Η Νέα Δημοκρατία και η φιλελεύθερη εκλογική της βάση

Η Νέα Δημοκρατία και η φιλελεύθερη εκλογική της βάση

Στα 47 της χρόνια η Νέα Δημοκρατία βρίσκεται στη θέση του κυβερνώντος κόμματος, έχοντας συμπληρώσει πρόσφατα τα δυο πρώτα χρόνια της θητείας της. Μολονότι από τον Μάρτιο του 2020, η χώρα και ολόκληρος ο κόσμος διαβιούν σε καιρούς πανδημίας, η κυβέρνηση μπόρεσε να διαγράψει έως σήμερα μια θετική πορεία. Η πρώτη περίοδος της υγειονομικής κρίσης είχε κριθεί ως ιδιαιτέρως αποτελεσματική, ενώ οι χειρισμοί στον τομέα της Εξωτερικής Πολιτικής και η αμεσότητα στην κάλυψη των πρώτων οικονομικών συνεπειών της πανδημίας αποτέλεσαν αδιαπραγμάτευτα θετικά στοιχεία.

Στην Ελλάδα ωστόσο εμφανίζεται πάντα ο σκόπελος της ελλιπούς διαχείρισης του κρατικού μηχανισμού και αυτό έρχεται να συντηρήσει μια γενικότερη απογοήτευση των πολιτών έναντι των κυβερνήσεων. Απογοήτευση που διαμορφώθηκε και έρχεται από τα παλιά. Οι πυρκαγιές του Αυγούστου ήρθαν για παράδειγμα και έδειξαν τις παθογένειες της κρατικής μηχανής.

Συνέπεια αυτού είναι λίγους μήνες αργότερα να διαγράφεται μια πρώτη δημοσκοπική ζημιά στα ποσοστά της ΝΔ. Η λύση είναι η επιτάχυνση για την αλλαγή του παραδείγματος της λειτουργίας του κράτους.

Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, με επικεφαλής τον Κυριάκο Μητσοτάκη, εκλέχτηκε με αιτία την πίστη ενός κομβικού μέρους της κοινωνίας, ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν. Ότι η αγορά, η ανεργία, οι δημόσιες δομές, όλα θα τύχουν μιας αποτελεσματικότερης διαχείρισης.

Ασφαλώς τον Ιούλιο του 2019, όπως και σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις, υπάρχει και η τιμωρητική ψήφος, όμως σίγουρα υπήρχε και η πίστη ότι τα πράγματα θα γίνουν καλύτερα. Γι’ αυτό μάλιστα και στη ΝΔ προσχώρησαν πολίτες, οι οποίες παλαιότερα πλειοψηφικά είχαν ψηφίσει το Ποτάμι και οι οποίοι πρόκειται για μια ομάδα ψηφοφόρων, η οποία εκλογικά επιθυμεί – φωναχτά και συνειδητά - κοινωνικά και οικονομικά, τη φιλελεύθερη, πιο ανοικτή, πιο συμπεριληπτική και καλύτερη κοινωνία, οικονομία και ημέρα.

Στο παρελθόν, όταν οι κυβερνήσεις της ΝΔ κέρδιζαν εκλογικές μάχες, ανάμεσα στις κοινωνικές τους συμμαχίες, υπήρχαν και πολίτες, οι οποίοι μαζικά και ικανοποιητικά ως ποσοστό εξέφραζαν την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις.

Την ανάγκη για τη λύση στα εμπόδια της γραφειοκρατίας και της κωλυσιεργίας μέσα σε μια δημόσια δομή, για την ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας και της ενίσχυσης της ιδιωτικής οικονομίας, με έλεγχο, με κανόνες, με εργασιακή ποιότητα.

Πολλά από αυτά όμως, ενώ είχαν εξαγγελθεί από τις κυβερνήσεις αυτές, και ενώ θα μπορούσαν να είχαν επιτευχθεί μέσα από ένα ευρύ πλέγμα μεταρρυθμίσεων (βελτίωση της δημόσιας εκπαίδευσης, ενίσχυση και χρονική επέκταση των ενεργητικών πολιτικών εργασίας, κίνητρα για την επιχειρηματικότητα, ενίσχυση της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, εισαγωγή του δεύτερου πυλώνα της κεφαλαιοποιητικής ασφάλισης), ιδιαιτέρως πριν το 2004, όχι δηλαδή μέσα σε καθεστώς ακραίας δημοσιονομικής λιτότητας, δεν υλοποιήθηκαν τότε. Μάλιστα, αυτό που ποτέ δεν επετεύχθη είναι η αντιμετώπιση του πελατειακού κράτους.

Οι πολίτες όμως αυτοί, όλα αυτά τα θα προσμετρούσαν θετικά και θα επέμεναν να ψηφίζουν τη ΝΔ, αντί να αναζητούν άλλες ενδεχόμενες αποτελεσματικότερες επιλογές ή απογοητευμένοι πολιτικά να αποστασιοποιούνται από το πολιτικό σύστημα.

Το 2019 όσοι είχαν ως εκλογικό κίνητρο την καλυτέρευση των πραγμάτων, επέστρεψαν για ακόμη μια φορά και ψήφισαν τη ΝΔ. Η σε μεγάλο μέρος συνεχιζόμενη συσπείρωση των εκλογέων της ΝΔ του 2019 οφείλεται στο γεγονός ότι η κυβέρνηση αυτή επιδεικνύει μεταρρυθμιστικό έργο, με αναπτυξιακό και κοινωνικό πρόσημο, σε συνδυασμό με μια «πατριωτική εξωτερική πολιτική», η οποία πάντα ειδικότερα στους κόλπους των ψηφοφόρων της ΝΔ είναι πολύ σημαντική.

Το βασικό όμως στοίχημα έγκειται στη λειτουργία του κράτους, σε όλους τους τομείς. Θα πρέπει να υπάρξει επιτάχυνση, ώστε η κυβέρνηση να προλάβει στιγμές κρίσης, όπως του καλοκαιριού, τότε που το κράτος αποδείχθηκε ανεπαρκές στη διαχείριση. Οι στιγμές αυτές θα οδηγούν στην ανάδειξη της διαχρονικής απογοήτευσης και τότε θα υπάρχει ο κίνδυνος να ξαναδημιουργηθούν διαρροές.

* Η Βένη Μουζακιάρη είναι Διδάκτωρ του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Συγγραφέας του βιβλίου «Η Νέα Δημοκρατία και ένας φιλελευθερισμός υπό προϋποθέσεις (Εκδόσεις Παπαζήση)