"Ανεξαρτήτως του τι λέει η κυβέρνηση σήμερα μέσω διαρροών θα πρέπει να υπάρξει μία επίσημη ενημέρωση", δήλωσε ο τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας της ΝΔ, βουλευτής Τρικάλων Κωνσταντίνος Σκρέκας στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ-ΜΠΕ για τις εξελίξεις στην διαπραγμάτευση με την ΠΓΔΜ.
"Η ΝΔ πάντα είναι ένα κόμμα ευθύνης και πάντα βάζει το εθνικό συμφέρον πάνω από το κομματικό συμφέρον κι το αποδεικνύει και θα το αποδείξει και πάλι", τόνισε ο κ. Σκρέκας και εξήγησε: "Στο θέμα το Σκοπιανό άκουσα τον ίδιο τον κ. Ζάεφ να λέει στους συμπατριώτες του ότι έχει διασφαλίσει μέσα από τη διαπραγμάτευση που κάνει τη μακεδονική γλώσσα και τη μακεδονική ταυτότητα. Αυτά έλεγε ο κ. Ζάεφ πριν από λίγες ημέρες. Ο κ. Τσίπρας έχει παραδώσει τα όπλα της Ελλάδας, που είναι η αναμονή για ένταξη των Σκοπίων σε ΝΑΤΟ και ΟΗΕ; Γιατί ο κ. Ζάεφ είπε ότι έχει συμφωνήσει, ότι ο κ. Τσίπρας, η ελληνική πλευρά, θα στείλει επιστολή προς ΝΑΤΟ και ΟΗΕ, για να γίνουν δεκτά τα Σκόπια. Έχει παραδώσει αυτά τα όπλα; Έχει εγκαταλείψει ο κ. Τσίπρας τις πάγιες εθνικές θέσεις, που λένε ότι πρώτα θα πρέπει να απαλειφθούν από το Σύνταγμα των Σκοπίων τα αλυτρωτικά σύμβολα και όλες οι αλυτρωτικές προσδοκίες και θα πρέπει επίσης μία ονομασία που θα είναι κοινά αποδεκτή να χρησιμοποιείται και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό των Σκοπίων; Αυτά θα πρέπει να απαντήσει ο κ. Τσίπρας για να μπορέσει μετά και η ΝΔ να εκφράσει την άποψή της. Εμείς δεν μπορούμε να εκφράσουμε άποψη και δεν μπορούμε να λάβουμε θέση για μία συμφωνία, την οποία δεν γνωρίζουμε".
Σε ό,τι αφορά τα συλλαλητήρια σημείωσε πως "θα μπορούσαν να είναι ένα όπλο διαπραγματευτικό στα χέρια της ελληνικής κυβέρνησης και Πολιτείας", παρατηρώντας ότι "αντίθετα στα προηγούμενα συλλαλητήρια πάρα πολλοί κυβερνητικοί παράγοντες και κυβερνητικά στελέχη έσπευσαν να τα επικρίνουν και να τα κατατάξουν ως ακροδεξιά και αυτό το λάθος δεν πρέπει να ξαναγίνει".
Αναφερόμενος στη ΔΕΗ, ο τομεάρχης της ΝΔ είπε πως "είναι ήδη σε πολύ δύσκολη κατάσταση", σημειώνοντας πως όταν ανέλαβε η κυβέρνηση "είχε χρηματιστηριακή αξία 2,5 δισ. ευρώ και τώρα που μιλάμε μέσα σε τρία χρόνια έχει χρηματιστηριακή αξία λιγότερο από 400 εκατ. ευρώ., δηλαδή έχει χάσει το 80% της αποτίμησής της στο Χρηματιστήριο Αθηνών και αυτό δείχνει ότι οι επενδυτές, αυτοί οι άνθρωποι οι οποίοι μελετάνε τα οικονομικά στοιχεία της εταιρείας, τα βλέπουν ότι είναι ζοφερά, παρατηρούν ότι τα πράγματα δεν πάνε καθόλου καλά κι αν συνεχιστεί αυτή η καταστροφική διαχείριση της εταιρείας από την κυβέρνηση πολύ φοβάμαι ότι οι διακοπές ρεύματος και τα μπλακάουτ δεν είναι πολύ μακριά".
"Στη ΝΔ θα κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας, για να εξασφαλίσουμε τη βιώσιμη λειτουργία αυτής της εταιρείας, να εξασφαλίσουμε τις θέσεις των εργαζομένων, το περιβάλλον εργασίας, το οποίο τους βελτιώνει και τους αναπτύσσει και θα εξασφαλίσουμε την ηλεκτρική ενέργεια σε χαμηλές και ανταγωνιστικές τιμές, έτσι ώστε να μπορέσει η ελληνική οικονομία να αναπτυχθεί", πρόσθεσε.
Ερωτηθείς σχετικά με το νομοθετικό πλαίσιο για τους δασικούς χάρτες, ο τομεάρχης της ΝΔ διευκρίνισε: "Υπάρχουν τεράστια προβλήματα, τα οποία προκύπτουν από τον τρόπο με τον οποίο προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν έναν υπαρκτό πρόβλημα, το οποίο υπήρχε δεκαετίες. Υπάρχουν εκατομμύρια στρέμματα στη χώρα, τα οποία πριν από το 1975, τις εποχές του ''50-''60 τότε που υπήρχε ανάγκη να αυξηθεί ο πρωτογενής τομέας [...], τότε η Ελληνική Πολιτεία είχε προσπαθήσει να αυξήσει τις καλλιεργούμενες εκτάσεις κι αυτό είχε γίνει και πολλές φορές είχε γίνει δυστυχώς χωρίς να υπάρχουν και οι απαραίτητες διοικητικές άδειες. Ήλθε η κυβέρνηση σήμερα να προσπαθήσει να βάλει μία τάξη σε αυτό το θέμα -όταν επί δεκαετίες αυτά τα κτήματα έχουν κληρονομηθεί, έχουν πληρωθεί φόροι, έχουν πωληθεί, έχουν μεταβιβαστεί πολλές φορές σε επόμενους ιδιοκτήτες- αλλά δυστυχώς προκρίνοντας έναν φοροεισπρακτικό στόχο, με αποτέλεσμα σήμερα να κινδυνεύουν αυτές οι εκτάσεις να μην μπορούν να δηλωθούν καταρχήν στον ΟΠΕΚΕΠΕ και να μην μπορούν να πάρουν αγροτικές επιδοτήσεις οι αγρότες που τις καλλιεργούν και δεύτερον να κινδυνεύει η Ελλάδα με πρόστιμα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, γιατί ο τρόπος με τον οποίο επέλεξαν να λύσουν αυτό το πρόβλημα ίσως δημιουργεί πρόβλημα έμμεσων κρατικών ενισχύσεων και ήδη έχει ξεκινήσει αλληλογραφία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της ελληνικής Πολιτείας".