Για τους απανταχού Έλληνες η επίσκεψη στην υπέρλαμπρη Αγία Σοφία της Κωνσταντινουπόλεως είναι συγχρόνως ευσεβής πόθος και επώδυνο γεγονός. Το θαυμάσιο οικοδόμημα κατασκευάστηκε το 537 μ.Χ. από τους Ανθέμιο και Ισίδωρο. Η φημισμένη κραυγή του Ιουστινιανού «Νενίκηκά σε Σολομών», όταν η ανέγερση αποπερατώθηκε, δικαιολογείται από το μέγεθος και την αξία του ναού. Λάμπρυνε για περισσότερα από χίλια χρόνια τον κόσμο ως ορθόδοξος καθεδρικός ναός και συνεχίζει να τον στολίζει, έστω και κατόπιν μουσουλμανικών παρεμβάσεων. Θα μπορούσαμε εύστοχα να ισχυριστούμε ότι ήταν η Εκκλησία των εκκλησιών στην Πόλη των πόλεων.
Μετά την Άλωση του 1453 ο ναός της Αγίας Σοφίας μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τζαμί και το 1934 σε μουσείο. Παρά ταύτα, η επαφή των Ελλήνων με τον ναό γίνεται πάντοτε υπό συνθήκες ηλεκτρισμένης ατμόσφαιρας. Προσωπικά όταν αντίκρισα από απόσταση τριακοσίων περίπου μέτρων τον ξακουστό υπερυψωμένο τρούλο της (1) το βήμα μου ασυναίσθητα πάγωσε. Πολύ πιο έντονες ήταν οι στιγμές της περιήγησης και της εισόδου…
Τον τελευταίο καιρό εντάθηκε η φημολογία από τις τουρκικές αρχές για ανήκουστη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί. Στις 29 Μαΐου 2020, όταν εμείς μνημονεύαμε την αποφράδα ημέρα, το τουρκικό καθεστώς διοργάνωσε φιέστα αναπόλησης της κατάκτησης. Στήθηκε ένα υπερβολικά κακόγουστο σκηνικό με ψεύτικα τείχη και στο τέλος αναγνώστηκε το Κοράνι εντός της Αγίας Σοφίας.
Ωστόσο η Αγία Σοφία πλέον αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς και προστατεύεται από την Συνθήκη της UNESCO για την προστασία των Μνημείων και Χώρων Παγκόσμιας Κληρονομιάς του 1972 (2). Στόχος της UNESCO είναι η προστασία των Μνημείων από φθορές και καταστροφή, προκειμένου αυτά να κληροδοτηθούν στις γενιές του μέλλοντος. Η Αγία Σοφία πληροί πλείονα κριτήρια της Συνθήκης. Συγκεκριμένα, πληροί το πρώτο κριτήριο, διότι είναι αριστούργημα μοναδικής αρχιτεκτονικής και το δεύτερο κριτήριο, διότι έχει ασκήσει αξιόλογη επίδραση στην εξέλιξη και διαμόρφωση της αρχιτεκτονικής, στην οργάνωση του χώρου και στην τέχνη των μνημείων. Παρότι αρμόδια για την διαφύλαξη των Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς είναι τα κράτη στα οποία αυτά κείνται, δυνάμει του άρθρου 6 παρ. 1 της Συνθήκης αναγνωρίζεται και το καθήκον της διεθνούς κοινότητας να διατηρούνται τα Μνημεία αυτά αναλλοίωτα. Σημειωτέον ότι βάσει της διάταξης του άρθρου 6 παρ. 3 τα κράτη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να απέχουν από ενέργειες που αμέσως ή εμμέσως αλλοιώνουν τον χαρακτήρα των Μνημείων. Η Τουρκία δεσμεύεται από τις προαναφερθείσες διατάξεις, δοθέντος ότι έχει επικυρώσει την Συνθήκη το 1983.
Η Ελλάδα μπορούσε και έπρεπε να έχει αντιδράσει εκ των προτέρων σθεναρώς. Ομοίως έπρεπε να έχουν προβάλει αντιρρήσεις θεσμικοί φορείς της Ελλάδος οι οποίοι ενημερώθηκαν εγκαίρως. Αντ’ αυτού, σιγή. Τέτοια που μας κάνει αβίαστα να αναρωτιόμαστε τι θα είχε συμβεί στην αντίστροφη περίπτωση. Αν, δηλαδή, οι ελληνικές αρχές άνοιγαν ένα μουσείο που ήταν τζαμί για να διαβαστούν τα Ευαγγέλια. Φανταστείτε επί παραδείγματι να εκδηλωνόταν πρόθεση ορθοδόξου ιεράρχη να αναγνωστούν περικοπές της Καινής Διαθήκης στο τζαμί Τζισταράκη που δεσπόζει στην πλατεία Μοναστηρακίου στην Αθήνα. Υπάρχει η βεβαιότητα ότι θα είχαν εκφράσει σοβαρές διαμαρτυρίες όχι μόνον η Τουρκία αλλά και θεσμικοί φορείς της Ελλάδος, ακόμη και ΜΚΟ. Και δικαιολογημένα. Γιατί λοιπόν αυτή η αλαλία από ελληνικής πλευράς;
Η τουρκική ηγεσία προαναγγέλλει τις επόμενες ενέργειές της και εν συνεχεία προβαίνει σε αυτές. Η Ελλάδα οφείλει να προειδοποιήσει την διεθνή κοινότητα για την δόλια πρόθεση του τουρκικού καθεστώτος. Συγχρόνως πρέπει να αιτηθεί την πάση θυσία διαφύλαξη της Αγίας Σοφίας ως Μνημείου Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Το ίδιο είναι υποχρεωμένοι να πράξουν θεσμικοί φορείς όπως ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών και η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος ενημερώνοντας αρμοδίως και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Δικηγορικών Συλλόγων και Κοινοτήτων.
Το τουρκικό καθεστώς και ο πηγάζων εξ αυτού ερντογανισμός είναι παροδικά, ενώ η Αγία Σοφία θα κοσμεί την ανθρωπότητα ες αεί.
1.«Με τον τεράστιο ανοιχτό εσωτερικό της χώρο, και τον υπερυψωμένο τρούλο, που δεν χρειάζεται κίονες για υποστηρίγματα· από την ίδια της την αρχιτεκτονική δομή, η οποία προσφέρει μυστηριωδώς συνοχή στο σύνολο, χάρη σε μια μαθηματικά υπολογισμένη ένταση που εξουδετερώνει τις πιέσεις, χωρίς να απαιτεί στοιχεία εσωτερικής αντιστήριξης…». Edward N. Luttwak, Η υψηλή στρατηγική της βυζαντινής αυτοκρατορίας, εκδ. Τουρίκη, σελ. 187.