Γράφει ο Insider
Πολλοί διαβάζοντας τον τίτλο αυτό θα αναρωτηθούν: πώς είναι δυνατόν να γνωρίζουμε από τώρα τον επόμενο πρόεδρο της Ν.Δ., ειδικά όταν στον πρώτο γύρο των εκλογών πλειοψήφησε με διαφορά ο κ. Μεϊμαράκης;
Κι όμως. Όσοι διαβάζουν τη στήλη, γνώριζαν ήδη από την Πέμπτη τρία πράγματα:
- Πρώτον ότι η συμμετοχή θα κυμανθεί στις 400.000
- Δεύτερον, ότι οι εκλογές θα πήγαιναν σε δύο γύρους
- Τρίτον, ότι ο κ. Μητσοτάκης θα ήταν με διαφορά δεύτερος, αφήνοντας τρίτο τον κ. Τζιτζικώστα.
Πριν ακόμα ανακοινωθούν τα τελικά αποτελέσματα από την εφορευτική επιτροπή, η πρόβλεψη που μπορεί να γίνει με ασφάλεια είναι ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει πλέον το πλεονέκτημα έναντι του αντιπάλου του. Και αυτό γιατί:
1. Ο κ. Μητσοτάκης κατάφερε να σηκώσει από τον καναπέ τις παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας, αυτές που δεν πίστευαν καν ότι θα βρεθεί στον Β΄γύρο. Αυτοί ακριβώς οι ψηφοφόροι του, είναι εκείνοι που δίνουν τη δυναμική, που δημιουργούν «ρεύμα» , που τελικά δίνουν τον τόνο και επηρεάζουν και τους υπόλοιπους ψηφοφόρους. Ιστορικά στην Ελλάδα, σε καμία εκλογική αναμέτρηση, δεν έχει ηττηθεί όποιος ψηφίζεται από τα λεγόμενα παραγωγικά κοινά (πρωτίστως άντρες, ηλικίας 35-55, ανώτερης και ανώτατης μορφωτικής και οικονομικής τάξης). Και σε αυτά τα κοινά, ο κ. Μητσοτάκης κυριολεκτικά σάρωσε.
2. Ο κ. Μητσοτάκης δεν συγκρούστηκε με κανέναν. Σε αντίθεση με τους κ.κ. Τζιτζικώστα και Μεϊμαράκη που αλληλοεξοντώθηκαν, με προφανή νικητή τον κ. Μεϊμαράκη, ο κ. Μητσοτάκης κατάφερε να οριοθετήσει ο ίδιος τους αντιπάλους του και να διατηρεί πριν ακόμα φτάσει στις κάλπες, ζωντανές τις συμμαχίες του. Συγκεκριμένα, ο κ. Μητσοτάκης προεκλογικά, επέλεξε ως αντιπάλους του τον κ. Τσίπρα και τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Π. Παυλόπουλο. Θεσμικούς αντιπάλους που η αντιπαράθεση μαζί τους τον έκανε αυτομάτως ισοϋψή με τον θεσμικό τους ρόλο. Και τα δύο αυτά πρόσωπα, είναι ούτως ή άλλως αντιπαθή στον μέσο «δεξιό» ψηφοφόρο, αλλά κυρίως στο κοινό του «ΝΑΙ» στο οποίο στοχεύει ο κ. Μητσοτάκης. Στο περιθώριο, με χειρουργικές κινήσεις, τέθηκε και η όχι και τόσο συμπαθής στο κοινό της Ν.Δ. αδερφή του, που οι ψηφοφόροι της ΝΔ την ταύτισαν με τον κ. Μεϊμαράκη. Από την άλλη ο κ. Μητσοτάκης, όχι μόνον δεν προσέβαλε τους 3 ανθυποψήφιούς του, αλλά αντιθέτως εμφανίστηκε ως ο εγγυητής μιας επιτυχημένης συνεργασίας μαζί τους.
3. Ο κ. Μητσοτάκης, υπερασπίστηκε σε κάθε ευκαιρία το μεταρρυθμιστικό έργο της προηγούμενης κυβέρνησης, έστω και αν σε αυτή πρωθυπουργός ήταν ο προαιώνιος εχθρός της οικογένειάς του. Με αυτόν τον τρόπο, προσέφερε την ευκαιρία στον Άδωνι Γεωργιάδη να συνταχτεί ευθέως μαζί του, εκμεταλλευόμενος το κρίσιμο (και συμπαγές) ποσοστό που έλαβε ο τελευταίος, αλλά προφανώς και στον κ. Τζιτζικώστα να αισθανθεί εγγύτερα μαζί του μιας και την υποψηφιότητά του υποστήριξαν αρκετοί υπουργοί της προηγούμενης κυβέρνησης της Ν.Δ.
4. Ο κ. Μητσοτάκης, την τελευταία προεκλογική εβδομάδα κατάφερε να κάνει τον λόγο του ελαφρώς πιο αιχμηρό, και με αυτόν τον τρόπο να ακουστεί από το δεξιό κοινό της Ν.Δ., που άλλωστε είναι και η πλειοψηφία. Δεν είναι τυχαίες ούτε οι αναφορές στα σκάνδαλα Τσίπρα, ούτε οι επικρίσεις στην κυβέρνηση της Ν.Δ. για τα γεγονότα του 2008. Οι αιχμές αυτές ακούστηκαν ευχάριστα από το δεξιό ακροατήριο της Ν.Δ. που είχε συνηθίσει να σκύβει το κεφάλι στην ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς.
Η στήλη αυτή προβλέπει ότι εντός της ημέρας ο κ. Άδωνις Γεωργιάδης θα δηλώσει ξεκάθαρα την υποστήριξή του στον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη.
Το ίδιο ίσως να κάνει (αμέσως ή εμμέσως) και ο κ. Απόστολος Τζιτζικώστας. Και οι δύο υπερψηφίστηκαν από ειδικά κοινά που χρειάζεται ο κ. Μητσοτάκης για να είναι πρώτος. Και οι δύο ψηφίστηκαν από μέλη της Ν.Δ. που επιθυμούν την ανανέωση, και τη σύγκρουση με την στασιμότητα. Και οι δύο επιλέχθηκαν από ψηφοφόρους της Ν.Δ. που επιθυμούν τη σύγκρουση με την κυβέρνηση των κ.κ. Τσίπρα και Καμμένου. Η αγκαλιά του κ. Μητσοτάκη είναι έτοιμη να υποδεχτεί τους ψηφοφόρους αυτούς. Σε αντίθεση με τον κ. Μεϊμαράκη που επέλεξε προεκλογικά την τυφλή σύγκρουση μαζί τους.
Γι'' αυτό και η νίκη του κ. Μητσοτάκη είναι το πιθανότερο σενάριο στις 10 Ιανουαρίου. Γιατί θα υπερισχύσει το «όλον» που ήδη ενσωματώνεται στην υποψηφιότητά του, έναντι του «μέρους» που εκφράζει ο κ. Μεϊμαράκης.
Και αν τελικά επιβεβαιωθεί η ανάλυσή μας, η Ν.Δ θα γίνει πολύ σύντομα και πάλι κυβέρνηση.