Η ηγεσία των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία παρουσίασε τροποποιημένο νομοσχέδιο για την κατάργηση κι αντικατάσταση του προγράμματος πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας που προώθησε ο πρώην πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα (Obamacare). Η παρουσίαση κι αυτής της αναθεωρημένης μορφής του νομοσχεδίου προκάλεσε τις επικρίσεις τόσο των συντηρητικών όσο και των μετριοπαθών γερουσιαστών του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, προδιαγράφοντας μία δύσκολη πορεία προς την ψήφιση του.
Το νομοσχέδιο επιτρέπει στις ασφαλιστικές εταιρίες να πωλούν φθηνότερα προγράμματα ασφάλισης, ενώ διατηρείται η φορολογία για τους πλούσιους, σε μια προσπάθεια να ληφθούν υπόψη οι παρατηρήσεις όλων των πλευρών.
Ωστόσο, η άσκηση της κριτικής από τους Ρεπουμπλικάνους δηλώνει τη δύσκολη πορεία που έχει μπροστά του ο ηγέτης της ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας στη Γερουσία Μιτς Μακόνελ. Ο ίδιος δέχεται πιέσεις από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ για την ψήφιση του νομοσχεδίου, προκειμένου να τηρηθεί βασική προεκλογική του δέσμευση, αλλά και η υπόσχεση που έχουν δώσει οι Ρεπουμπλικάνοι για την κατάργηση του Obamacare εδώ κι επτά χρόνια. “Οι Αμερικανοί αξίζουν καλύτερα πράγματα από τον πόνο του Obamacare. Αξίζουν καλύτερη υγειονομική περίθαλψη, ενώ ο χρόνος για να τους το δώσουμε αυτό, είναι την επόμενη εβδομάδα”, δήλωσε ο Μακόνελ.
Πέρα από την κριτική που ασκήθηκε στο νομοσχέδιο από τους γερουσιαστές, επικριτικοί έναντι της εφαρμογής του ήταν μία μεγάλη ένωση νοσοκομείων και μία μεγάλη ασφαλιστική εταιρία, που υποστηρίζουν ότι το νομοσχέδιο δεν ικανοποιεί σημαντικές προϋποθέσεις, που θα έπρεπε να είχαν ληφθεί υπόψη.
Οι Δημοκρατικοί παραμένουν σταθερά συντεταγμένοι κατά της κατάργησης του Obamacare, ενώ ο Μακόνελ με δεδομένη την αριθμητική κατανομή των εδρών στη Γερουσία, δεν έχει το περιθώριο να χάσει περισσότερους από δύο ψήφους, για το στρατόπεδο των Ρεπουμπλικάνων. Οι Ρεπουμπλικάνοι ελέγχουν 52 έδρες, έναντι 48 των Δημοκρατικών. Η κατάσταση είναι δύσκολη, καθώς η μετριοπαθής γερουσιαστής των Ρεπουμπλικάνων, Σούζαν Κόλινς και ο συντηρητικός Ραντ Πολ έχουν δηλώσει την αντίθεσή τους όχι μόνο στην ψήφιση του νέου τροποποιημένου νομοσχεδίου, αλλά και στην εισαγωγή του για συζήτηση στην ολομέλεια του σώματος.
Αρκετοί είναι οι γερουσιαστές που εκδηλώνουν την ανησυχία τους για το νέο νομοσχέδιο, με έμφαση στις περικοπές που προβλέπονται στο πρόγραμμα Medicaid στο οποίο έχουν πρόσβαση οι φτωχοί Αμερικανοί προκειμένου να καλύψουν τις ασφαλιστικές τους ανάγκες. Μεταξύ αυτών, η Σίλεϊ Μουρ Καπίτο, ο Ρομπ Πόρτμαν, αλλά και ο Τζον Μακέιν. Άλλοι δύο γερουσιαστές, ο Λίντσεϊ Γκράχαμ και ο Μπιλ Κάσιντι, έκαναν την κατάσταση ακόμη πιο δύσκολη, με την ανακοίνωση ενός εναλλακτικού προγράμματος.
Ο Μακόνελ, που είναι γνωστός για τη στρατηγική προσέγγιση που ακολουθεί έναντι των εξελίξεων, προσπάθησε να περάσει μία παλαιότερη μορφή του νομοσχεδίου για ψηφοφορία, πριν από 15 ημέρες, προκαλώντας την αντίδραση τόσο των συντηρητικών όσο και των μετριοπαθών Ρεπουμπλικάνων. Ο ίδιος προγραμματίζει τη διεξαγωγή της ψηφοφορίας για το νέο νομοσχέδιο την επόμενη εβδομάδα.
Η έλλειψη συναίνεσης μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων σχετικά με την πορεία και την τελική έκβαση των προσπαθειών για την κατάργηση κι αντικατάσταση του Obamacare, την κατάργηση του οποίου οι Ρεπουμπλικάνοι υποστηρίζουν από το 2010, προκαλεί ασάφεια για την πορεία των εξελίξεων αλλά και την επίτευξη του κοινοβουλευτικού στόχου της κατάργησης του.
