Τις τελευταίες ημέρες οι δηλώσεις Τούρκων κυβερνητικών αξιωματούχων για την Ελλάδα έχουν δεσπόζουσα θέση στον δημόσιο διάλογο στη γειτονική χώρα. Αντιστοίχως το ίδιο επικρατεί και στην Ελλάδα αναφορικά με την Τουρκία, συνήθως ως αντίδραση σε αυτό που εκλαμβάνεται ως τουρκική προκλητικότητα.
Σε τί οφείλεται αυτή η νέα ένταση και ο έντονος προβληματισμός ότι θα υπάρχει περαιτέρω κλιμάκωση; Οι ερμηνείες και οι λόγοι πολλοί αλλά υπάρχει μια επικίνδυνη όξυνση του κλίματος που εμπεριέχει κινδύνους δεδομένου ότι και η τουρκική αντιπολίτευση φαίνεται να στηρίζει τη σκληρή αναθεωρητική γραμμή του προέδρου Ερντογάν και της κυβέρνησης του. Σε πρόσφατο άρθρο, Η Καθημερινή (1 Ιουνίου 2022) μας υπενθυμίζει με την παρουσίαση των 16 χαρτών του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, ότι ο τουρκικός αναθεωρητισμός είναι διαχρονικός (τουλάχιστον 5 δεκαετιών), κλιμακωτός, επίμονος, και ουσιαστικός. Το κύριο ερώτημα είναι γιατί η Ελλάδα είναι οικουμενικός στόχος σχεδόν όλων των πολιτικών δυνάμεων της γειτονικής χώρας.
Η άμεση συσχέτιση της ίδρυσης της Τουρκικής Δημοκρατίας το 1923 μετά από ένα απελευθερωτικό αγώνα κατά των Ελλήνων και των συμμάχων τους έχει αδιαμφισβήτητα διαμορφώσει τη γενικότερη αρνητική αντίληψη που έχουν πολλές γενιές Τούρκων για την Ελλάδα. Επίσης, δεν πρέπει να λησμονήσουμε ότι ο αργός και βασανιστικός θάνατος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας οφειλόταν και στην Ελληνική Επανάσταση που ώθησε άλλους λαούς των Βαλκανίων να διεκδικήσουν τη δικιά τους απελευθέρωση από τους Οθωμανούς.
Παρά τις ήττες που υπέστησαν η Ελλάδα και ο Ελληνισμός και ο συσχετισμός δυνάμεων που με το πέρας του χρόνου μεταξύ των δύο χωρών έχει γύρει υπέρ της Τουρκίας, η Ελλάδα (μαζί με την Κυπριακή Δημοκρατία) συνεχίζει να έχει ουσιαστικό ρόλο στην προσπάθεια ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αυξάνοντας την καχυποψία για τις προθέσεις της Ελλάδας. Εξάλλου βουλευτές της αντιπολίτευσης είχαν εγείρει το θέμα της κυριαρχίας ελληνικών νησιών πριν κάποια χρόνια για να στριμώξουν τον Ερντογάν σε μια εποχή που διεκδικούσε ενεργά την προσέγγιση της χώρας του με τη Δύση.
Ακόμα πιο πρόσφατα, ιδιαίτερα με αφορμή τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η συσπείρωση της ΕΕ έχει γίνει όλο και πιο έντονη με τη λήψη αποφάσεων σε μια σειρά από καίρια ζητήματα με τις οποίες η Άγκυρα δυσανασχετεί λόγω μη συμμετοχής της στην ΕΕ. Η αντίδραση της Τουρκίας στις αναφορές για την ίδια στην υιοθέτηση της Στρατηγικής Πυξίδας τον Μάρτιο είναι ενδεικτική. Οι αποφάσεις που πάρθηκαν στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τις 30-31 Μαΐου υπέρ της άμεσης ενεργοποίησης κάποιων μηχανισμών της Στρατηγικής Πυξίδας όπως και η περαιτέρω επεξεργασία του Άρθρου 42,7 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής) σίγουρα ενοχλεί την Άγκυρα διότι παρέχει κάποιες διεξόδους ασφαλείας στην Αθήνα ενισχύοντας την αποτρεπτική της ικανότητα.
Με άλλα λόγια, η Ελλάδα «πουλάει», η Ελλάδα ενώνει. Ιδιαίτερα στην παρούσα συγκυρία που όπως εμφατικά τονίζει ο Ηρακλής Μηλλάς, άριστος γνώστης της Τουρκίας, ο Ερντογάν έχει αποφασίσει να κερδίσει τις εκλογές (Τα Νέα, 3 Ιουνίου 2022), ο λιθοβολισμός της Ελλάδος θα αυξηθεί διότι η πρόσφατη ιστορία δείχνει ότι η παρουσία ενός μπαμπούλα όπως η Ελλάδα που παρουσιάζεται ως θέλοντας το «κακό» της Τουρκίας θα του δώσει πολύτιμες δημοσκοπικές ανάσες. Η αντιπολίτευση δεν θα έχει άλλη επιλογή να τον ακολουθήσει και να συμβάλλει στην πλειοδοσία επιθετικότητας κατά της Ελλάδας μη θέλοντας να αφήσει το πλεονέκτημα στην κυβέρνηση και στους συμμάχους της.
*Δημήτρης Τριαναφύλλου, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Kadir Has της Κωνσταντινούπολης και εξωτερικός επιστημονικός συνεργάτης του ΙΔΙΣ