Του Απόστολου Χονδρόπουλου
Υπάρχει, άραγε, δίλημμα σε σχέση με το ύφος της κάθε αντιπολιτευτικής τακτικής ή η απάντηση όπως και να τεθεί το ερώτημα, είναι μία; Εποικοδομητική αντιπολίτευση. Σε όποιους τόνους και αν ασκείται κατά περίπτωση! Και δεν μιλάμε θεωρητικά, απασχολεί σαν θέμα την ΝΔ καθώς πλησιάζει και προς το τέλος της εσωκομματικής διαδικασίας. Κατά τον Άδωνι Γεωργιάδη πρωτίστως, αλλά και κατά τον Απ. Τζιτζικώστα, η αντιπολίτευση της επίσημης ΝΔ, δηλαδή του Βαγγέλη Μεϊμαράκη, είναι «υποτονική».
Ισχύει αυτό; Αν μιλάμε, επί παραδείγματι, για τις καταγγελίες Πανούση μάλλον υπήρξε όντως «υποτονική». Αν μιλάμε όμως για τις δηλώσεις Φίλη περί Γενοκτονίας των Ποντίων, η αντιπολιτευτική διάθεση του Β. Μεϊμαράκη χτύπησε κυριολεκτικά «κόκκινο». Σε σημείο που μετά την επίθεση σε βάρος του Γ. Κουμουτσάκου να χαρακτηρίσει τον υπουργό Παιδείας «ηθικό αυτουργό». Σκληρή, αλλά καθόλου εποικοδομητική όταν φθάνει σε υπερβολές, έτσι δεν είναι;
Να έρθουμε στον Άδωνι Γεωργιάδη, κήρυκα της πιο σκληρής αντιπολιτευτικής γραμμής, που άμα εκλεγεί θα ζήσουμε, όπως λέει, συναρπαστικές στιγμές. Ουδείς είχε συνέλθει το Σάββατο από το σοκ της τρομοκρατικής βαρβαρότητας στο Παρίσι, όταν τον άκουσε να λέει ενώπιον των οπαδών του στη Θεσσαλονίκη ότι «γι' αυτό που ζει τώρα η Ευρώπη δυστυχώς η δική μας κυβέρνηση έχει ευθύνη». Μη βιαστείτε να πείτε ότι δεν καταλάβαμε ότι αναφερόταν σε συνέπειες από την αλλαγή της πολιτικής Σαμαρά στο προσφυγικό. Το ξέρουμε. Και αν το έλεγε την προηγούμενη ή την επόμενη ημέρα, κανένα θέμα. Είναι η άποψή του, σταθερή και παγκοίνως γνωστή. Αλλά την ημέρα που επέλεξε να την διατυπώσει κατ΄ αυτό τον τρόπο, εκείνο που ζούσε η Ευρώπη δεν ήταν το προσφυγικό, ήταν το τρομοκρατικό χτύπημα. Χρειαζόταν λοιπόν μία τέτοια τοποθέτηση;
Μπορείς να κάνεις αντιπολίτευση με το… γάντι, που λένε, μπορείς και με την μεγαλύτερη σκληρότητα στον πολιτικό σου λόγο. Και σε μία ορθή αντιπολιτευτική τακτική έχουν θέση και τα δύο. Αρκεί να χρησιμοποιούνται με τη σωστή αναλογία και στη σωστή στιγμή το καθένα. Διότι θα συμφωνήσουμε ότι δεν μπορεί να λες ελάχιστα σαν κόμμα για τις πολύ σοβαρές καταγγελίες Πανούση. Αλλά δεν μπορεί να γίνονται και τα πάντα αφορμή για να καταγγείλεις τον… Αλέξη Τσίπρα!
Η νέα ηγεσία της ΝΔ θα πρέπει λοιπόν, μεταξύ άλλων, να βρει και τις αντιπολιτευτικές ισορροπίες που σαν να έχουν χαθεί γενικότερα. Σε διαδρομές ανάμεσα στη συναίνεση του καλοκαιριού προκειμένου να διαφυλαχθεί η ευρωπαϊκή πορεία της χώρας και στο καθολικό εσωκομματικό αίτημα για σκληρή στάση απέναντι στα μέτρα που συνεπάγεται η υλοποίηση αυτής της συμφωνίας που η ΝΔ διακηρύττει σε όλους τους τόνους ότι είναι ιδιοκτησία Τσίπρα –Καμμένου. Δεν είναι εύκολο αυτό, παρά την πλούσια αντιπολιτευτική επιχειρηματολογία που προσφέρει η ίδια η μεταμόρφωση του ΣΥΡΙΖΑ μετά την προσγείωσή του στη σκληρή μνημονιακή πραγματικότητα! Γιατί εκτός από κριτική, απαιτείται και ρεαλισμός μπροστά σε μία οικονομική πραγματικότητα που δεν είναι εκείνη του Ιανουαρίου που έχουν ως σημείο αναφοράς πολλά στελέχη της ΝΔ.
