Η Βουλή της Ισλανδίας απέρριψε σήμερα την πρόταση δυσπιστίας που υπέβαλε η αντιπολίτευση εναντίον της νέας κυβέρνησης, με την συντηρητική πλειοψηφία να παραμένει στην εξουσία παρά το σκάνδαλο των λεγόμενων «εγγράφων του Παναμά», που ώθησε τον πρωθυπουργό σε παραίτηση.
Δεν υπήρξε καμιά διαρροή ψήφου στις τάξεις της πλειοψηφίας και η πρόταση καταψηφίστηκε με 38 ψήφους έναντι 25 έπειτα από μακροσκελή συζήτηση στη Βουλή, όπως διαπίστωσε ένας δημοσιογράφος του Γαλλικού Πρακτορείου.
Μια δεύτερη πρόταση, η οποία καλούσε να υπάρξει άμεση διάλυση της Βουλής και προκήρυξη εκλογών για τον Μάιο ή τον Ιούνιο, επίσης απορρίφθηκε με 37 ψήφους έναντι 26. Η ισλανδική Βουλή έχει συνολικά 63 έδρες.
Νωρίτερα σήμερα, περίπου 2.000 Ισλανδοί διαδήλωσαν για πέμπτη συνεχή μέρα έξω από το κοινοβούλιο, χτυπώντας κατσαρόλες και φωνάζοντας συνθήματα υπέρ της άμεσης προκήρυξης εκλογών.
Δεν υπήρχε πάντως καμιά αμφιβολία για την έκβαση των δύο ψηφοφοριών μετά την απόφαση της πλειοψηφίας, την Τετάρτη, να μείνει στην εξουσία έως ότου διεξαχθούν εκλογές το φθινόπωρο.
Ο Σίγκμουντουρ Ντάβιντ Γκούνλογκσον έγινε ο πρώτος ηγέτης σε διεθνές επίπεδο που έπεσε θύμα του σκανδάλου των «εγγράφων του Παναμά», καθώς αυτά αποκάλυψαν πως του ανήκε εξ ημισείας μια εταιρεία που διαχειριζόταν την περιουσία της πλούσιας συζύγου του με έδρα τις βρετανικές Παρθένες Νήσους. Ο Γκούνλογκσον παραχώρησε τη θέση του στον Σίγκουρντουρ Ίνκι Γιόχανσον, ο οποίος ανέλαβε να εγγυηθεί την πολιτική μετάβαση.
Σχεδόν όλοι οι υπουργοί της προηγούμενης κυβέρνησης παρέμειναν στις θέσεις τους. Διορίστηκε απλώς μια νέα υπουργός Εξωτερικών.
Η αλλαγή του πρωθυπουργού κάθε άλλο παρά ικανοποίησε τους Ισλανδούς εκλογείς, που πέραν του ότι δεν εμπιστεύονται τον Γιόχανσον (οι θετικές γνώμες για το πρόσωπό του ανέρχονταν σε μόλις 3% στα τέλη του Μαρτίου) ήθελαν βαθύτερες αλλαγές στο πολιτικό σκηνικό.
Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις, το επικρατέστερο κόμμα ενόψει των επόμενων εκλογών είναι αυτό των Πειρατών (43% των προθέσεων ψήφου), που είχε δημιουργηθεί το 2012 και τάσσεται υπέρ περισσότερης διαφάνειας στη δημόσια ζωή και μιας πιο άμεσης δημοκρατίας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