Για «ετεροβαρή συμφωνία η οποία εκθέτει την κυβέρνηση, αλλά κυρίως ζημιώνει τη χώρα», κάνει λόγο ο αντιπρόεδρος της ΝΔ Κωστής Χατζηδάκης, αναφορικά με τη συμφωνία του Eurogroup, σε συνέντευξή του στη «Νέα Σελίδα».
Ασκώντας κριτική στην κυβέρνηση και τη συμφωνία, αναφέρει ότι με την απόφαση αυτή «ούτε πιστοποιητικό βιωσιμότητα για το χρέος πήραμε - που το είχαμε το ''14 -, ούτε ποσοτική χαλάρωση, ούτε κάτι ουσιωδώς διαφορετικό για το χρέος, ούτε ορατή έξοδο στις αγορές». Προσθέτει ότι «η κυβέρνηση δέχτηκε, με κάποιες διακοσμητικές αλλαγές, την πρόταση που είχε απορρίψει στο προηγούμενο Eurogroup, στις 22 Μαΐου» και ότι γενικότερα «έβαλαν τρικλοποδιά στον εαυτό τους, όμως, δυστυχώς, και στη χώρα».
Στο ερώτημα αν έχει έρθει η ώρα το ζήτημα της ρύθμισης του χρέους να αντιμετωπιστεί εθνικά με τη συνεννόηση όλων των πολιτικών δυνάμεων, ο κ. Χατζηδάκης απαντά ότι «κάθε Έλληνας θέλει την καλύτερη δυνατή ρύθμιση για το χρέος»» και πως είναι επίσης αυτονόητο ότι οι δανειστές θα πρέπει να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους». Ωστόσο, κατηγορεί την κυβέρνηση ότι «έβαλε βούτυρο στο ψωμί» των δανειστών και ότι αδυνάτισε την διαπραγματευτική θέση της χώρας». «Έβαλε ψηλά τον πήχη για το χρέος, πανηγύρισε πρόωρες και τελικά πέρασε κάτω από τον πήχη», σχολιάζει.
«Προφανώς εμείς δεν είμαστε ΣΥΡΙΖΑ Νο2 για να υποσχεθούμε ότι θα καταργήσουμε το τέταρτο μνημόνιο με έναν νόμο και ένα άρθρο», απαντά στο ερώτημα με ποιον τρόπο θα μπορέσει η ΝΔ να αλλάξει τη συμφωνία. «Από την άλλη», υπογραμμίζει, «η συμφωνία δεν είναι γραμμένη σε πέτρα». Υποστηρίζει ότι μια κυβέρνηση μπορεί να τη βελτιώσει ή μπορεί και να την κάνει χειρότερη, για να τονίσει ότι «σε όλα αυτά η απάντηση της ΝΔ θα είναι ένα δικό της ελληνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και διαρθρωτικών αλλαγών, λ.χ. στη Δημόσια Διοίκηση, τη Δικαιοσύνη, την παιδεία κ.ο.κ., που θα βρίσκεται πέρα από το μνημόνιο». Προσθέτει ότι «αυτό το πρόγραμμα θα εφαρμόσουμε γρήγορα για να πείσουμε τους εταίρους μας ότι είμαστε σοβαροί και αποφασισμένοι να κάνουμε μεταρρυθμίσεις» και πως «αυτό θα βελτιώσει σημαντικά την αξιοπιστία της χώρας και τη διαπραγματευτική της θέση».
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