Την ανησυχία της για τη συνεχιζόμενη και κλιμακούμενη καταστολή που έχει επιβληθεί στην Τουρκία και η οποία έχει περιορίσει το ζωτικό έργο των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εκφράζει η Διεθνής Αμνηστία με νέα έκθεσή της.
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, μέρη της κοινωνίας στην Τουρκία παραμένουν σε κατάσταση συνεχούς φόβου ενώ όπως τονίζεται στην έκθεση «Αντίσταση στη θύελλα: Υπερασπίζοντας τα ανθρώπινα δικαιώματα μέσα στο κλίμα φόβου της Τουρκίας», λίγες πτυχές της κάποτε ζωντανής και ανεξάρτητης κοινωνίας των πολιτών της Τουρκίας, έχουν παραμείνει ανέγγιχτες από τη συνεχιζόμενη κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Η μεγάλη καταστολή έχει οδηγήσει σε μαζικές συλλήψεις και απολύσεις, στην αποδυνάμωση του νομικού συστήματος και στη φίμωση των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μέσω απειλών, παρενοχλήσεων και φυλακίσεων.
«Ενώ η φυλάκιση των δημοσιογράφων και των ακτιβιστών/ακτιβιστριών μπορεί να έγινε πρωτοσέλιδο, ο βαθύς αντίκτυπος που είχε η τουρκική καταστολή στην ευρύτερη κοινωνία είναι πιο δύσκολο να μετρηθεί, αλλά δεν είναι λιγότερο πραγματικός», δήλωσε η Γκάουρι Βαν Γκούλικ, διευθύντρια της Διεθνούς Αμνηστίας για την Ευρώπη.
«Κάτω από το μανδύα της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, οι τουρκικές αρχές επέλεξαν σκόπιμα και μεθοδικά να διαλύσουν την κοινωνία των πολιτών, να φυλακίσουν υπερασπιστές και υπερασπίστριες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, να κλείσουν οργανώσεις και να δημιουργήσουν ένα ασφυκτικό κλίμα φόβου», πρόσθεσε η Βαν Γκούλικ.
Σημειώνεται ότι η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, που κηρύχθηκε τον Ιούλιο του 2016 ως προσωρινό ειδικό μέτρο μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος, ανανεώθηκε για έβδομη φορά την περασμένη εβδομάδα. Κάτω από την επιβολή της, τα δικαιώματα στην ελευθερία έκφρασης, στην ελευθερία και την ασφάλεια και σε δίκαια δίκη έχουν υποβαθμιστεί. Με αυτόν τον τρόπο, παραβιάστηκε η τελευταία γραμμή άμυνας για κάθε υγιή κοινωνία και ιδιαίτερα το έργο των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Οι απαγορεύσεις των δημόσιων συγκεντρώσεων σε πόλεις της Τουρκίας έχουν περιορίσει τα δικαιώματα του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι. Στο μεταξύ, περισσότεροι από 100.000 άνθρωποι αντιμετώπισαν ποινικές έρευνες και τουλάχιστον 50.000 άνθρωποι φυλακίστηκαν εν αναμονή της δίκης τους. Περισσότεροι από 107.000 υπάλληλοι του δημοσίου τομέα έχουν απολυθεί με συνοπτικές διαδικασίες.
Δίωξη και κράτηση
Πολλοί από τους πιο διακεκριμένους δημοσιογράφους και υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της χώρας, όπως ο Tανέρ Κιλίτς, επίτιμος πρόεδρος της Διεθνούς Αμνηστίας Τουρκίας, έχουν φυλακιστεί με αβάσιμες κατηγορίες για τρομοκρατία. Αλλά οι συλλήψεις τους αποτελούν απλά τη κορυφή του παγόβουνου.
Οι νόμοι για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και οι χαλκευμένες κατηγορίες σχετικά με το πραξικόπημα χρησιμοποιούνται για να στοχεύσουν και να σιωπήσουν όσους και όσες ειρηνικά κα εύλογα εκφράζουν τη διαφωνία τους. Διακεκριμένοι δημοσιογράφοι, ακαδημαϊκοί, υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και άλλα μέλη της κοινωνίας των πολιτών υπόκεινται σε αυθαίρετη κράτηση, διώξεις και, εφόσον κριθούν ένοχοι μέσα από μη δίκαιες δίκες, αντιμετωπίζουν μεγάλες ποινές.
Τον Φεβρουάριο, δόθηκαν στους δημοσιογράφους Nαζλί Ιλιτσάκ, Aχμέτ Αλτάν και Μεχμέτ Αλτάν ποινές ισόβιας κάθειρξης χωρίς αναστολή για «προσπάθεια ανατροπής της συνταγματικής τάξης» απλά και μόνο επειδή ασκούσαν το δημοσιογραφικό τους έργο. Η ίδια ποινή θα μπορούσε να επιβληθεί και στον δικηγόρο για τα ανθρώπινα δικαιώματα και αρθρογράφο, Orhan Kemal Cengiz, για κριτικά σχόλια που έκανε σε κοινωνικά μέσα δικτύωσης, σε ομιλίες και σε στήλες του. Η απόφαση για την υπόθεσή του αναμένεται στις 11 Μαΐου.
Η υπερασπίστρια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, Δρ. Σεμπνέμ Κορούρ Φινκανσί, είπε στη Διεθνή Αμνηστία: «Έχω μια μικρή τσάντα έτοιμη στο σπίτι» για την περίπτωση σύλληψης της. Ο Oσμάν Ισί, Γενικός Γραμματέας της Ένωσης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, δήλωσε στη Διεθνή Αμνηστία: «Στόχος είναι να διατηρηθεί το κλίμα φόβου. Είναι αυθαίρετο. Δεν είναι προβλέψιμο. Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί αποτελεσματικά, οπότε υπάρχει ατιμωρησία».
