«Τα γρήγορα τεστ ανίχνευσης κορονοϊού είναι μεν καλά, αλλά όχι ολοκληρωμένα και ψυχολογικά υπάρχει μεγάλος κίνδυνος. Όποιος έχει κάνει ένα αρνητικό γρήγορο τεστ θέτει τον εαυτό του και τους συγγενείς του σε παραπλανητική ασφάλεια και τείνει να παραβλέψει τους κανόνες προστασίας», είπε ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Ιατρικής Ένωσης σε συνέντευξή του η οποία δημοσιεύεται στο σημερινό φύλλο της εφημερίδας «Rheinische Post».
«Πολλοί ξεχνούν ότι πρόκειται μόνο για τη φωτογραφία μιας στιγμής της κατάστασης και ότι η ασθένεια μπορεί να εκδηλωθεί μόλις δώδεκα ώρες αργότερα και να μην υπάρχουν συμπτώματα. Επίσης, είναι δύσκολο να γίνουν σωστά τα γρήγορα τεστ. Για να γίνουν σωστά, θα πρέπει η μπατονέτα πραγματικά να φτάσει στο πίσω μέρος του φάρυγγα, και αυτό είναι πολύ δυσάρεστο. Γι' αυτό πρέπει να γίνεται μόνο από εκπαιδευμένο ιατρικό προσωπικό», πρόσθεσε ο Μοντγκόμερι.
«Επιπλέον, το ποσοστό σφάλματος είναι σημαντικά υψηλότερο από ό,τι στο (μοριακό) τεστ PCR. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είμαι υπέρ ενός υπεύθυνου χειρισμού των γρήγορων τεστ από εκπαιδευμένο προσωπικό και κατά των γρήγορων τεστ ως αποδεικτικών ανοσίας», τόνισε ο πρόεδρος του Παγκόσμιου Ιατρικού Συλλόγου, εν όψει του γεγονότος ότι πριν από τα Χριστούγεννα, πάρα πολλοί άνθρωποι προσπαθούν να κάνουν ένα γρήγορο τεστ νομίζοντας ότι έτσι θα προστατεύσουν τους συγγενείς τους στις εορταστικές οικογενειακές συναντήσεις.