(Φωτ.: Αν η κυβέρνηση το χειριστεί έξυπνα, θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί την επερχόμενη «απειλή» των μελλοντικών περικοπών για να περάσει και στα στελέχη, τη βάση και τους ψηφοφόρους της, την αναγκαιότητα «οικειοποίησης» και πλήρους εφαρμογής του εμπροσθοβαρούς τρίτου μνημονίου.)
Αν κάναμε ένα γκάλοπ γύρω μας, οι περισσότεροι αυθόρμητα θα απαντούσαν πως είναι πολύ βαρύ το τέταρτο μνημόνιο με τα «προληπτικά» μέτρα από τη στιγμή που η κυβέρνηση δυσκολεύεται να διαχειριστεί πολιτικά και να εφαρμόσει το τρίτο με τους φόρους και τις περικοπές των 5,4 δισ. ευρώ. Και πράγματι η πρώτη ανάγνωση λέει πως το 4ο μνημόνιο –ή όπως αλλιώς θέλουν να το ονομάζουν– δεν εξυπηρετεί καθόλου την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Αντίθετα πολλοί μπορούν να πουν ότι την υποσκάπτει κιόλας από τη στιγμή που οι δανειστές, για να λύσουν τις δικές τους διαφορές, την υποχρεώνουν να κάνει κάτι που δεν έχει κάνει καμία άλλη κυβέρνηση στο παρελθόν: να νομοθετήσει εκ των προτέρων μελλοντικές περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, να προβλέψει νέους φόρους και να σκαρφιστεί τρόπους για να μειωθούν οι δαπάνες στο Δημόσιο, ήτοι στην εκλογική πελατεία. Τα ίδια τα κυβερνητικά στελέχη συζητούν μεταξύ τους ότι τυχόν προσδιορισμός των μέτρων από τώρα θα ισοδυναμούσε με πολιτική αυτοκτονία και εις εκ των δύο κορυφαίων οικονομικών υπουργών που συμμετείχε στις χθεσινές διαπραγματεύσεις με τους εκπροσώπους των δανειστών ήταν σαφής όταν ρωτήθηκε: «υπάρχει έστω και μια περίπτωση να δεχθούμε συγκεκριμένα μέτρα;».
Μια και έξω το πικρό ποτήρι των μέτρων...
Όμως περιέργως πως, η κεντρική γραμμή της κυβέρνησης είναι πως φυσικά και δέχεται να συζητήσει για τον «μηχανισμό αυτόματης εξισορρόπησης αποκλίσεων», υπό τον όρο να συνδεθεί με την προοπτική αναδιάρθρωσης του χρέους. Έχουν αποφασίσει στρατηγικά ότι εδώ που έφτασαν, με τα κρατικά ταμεία άδεια και την αξιολόγηση σε εκκρεμότητα για πάνω από έξι μήνες, αν τα ψηφίσουν όλα, θα μπορούσαν να κερδίσουν περισσότερα από όσα διακινδυνεύουν να χάσουν. Ούτε η κυβέρνηση έχει κάνει κάποια προετοιμασία για να «δραπετεύσει», ούτε η αντιπολίτευση, όμως, δείχνει διάθεση να επιδιώξει κάτι περισσότερο από το να περιμένει να έρθει η δική της ώρα, αφού πρώτα αφήσει στον ΣΥΡΙΖΑ να πιει όλο το πικρό ποτήρι των ευθυνών που ανέλαβε. Η δε πλευρά των δανειστών είναι ικανοποιημένη που, έστω και κουτσά – στραβά, τα πράγματα προχωρούν και η Ελλάδα δεν θα απειλήσει με αποσταθεροποίηση το σύστημα. Ο μόνος πραγματικός κίνδυνος είναι το «ατύχημα», αλλά αυτό δεν προαναγγέλλεται.
Και εδώ ερχόμαστε στην αιρετική ερμηνεία που θα μπορούσε να έχει η αποδοχή του προληπτικού μνημονίου από τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή που υποστηρίζει πως στο βάθος το 4ο μνημόνιο είναι βολικό και επιθυμητό όχι μόνο από τους δανειστές που το επινόησαν για να κρατήσουν το ΔΝΤ εντός προγράμματος, αλλά και από τον Αλέξη Τσίπρα και πολύ περισσότερο από την Αξιωματική Αντιπολίτευση.
...που μπορεί να λειτουργήσει ως «χωνευτικό» εσωτερικής κατανάλωσης του 3ου μνημονίου
Όσοι υποστηρίζουν αυτήν την άποψη παρομοιάζουν το 4ο μνημόνιο σαν το «χωνευτικό» του 3ου που καλούμαστε να πληρώσουμε όλοι σήμερα. Αν η κυβέρνηση το χειριστεί έξυπνα, θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί την επερχόμενη «απειλή» των μελλοντικών περικοπών για να περάσει όχι μόνο από τη Βουλή τα νομοσχέδια, αλλά και στα στελέχη, τη βάση και τους ψηφοφόρους της, την αναγκαιότητα «οικειοποίησης» και πλήρους εφαρμογής του εμπροσθοβαρούς τρίτου μνημονίου. Γιατί τι είναι αυτά τα έξτρα μέτρα του ΔΝΤ, αν όχι ένα φόβητρο, ένας «μπαμπούλας» ότι αν δεν υλοποιηθεί μέχρι κεραίας το 3ο μνημόνιο και δεν γίνει προσπάθεια να προσεγγιστούν οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα των 6 δισ. ευρώ ετησίως, θα έρθουν τα χειρότερα για τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ έδωσε μάχη να μην περάσουν τον περασμένο Αύγουστο;
Διαβατήριο... κυβίστησης
Ίσως βρισκόμαστε πολύ κοντά στο σημείο που η κυβέρνηση θα κληθεί να υπερασπίζεται ταυτόχρονα όχι ένα αλλά δύο μνημόνια με το επιχείρημα ότι εφαρμόζονται «όσα υπογράψαμε το καλοκαίρι και τίποτα παραπάνω».
Κάποιος μάλιστα θα μπορούσε να δει και πολιτικά κίνητρα πίσω από την τακτική αυτή, εφόσον τα μνημόνια «3» και «4» αξιοποιηθούν ως διαβατήριο για τη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα λιγότερο ριζοσπαστικό και περισσότερο ευρωσοσιαλιστικό κόμμα. Δηλαδή σε ένα κόμμα που θα πληροί αρκετές από τις προδιαγραφές που θέλουν το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι για να συνεργαστούν μαζί του σε ένα δεύτερο στάδιο. Ένα δείγμα για το πώς αντιλαμβάνεται αυτήν τη μετατροπή και την επόμενη μέρα της κυβέρνησή τους αναμένεται ότι θα δώσει ο πρωθυπουργός με τον ανασχηματισμό που επίκειται μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.