Εκφοβισμός και φίμωση όσων ασκούν κριτική
Η καταστολή όσων εκφράζουν τη διαφωνία τους έχει μία ανατριχιαστική συνέπεια στην ελευθερία της έκφρασης σε ολόκληρη τη χώρα. Η δικηγόρος και υπερασπίστρια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Eρέν Κεσκίν, η οποία αντιμετωπίζει 140 ξεχωριστές διώξεις, απαγόρευση εξόδου και ποινές φυλάκισης εν αναμονή της έφεσης, δήλωσε στη Διεθνή Αμνηστία: «Προσπαθώ να εκφράσω τις απόψεις μου ελεύθερα, αλλά επίσης αισθάνομαι έντονα την ανάγκη να σκέφτομαι δύο φορές πριν μιλήσω ή γράψω».
Καθώς η τουρκική στρατιωτική επίθεση στο Afrin της Βόρειας Συρίας ξεκίνησε στις 20 Ιανουαρίου 2018, εκατοντάδες άτομα στοχοποιήθηκαν επειδή εξέφρασαν την αντίθεσή τους στην επέμβαση. Σύμφωνα με το Υπουργείο Εσωτερικών, μέχρι τις 26 Φεβρουαρίου, 845 άνθρωποι κρατήθηκαν για δημοσιεύσεις τους σε κοινωνικά μέσα δικτύωσης, 643 άτομα υποβλήθηκαν σε δικαστικές διαδικασίες και 1.719 λογαριασμοί κοινωνικών μέσων δικτύωσης εξετάστηκαν σε σχέση με το Afrin.
Ένας ακτιβιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ο Αλι Ερόλ, ήταν υπό κράτηση για πέντε μέρες μετά την αναδημοσίευση μέσω twitter μίας εικόνας ενός δέντρου ελιάς μαζί με αντιπολεμικά hashtags. Αντιμετωπίζει ποινική έρευνα για «προπαγάνδα για τρομοκρατική οργάνωση» και «υποκίνηση του λαού στο μίσος και την εχθρότητα».
Τον Μάρτιο, περισσότεροι από 20 φοιτητές τέθηκαν σε αστυνομική κράτηση γιατί συμμετείχαν σε μια αντιπολεμική διαμαρτυρία στην πανεπιστημιούπολη. Δέκα, τελικά, προφυλακίστηκαν εν αναμονή της δίκης τους.
Κλείσιμο των ΜΚΟ και περιθωριοποίηση ομάδων
Περισσότεροι από 1.300 ΜΚΟ έκλεισαν οριστικά υπό το πρίσμα της κατάστασης έκτακτης ανάγκης για απροσδιόριστους δεσμούς με «τρομοκρατικές» οργανώσεις. Μέσα σε αυτές και οργανώσεις που κάποτε πραγματοποίησαν ζωτικής σημασίας έργο υποστηρίζοντας ομάδες όπως επιζώντες σεξουαλικής και άλλης έμφυλης βίας, εκτοπισμένους ανθρώπους και παιδιά.
Η Ζόζαν Οσγκόκτσε, μέλος της Ένωσης Γυναικών Van, δήλωσε στη Διεθνή Αμνηστία: «Υπάρχει πλέον ένα τεράστιο κενό στην παροχή συμβουλών και υποστήριξης σε επιζώντες. Πραγματικά ραγίζει η καρδιά μου».
Η οργάνωση, που είχε ως μοναδικό στόχο να υποστηρίξει τις γυναίκες στις δυσπρόσιτες αγροτικές κοινότητες της ανατολικής Τουρκίας, βοήθησε στην ευαισθητοποίηση των παιδιών για τη σεξουαλική κακοποίηση και πρόσφερε κατάρτιση για ηγετικούς ρόλους και οικονομικές γνώσεις σε γυναίκες. Είναι πλέον κλειστή.
Οι οργανώσεις των ΛΟΑΤΙ μιλάνε για μία προσπάθεια «περιθωριοποίησής» τους καθώς απαγορεύτηκαν δημόσιες εκδηλώσεις όπως οι παρελάσεις υπερηφάνειας και τα φεστιβάλ ταινιών σε διάφορες πόλεις.
Ένας ακτιβιστής είπε στη Διεθνή Αμνηστία: «Σήμερα οι περισσότεροι άνθρωποι της ΛΟΑΤΙ + κοινότητας στην Τουρκία ζουν σε κλίμα φόβου περισσότερο από ποτέ. Μέσα στη γενική καταστολή της ελευθερίας της έκφρασης, οι ΛΟΑΤΙ+ πιστεύουν ότι οι χώροι όπου μπορούν να είναι οι εαυτοί τους μειώνονται δραστικά».
«Τα έκτακτα μέτρα γίνονται όλο και περισσότερο καθημερινότητα στην Τουρκία και παρά την ολέθρια, σκόπιμη και στοχευμένη επίθεση εναντίον ατόμων και ομάδων, υπάρχουν ακόμα γενναίοι άνθρωποι στην Τουρκία πρόθυμοι να αντιταχθούν και να μιλήσουν», δήλωσε η Γκάουρι Βαν Γκούλικ.
«Η διεθνής κοινότητα πρέπει να σταθεί μαζί τους και να καλέσει τις τουρκικές αρχές να άρουν τους περιορισμούς στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, να σταματήσουν την καταστολή των ελευθεριών και να άρουν το κλίμα φόβου και εκφοβισμού».