Παράδειγμα; Ουδείς αμφισβητεί πως όλοι υποψήφιοι της ΝΔ στέκονται ιδεολογικά απέναντι στην πολιτική αύξησης των φόρων και για το λόγο αυτό είναι τόσο σκληροί στην κριτική τους προς την κυβέρνηση. Αλλά από τις αδιαμφισβήτητες προθέσεις τους, μέχρι την κατηγορηματική διαβεβαίωση του ενός ή του άλλου υποψηφίου ότι με τον ίδιο αρχηγό δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτός από τη ΝΔ κανένας νέος φόρος, πολλώ δε μάλλον ότι θα ξεκινήσει και από μία κυβέρνηση της ΝΔ η μείωσή τους, υπάρχει μία απόσταση έτσι δεν είναι; Την οποία έχει αποδειχθεί στην πράξη, ότι δημιουργεί η ίδια η οικονομική πραγματικότητα.
Ας θυμηθούμε τον Αντώνη Σαμαρά. Από την επομένη της ανάληψης της ηγεσίας της ΝΔ επαναλάμβανε παντού την θέση του υπέρ της μείωσης των φόρων. Όλων και πρωτίστως το 15% για τις επιχειρήσεις. Όποιος ανατρέξει στο αντιπολιτευτικό «Ζάππειο 2» θα διαπιστώσει πως ολόκληρη η φιλοσοφία του διαπερνάται από την ανάγκη άμεσης μείωσης των φόρων ως προϋπόθεση για την επανεκκίνηση της οικονομίας. Ως γνωστόν μόλις έγινε πρωθυπουργός δεν τους μείωσε, αλλά για σημαντικό χρονικό διάστημα τους αύξανε. Όχι επειδή το ήθελε ή πίστευε στην αποτελεσματικότητα μίας τέτοιας πολιτικής, αλλά διότι αναγκάστηκε από την πίεση των δανειστών για εδώ και τώρα αύξηση των εσόδων και επίτευξη των στόχων. Ο ίδιος λέει ότι δεν επικοινώνησε την προσωρινότητα της αύξησης των φορολογικών βαρών και αυτό ήταν το μεγαλύτερο λάθος της κυβέρνησής του. Δεν ξέρουμε! Η ουσία είναι πάντως ότι οι περισσότεροι πολίτες αξιολόγησαν στις εκλογές πολύ αρνητικά τον ΕΝΦΙΑ και το ότι αύξανε στην αρχή τους φόρους, αλλά ελάχιστα θετικά το ότι άρχισε από το μέσον της θητείας του και μετά σιγά- σιγά να τους μειώνει.
Και πάλι στον πρώην πρωθυπουργό για να θυμηθούμε τι διαφοροποιεί τη δική του αντιμνημονιακή στάση προς την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ από εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στη δική του κυβέρνηση. Το γεγονός ότι η ΝΔ ακόμη και στις πιο αντιμνημονιακές της στιγμές ψήφιζε κάθε τι διαρθρωτικό. Αν θυμόμαστε καλά περίπου το 50% των ρυθμίσεων που είχε φέρει τότε η κυβέρνηση Παπανδρέου. Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ δεν στήριξε σαν αξιωματική αντιπολίτευση τίποτα και ποτέ! Μόνο που τώρα, ως κυβέρνηση, υποχρεώνεται από τους δανειστές να εφαρμόσει και πολλές διαρθρωτικές αλλαγές που εκκρεμούσαν από τις ημέρες των προκατόχων της και που αρκετές εξ αυτών κινούνται εντός ιδεολογικής σφαίρας της ΝΔ. Άρα είναι μονόδρομος να τις στηρίξει με τους όποιους αστερίσκους.
Άμα ο αντιπολιτευτικός οίστρος της νέας ηγεσίας αρχίσει να συμπαρασύρει μαζί με τα ξερά της υπερφορολόγησης και κάποια χλωρά των μεταρρυθμίσεων ή εάν ο όποιος νέος αρχηγός υποκύψει στον πειρασμό της ανάληψης δεσμεύσεων που δεν είναι καθόλου βέβαιο πως είναι μόνο στο χέρι της ΝΔ να υλοποιήσει, ίσως το πρόσημο της αντιπολιτευτικής τακτικής σύντομα να μην εκληφθεί ως θετικό από τις ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις. Από τους πολίτες δηλαδή πέραν του στενού κομματικού πυρήνα, τους οποίους θέλει η ΝΔ να μην είναι "περαστικοί" από τις εσωκομματικές κάλπες της Κυριακής, αλλά να μείνουν σταθερά δίπλα της και την «επόμενη ημέρα».