Στην επένδυση της Microsoft στην Ελλάδα αναφέρεται δημοσίευμα της γερμανικής οικονομικής εφημερίδας Handelsblatt, ενώ παράλληλα επισημαίνεται πως ενδιαφέρον για επενδύσεις στην Ελλάδα δείχνουν και γερμανικοί πάροχοι υπηρεσιών λογισμικού.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, η κατασκευή τριών κέντρων διαχείρισης δεδομένων (cloud) στην Αθήνα ύψους ενός δισ. δολαρίων αποτελεί «σημαντική επένδυση», καθώς θα καταστήσει την Ελλάδα ως την όγδοη τοπική πλατφόρμα εντός της ΕΕ της διεθνούς πλατφόρμας cloud, Αzure, της Microsoft.
Παράλληλα, στο δημοσίευμα της Handelsblatt σημειώνεται πως η Microsoft θα παρέχει τα επόμενα πέντε χρόνια ψηφιακές δεξιότητες σε 100.000 υπαλλήλους δημοσίου και ιδιωτικού τομέα καθώς και μαθητές».
Όπως παρατηρεί η Handelsblatt «τίποτα δεν χρειάζεται η χώρα πιο επιτακτικά απ' ότι επενδύσεις. Την περίοδο 2008 με 2016 η Ελλάδα έχασε σωρευτικά 26% του ΑΕΠ της. Τα έσοδα μειώθηκαν κατά 1/3, o ιδιωτικός πλούτος μειώθηκε κατά 40%. Η ελληνική Ένωση Βιομηχάνων προσδιορίζει το επενδυτικό κενό από τα χρόνια της κρίσης στα 100 δις ευρώ. Το 2019 οι επενδύσεις έφτασαν μόλις το 11% του ΑΕΠ. Πριν από την κρίση ήταν 26%, στη δεκαετία του 1970 κινούνταν ακόμη και στο 30% με 40%. Ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι λίγο πάνω από 20%».
Όμως τα αρνητικά οικονομικά μεγέθη της περιόδου της ευρωκρίσης έχουν αρχίσει να αλλάζουν και η Handelsblatt σημειώνει «Η αμερικανική πολυεθνική δεν είναι η μόνη εταιρεία πληροφορικής που αποβλέπει στην Ελλάδα. Και Γερμανοί πάροχοι υπηρεσιών λογισμικού ανακαλύπτουν επίσης την Ελλάδα. Ένας από τους πιο δημοφιλείς προορισμούς είναι η πόλη των Ιωαννίνων και το Πανεπιστήμιό της. Μετά την P&I AG με έδρα στο Βισμπάντεν και την Prodyna SE από το Έσμπορν και η Teamviewer από το Γκέτινγκεν, κορυφαίος πάροχος λύσεων απομακρυσμένης σύνδεσης παγκοσμίως, άνοιξε επίσης παράρτημα στα Ιωάννινα στις αρχές του έτους».
Σε άλλο σημείο το ρεπορτάζ της Handelsblatt σημειώνει: «Ακόμη κι αν ο όγκος των ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα είναι ακόμη χαμηλός, πρόκειται για ποιοτικές επενδύσεις: Τα τελευταία τρία χρόνια το 15% αυτών των επενδύσεων έγιναν στον τομέα της πληροφορικής. Η Ελλάδα λοιπόν δεν απέχει πολύ από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 19%. Η συμβουλευτική Ernst & Young Greece επιβεβαιώνει επίσης ότι η χώρα έχει βελτιώσει τις επενδυτικές συνθήκες στη «Μελέτη Ελκυστικότητας 2020» που έχει εκπονήσει. Τα 2/3 των επιχειρηματιών που ερωτήθηκαν αναφέρουν ως ιδιαίτερο πλεονέκτημα την πολιτική σταθερότητα στη χώρα μετά την εκλογή της συντηρητικής κυβέρνησης τον Ιούλιο του 2019.
Το 56% των ερωτηθέντων τονίζει επίσης ως θετικό στοιχείο τη βιωσιμότητα της ελληνικής κλιματικής πολιτικής, ιδίως στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. 7 στους 10 επιχειρηματίες αναμένουν ότι οι επενδυτικές συνθήκες στην Ελλάδα θα συνεχίσουν να βελτιώνονται τα επόμενα τρία χρόνια. Στα δυνατά σημεία της Ελλάδας οι ερωτηθέντες συγκαταλέγουν επίσης κατά 81% το ανθρώπινο δυναμικό, την καλή υποδοχή τηλεπικοινωνιών και την καλή ποιότητα ζωής».