ιδιωτικός τομέας.
Ολοι εμείς για παράδειγμα που δραστηριοποιούμαστε στον χώρο του Early Education, γνωρίζουμε πως μια από τις πιο ενδιαφέρουσες παιδαγωγικές φιλοσοφίες κρύβεται πίσω από το Te Whariki, το περίφημο και παγκοσμίως ζηλευτό πλαίσιο για την εκπαίδευση των πολύ μικρών παιδιών που ανέπτυξε η Νέα Ζηλανδία μετά το 1991.
«Ο στόχος πίσω από το Te Whariki είναι τα παιδιά να εξελιχθούν σε πολίτες με ικανότητες, εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και δίψα για μάθηση, υγιείς στο σώμα και στο πνεύμα, σίγουρους για την θέση τους στον κόσμο και με συνείδηση ότι πρέπει να συνεισφέρουν αξία σε αυτόν».
Θέλετε να μάθετε με ποιον τρόπο κατάφερε ένα τόσο μικρό κράτος (4,8 εκατομμύρια πληθυσμό) να φτιάξει ένα εξελιγμένο & διάσημο εκπαιδευτικό σύστημα; Διαβάστε τι λέει η Wendy Lee, εκ των βασικών διαμορφωτών του Te Whariki:
«Το εκπαιδευτικό αυτό πλαίσιο οργανώθηκε ώστε να διασφαλίσει έναν αποτελεσματικό διάλογο ανάμεσα σε όλους τους εμπλεκόμενους με την προσχολική εκπαίδευση. Εκπρόσωποι από όλες τις ομάδες γονέων, κρατικούς οργανισμούς, πανεπιστήμια, ενώσεις παιδαγωγών, ιδιωτικά σχολεία, όλοι μαζί κάθισαν για πολύ καιρό γύρω από το ίδιο τραπέζι και μελέτησαν όλες τις ιδέες και προτάσεις που υποβλήθηκαν….
…Μέσα από αυτή την μεγάλη ομάδα προέκυψε μια μικρότερη, δεκαπενταμελής, απαρτιζόμενη από εκπαιδευτικούς και ανθρώπους γενικής εκτίμησης στην χώρα, που ανέλαβε την ευθύνη να συντάξει την τελική μορφή του εκπαιδευτικού προγράμματος συνθέτοντας όλες τις διαφορετικές ανάγκες και απόψεις. Έξι επιπλέον συμβουλευτικές ομάδες εργασίας σχηματίστηκαν από ανθρώπους που εκπροσωπούσαν επιμέρους πληθυσμιακές ομάδες με τις δικές τους ειδικές ανάγκες (Μαορί, ΑΜΕΑ, αυτοί που μιλούν την γλώσσα του Ειρηνικού κλπ)…»
Όλη αυτή η διαδικασία συνεργασίας και διαλόγου “από τα κάτω” κράτησε 5 ολόκληρα χρόνια - από το 1991 έως το 1996 όταν και δημοσιεύθηκε η πρώτη έκδοση του Te Whariki. Από τότε και έως σήμερα, το Te Whariki γράφεται και ξαναγράφεται τελώντας υπό διαρκή αναθεώρηση μέσα από τις ίδιες δημοκρατικές διαδικασίες – οι οποίες ξεκινούν ΠΑΝΤΟΤΕ από τους ίδιους τους δασκάλους. Τους ανθρώπους δηλαδή που το εφαρμόζουν καθημερινά και όχι από τον Υπουργό Παιδείας (που στον επόμενο ανασχηματισμό μπορεί να γίνει υπουργός Γεωργίας) ή από μια αποστειρωμένη ομάδα ακαδημαϊκών που μπορεί να έχουν και τριάντα χρόνια να μπουν σε τάξη με παιδιά (ή να βγουν από την χώρα).
Ίσως για τον λόγο αυτό γράφει ο μεγάλος παιδαγωγός της εποχής μας από το Seattle και καλός μου φίλος Tom Hobson, ότι: «όταν πήγα πρώτη φορά το 2013 στο Ωκλαντ να μιλήσω στους Νεοζηλανδούς εκπαιδευτικούς, τους έβλεπα να έρχονται πολύ υπερήφανα, να μου δείχνουν με καμάρι το Te Whariki και να μου εξηγούν πόσο εφικτά είναι όλα αυτά τα οποία πήγα να τους πω…»
Το βλέπουμε το λάθος;
* Ο κ.Γιάννης Γιαννούδης είναι συνιδρυτής & διευθυντής του σχολείου για πολύ μικρά παιδιά Dorothy Snot preschool & kindergarten.