Δεν πρέπει να γίνει ξανά lockdown στην Ελλάδα γιατί το lockdown είχε μια χρήση στην Ελλάδα, ανέφερε ο καθηγητής πολιτικής της υγείας LSE Ηλίας Μόσιαλος, ενώ εξέφρασε την ανησυχία του για το συνωστισμό στις αστικές συγκοινωνίες και στις πλατείες.
Μιλώντας στο ΣΚΑΙ ο κ. Μόσιαλος τόνισε ότι ο κίνδυνος διασποράς είναι πολύ μεγαλύτερος στους κλειστούς χώρους και στα ΜΜΜ παρά στους εξωτερικούς και τις πλατείες, ενώ υπογράμμισε πως πρέπει να αποφύγουμε πάση θυσία το lockdown.
«Να μάθουμε πώς να χειριζόμαστε αυτή την πανδημία μεταξύ άλλων και να κερδηθεί χώρος για το σύστημα υγείας. Παράλληλα πρόσθεσε πως είναι θετικό που το lockdown στην Ελλάδα δεν κράτησε 3 και 4 μήνες που κράτησε πχ στην Αγγλία», συμπλήρωσε
Όπως ο ίδιος ανέφερε είμαστε μαζί σε αυτό. Πολιτεία και πολίτες πρέπει να κάνουμε ότι είναι δυνατό για να περιορίσουμε τους κινδύνους και πως δεν χρειάζονται αντιπαραθέσεις μεταξύ αυτών των δύο.
Παράλληλα, σημείωσε πως πρέπει να μάθουμε να ζούμε με την πανδημία χωρίς να υπάρχει lockdown και ότι πρέπει να υπάρχει πολυφωνία σε σχέση με τα επόμενα μέτρα και πως σε όλους τους κλειστούς χώρους πρέπει να επιβληθεί με αυστηρό τρόπο η χρήση της μάσκας
Για το φάρμακο του κορονοϊού ανέφερε «ξέρουμε ότι υπάρχει ένα φάρμακο η οποία μειώνει τον χρόνο αποθεραπείας κατά το 1/3 περίπου κυρίως στις μέτριες και βαριές περιπτώσεις και γνωρίζουμε ότι υπάρχει ένα ακόμα πολύ φτηνό φάρμακο το οποίο το χρησιμοποιούμε χρόνια, η δεξαμεθαζόνη, η οποία μειώνει την θνητότητα κυρίως στις βαριές περιπτώσεις κατά το 1/3».
Ο κ. Μόσιαλος πρόσθεσε πως «έχουμε δει ότι με την καλύτερη χρήση πρωτοκόλλων στις ΜΕΘ στις περισσότερες χώρες η θνητότητα στις ΜΕΘ έχει μειωθεί στο 20-30% για όλες τις ηλικιακές ομάδες και αυτό εξαρτάται από την χώρα».
Παράλληλα ο ίδιος σημείωσε πως δεν υπάρχει φάρμακο που μπορεί να δοθεί για την πρόληψη της νόσου ή για τις ήπιες περιπτώσεις πριν εξελιχθούν γιατί οι περισσότερες δεν θα εξελιχθούν και πως αυτό που περιμένουμε από τα φάρμακα είναι οι θεραπείες με αντισώματα. Όπως υπογράμμισε θα ξέρουμε το επόμενο δίμηνο αν η χορήγηση πολλαπλών αντισωμάτων βοηθάει. Τα αρχικά αποτελέσματα είναι ενθαρρυντικά.