Ο τομέας της υγείας αποτέλεσε το πρώτο πεδίο ανάληψης νομοθετικής πρωτοβουλίας από την κυβέρνηση Τραμπ. Ενδεχόμενη αποτυχία της ψήφισης του νομοσχεδίου θα θέσει υπό αμφισβήτηση την ικανότητα των Ρεπουμπλικάνων ν'' ασκούν αποτελεσματικά τη διακυβέρνηση των ΗΠΑ, παρά το γεγονός ότι έχουν την κοινοβουλευτική πλειοψηφία στα δύο νομοθετικά σώματα του Κογκρέσου.
Το νέο νομοσχέδιο αποτελεί υπαναχώρηση από τον αρχικό στόχο των Ρεπουμπλικάνων για την ολική κατάργηση κι αντικατάσταση του Obamacare. Διατηρεί δύο φόρους για τους πλούσιους, που είχαν καθοριστικό ρόλο στην χρηματοδότηση του Obamacare, αλλά και το όριο μείωσης των φοροαπαλλαγών για τα στελέχη στον τομέα των ασφαλιστικών εταιριών.
Παράλληλα, επιτρέπει την πώληση προγραμμάτων ασφαλιστικής κάλυψης χαμηλού οικονομικού κόστους. Το μέτρο αυτό είχε προταθεί από τον γερουσιαστή Τεντ Κρουζ, σε μια προσπάθεια ν'' αλλάξουν γνώμη οι συντηρητικοί γερουσιαστές που εκφράζουν επιφυλάξεις. Ωστόσο, τα φθηνά αυτά ασφαλιστικά προγράμματα δεν θα καλύπτουν το εύρος των ασφαλιστικών καλύψεων που ήταν υποχρεωτικές από το Obamacare, όπως η περίοδος της μητρότητας, η βρεφική φροντίδα, η προσφορά υπηρεσιών σε όσους υποφέρουν από ψυχολογικά προβλήματα, η αντιμετώπιση καταστάσεων εθισμού, η νοσοκομειακή περίθαλψη, η δυνατότητα χορήγησης πρώτων βοηθειών, αλλά και η συνταγολόγηση φαρμάκων.
Ενώσεις ασφαλιστικών εταιριών, συμπεριλαμβανομένης και της Blue Cross Blue Shield Association σε παναμερικανικό επίπεδο, έχουν αρνηθεί να παρέχουν τα φθηνά προγράμματα ασφάλισης, υποστηρίζοντας ότι θ'' αυξήσουν το οικονομικό κόστος ασφάλισης, θ'' αποσταθεροποιήσουν την ασφαλιστική αγορά, αλλά και θα θέσουν σε κίνδυνο τις καλύψεις που έχουν όσοι Αμερικανοί είναι ασφαλισμένοι κι έχουν ασφαλιστικά συμβόλαια. Την πρόκληση των συνεπειών αυτών στην ασφαλιστική αγορά των ΗΠΑ συμμερίζονται οι μετριοπαθείς γερουσιαστές των Ρεπουμπλικάνων.
Το νέο νομοσχέδιο προβλέπει πρόσθετη χρηματοδότηση 70 δισεκατομμυρίων για την ενίσχυση της σταθεροποίησης της ασφαλιστικής αγοράς, ενισχύοντας τη χρηματοδότηση των 112 δισεκατομμυρίων δολαρίων του πρώτου νομοσχεδίου, ενώ προβλέπει και τη δραστική μείωση της χρηματοδότησης του προγράμματος Medicaid από το 2025. Από το πρόγραμμα αυτό, έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας, οι φτωχοί Αμερικανοί στις πολιτείες όπου έχει πληγεί η οικονομική και βιομηχανική δραστηριότητα.
Οι επικριτές του νομοσχεδίου υποστηρίζουν ότι η μείωση χρηματοδότησης του προγράμματος Medicaid, που λειτουργεί ως δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας, αφαιρεί την υγειονομική ασφάλιση από εκατομμύρια Αμερικανούς, ενώ αυξάνει το οικονομικό κόστος πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας για εκατομμύρια από τα πιο ευάλωτα στρώματα της αμερικανικής κοινωνίας. Μεταξύ αυτών, οι ηλικιωμένοι, αλλά και οι χρόνια πάσχοντες.
Σε πολιτικό επίπεδο, το ενδεχόμενο της μη ψήφισης του νομοσχεδίου την επόμενη εβδομάδα, θα δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο το πολιτικό κλίμα στην Ουάσινγκτον για την κυβέρνηση Τραμπ, προκαλώντας ένα σοβαρά αρνητικό πολιτικό προηγούμενο για το φορολογικό νομοσχέδιο που ακολουθεί τους επόμενους μήνες.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