Συζητείται αυτές τις μέρες στη Βουλή το εργασιακό νομοσχέδιο με την αντιπολίτευση, όπως άλλωστε κάνει συχνά, να το θεωρεί αιτία «πολέμου» και να το καταγγέλλει ως εξόχως αντεργατικό και φυσικά αντιδημοκρατικό. Η Κυβέρνηση και οι κυβερνητικοί βουλευτές εστιάζουμε μόνο στις πολλές φιλεργατικές διατάξεις του και σε ορισμένες που περιορίζουν την ασυδοσία ορισμένων συνδικαλιστικών μειοψηφιών. Την παγίδα αυτή δεν κατάφερα ούτε προσωπικά να αποφύγω στην παρέμβαση μου στη Βουλή.
Με απλά λόγια εννοώ, ότι η συζήτηση περιστρέφεται μονομερώς γύρω από το δίκιο του εργάτη και καθόλου του εργοδότη, είτε είναι μικρομεσαίος επαγγελματίας είτε μεγάλος επιχειρηματίας-επενδυτής. Δηλαδή γύρω από αυτούς που κινούν την οικονομία, αυτούς που δεν επέλεξαν την ασφάλεια του δημοσίου και πάνω από τους οποίους πέρασε ο οδοστρωτήρας των μνημονίων και της πανδημίας.
Έχουν και αυτοί δικαιώματα. Δεν υπάρχει μόνο ο «κακός» εργοδότης, αλλά και ο «κακός» εργαζόμενος. Ο δεύτερος μπορεί να καταφεύγει σε προστασία, αλλά και σε επίδομα ανεργίας. Ο πρώτος ποτέ. Η σχέση εργοδότη-εργαζόμενου δεν είναι πάντα ετεροβαρής υπέρ του πρώτου, ειδικά όταν η επιχείρηση έχει δουλειά ή στον κλάδο που δραστηριοποιείται δεν υπάρχει ανεργία.Ο εκβιασμός κάλλιστα μπορεί να προέρχεται και από τον δεύτερο.
Καλώς η σημερινή κυβέρνηση έχει ήδη καταργήσει τον βάσιμο λόγο απόλυσης, που θέσπισε η προηγούμενη. Κατήργησε ,δηλαδή, την διάταξη που προέβλεπε ,ότι ακόμη και στη μικρομεσαία επιχείρηση όταν ένας εργαζόμενος απολυθεί και προσφύγει στα δικαστήρια, το βάρος της απόδειξης για το λόγο απόλυσης πρέπει να τον έχει ο εργοδότης.
Καλώς, επίσης, φέρνει στο παρόν νομοσχέδιο ως εναλλακτική λύση την μεγαλύτερη αποζημίωση έναντι της επαναπρόσληψης, αν δικαστικά δικαιωθεί ο εργαζόμενος που απολύεται, διότι η σχέση θα έχει πλέον διαταραχθεί πλήρως.
Προσωπικά πιστεύω επίσης ότι η διευθέτηση του χρόνου εργασίας, η οποία δεν έχει σχέση με τις υπερωρίες ,δεν βοηθά μόνο τον εργαζόμενο, αλλά και γενικότερα την επιχείρηση και τον επαγγελματία. Απαιτεί τη σύμφωνη γνώμη του εργαζόμενου, αλλά θα χρησιμοποιηθεί και για την ανάπτυξη επιχειρήσεων με εποχικά ανεβοκατεβάσματα του όγκου εργασίας. Αυτές, μάλιστα, οι επιχειρήσεις θα μπορούν να κάνουν και προσλήψεις αορίστου χρόνου και όχι συνεχώς ανανεούμενες ορισμένου χρόνου.
Οι ρυθμίσεις, επίσης, του νομοσχεδίου για την εργασία τα Σαββατοκύριακα, σε ορισμένους κλάδους είναι απόλυτα αναγκαίες. Δε μπορούμε να επιθυμούμε να καταστήσουμε τη χώρα διαμετακομιστικό κέντρο στην Νοτιοανατολική Ευρώπη και να πληρώνουν οι επιχειρήσεις του κλάδου επιπλέον εργατικές αμοιβές για τα Σαββατοκύριακα ή να είναι αναγκασμένες να δίνουν ρεπό την ίδια εβδομάδα.
* Ο Στράτος Σιμόπουλος είναι Βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης, Ηλεκτρολόγος Μηχανικός, πρώην Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Έργων. Περισσότερα άρθρα και απόψεις του μπορείτε να διαβάσετε στο site www.efsimopoulos.gr