H αλήθεια είναι ότι δεν είμαι λάτρης των debates με τον τρόπο που γίνονται στην Ελλάδα. Πλήρης τυποποίηση, έλλειψη διαλόγου, παράλληλοι μονόλογοι δεν τα καθιστούν και ελκυστικά. Χθες είχα την αίσθηση ότι ήταν πιο ζωντανό. Λίγες και οριακές αλλαγές στη διαδικασία το κατέστησαν έστω λίγο πιο ενδιαφέρον. Ταυτόχρονα έδωσε τη δυνατότητα να φανούν κάποιες έστω διαφορές που υπάρχουν και μάλιστα ανάμεσα σε στελέχη υποψηφίους προέδρους κόμματος.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα η στάση απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ, η αυστηροποίηση ή όχι των ποινών, οι λόγοι που δεν επέτρεψαν την καθιέρωση της ψηφιακής ψήφου στις εκλογές του ΚΙΝΑΛ, η βούληση να δημιουργηθεί ένα ανοιχτό κόμμα ή να συνεχίσει να υπάρχει ένα μικρό κόμμα μηχανισμών. Όχι ότι δόθηκε χώρος για ουσιαστική συζήτηση, για να πέσει φως, ότι δεν είχε στοιχεία σούπας. Ήταν όμως ένα βήμα που δείχνει πόσα πολλά βήματα πρέπει να γίνουν για να έχουμε πραγματικά, ζωντανά, ενδιαφέροντα debates όπως σε άλλες χώρες.
Ας το κρατήσουμε αυτό ως συλλογικό κεκτημένο και μαζί μ΄ αυτό ας αναφέρουμε ένα μείζον ακατανόητο έλλειμμα που είχε αυτό το debate. Την απουσία του ενός από τους έξι υποψηφίους, του Γιώργου Παπανδρέου. Και το μεν debate πέτυχε όσο πέτυχε, η απουσία του όμως συνεχίζει να αποτελεί πολιτικό και επικοινωνιακό λάθος που από μόνο του τροφοδοτεί ερωτηματικά. Πώς ένας πρώην Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και Πρωθυπουργός μπορεί να απουσιάζει από μια διαδικασία που έρευνες έδειχναν ότι έχει συγκεντρώσει μεγάλο ενδιαφέρον των πολιτών; Δείχνει αυτό υποτίμηση των άλλων πέντε υποψηφίων;
Δείχνει ένα μη καλό μέτρημα για το πως μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτή η πολιτική συμπεριφορά από εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες; Πώς συμβιβάζονται αυτά με την αστική ευπρέπεια και τη δημοκρατικότητα του Γιώργου Παπανδρέου; Υπήρχαν φοβίες για τη συμμετοχή; Δεν μπορώ να γνωρίζω. Ωστόσο, ήταν ένα κραυγαλέο επικοινωνιακό λάθος από έναν υποψήφιο που ερχόταν τρίτος στις δημοσκοπήσεις για την πρόθεση ψήφου με όλη την επικινδυνότητα πρόβλεψης λόγω μεγάλου εύρους στατιστικών λαθών των αποτελεσμάτων των ερευνών, όμως σίγουρα ήταν τελευταίος στη δημοφιλία. Είχε επομένως κάθε λόγο να δώσει το παρών, να δείξει σεβασμό στον διάλογο και να διεκδικήσει ψήφους. Μ΄ αυτή την έννοια ο Γιώργος Παπανδρέου ήταν ο μεγάλος ηττημένος της βραδιάς. Προκαλεί, δε, εντύπωση που μόνο ένας υποψήφιος το έθιξε ευγενικά και διακριτικά.
Από εκεί και πέρα ένα ερώτημα είναι πόσο μπορεί να επηρεάσει ένα debate. Πιστεύω ότι σε κάποιες κατηγορίες μπορεί να επηρέασε. Τόνωσε, έπεισε βασικά λόγω των συνεχών παρεμβάσεων υπέρ της μαζικής συμμετοχής, πιθανά να επέδρασε σε αναποφάσιστους και ακόμα πιο δύσκολα σε πολίτες που κατ΄ αρχήν έχουν επιλέξει χωρίς να έχουν οριστικοποιήσει την επιλογή τους. Δεν ήταν δηλαδή χωρίς κανένα αποτέλεσμα.
Το ερώτημα είναι αν κέρδισε κάποιος στα σημεία. Ας τους δούμε έναν, έναν.
Ο Ανδρέας Λοβέρδος επιβεβαίωσε αν μη τι άλλο ότι είναι ο υποψήφιος με τις πιο σαφείς, καθαρές θέσεις και αυτό του επιτρέπει να επικοινωνεί με ευρύτερα ακροατήρια. Μπορεί κάποιος να συμφωνεί ή να διαφωνεί μαζί του, εξέπεμψε όμως καθαρά μηνύματα.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει την εμπειρία να μπορεί να είναι πιο σαφής στις απαντήσεις του. Έχει διεθνή εμπειρία, ερεθίσματα μιας πλούσιας πολιτικής πορείας και το έδειξε. Έχει μείζον θέμα με την επιλογή του να μη παραιτηθεί από ευρωβουλευτής ακόμα και αν εκλεγεί πρόεδρος και κυρίως ως μη κοινοβουλευτικός, πως θα λειτουργήσει ένα κόμμα που θα έχει άλλο Πρόεδρο και άλλο Πρόεδρο της Κ.Ο. Δεν είναι τυχαίο ότι δύο δημοσιογράφοι του έκαναν την ίδια ουσιαστικά ερώτηση.
Ο Παύλος Χρηστίδης ήταν η έκπληξη στις πρώτες τρεις ερωτήσεις δείχνοντας ότι έχει εκπαιδευτεί ως εκπρόσωπος Τύπου. Στάθηκε με σοβαρότητα και συγκρότηση, έδειξε άνεση.
Ο Χάρης Καστανίδης έδειξε την εμπειρία του, τη συγκρότησή του. Έδειξε όμως και επιλεκτική ανάγνωση της ιστορίας του ΠΑΣΟΚ. Για παράδειγμα, η περίοδος του Κώστα Σημίτη δεν είχε προσφορά μόνο τα μεγάλα έργα όπως και να τη δεις.
Ο Παύλος Γερουλάνος έδειξε πολιτικός με ευαισθησίες, αναζητήσεις για τις αναγκαίες αλλαγές στο πολιτικό σύστημα.
Στο σύνολό τους έδειξαν ότι ο χώρος έχει ικανά στελέχη με πιο σύγχρονες ή και πιο ξεπερασμένες θέσεις.
Ένα debate τέλειωσε και η ζωή συνεχίζεται. Πολλά έμειναν ασαφή ή αναπάντητα. Αυτή η επανάληψη περί Σοσιαλδημοκρατίας κουράζει αν δεν στηρίζεται κατάλληλα και όταν ξεχνιέται ότι στη Γερμανία οι Σοσιαλδημοκράτες νίκησαν με τη δεύτερη ή τρίτη χειρότερη μεταπολεμική εκλογική επίδοση επειδή απλά οι Χριστιανοδημοκράτες σημείωσαν τη χειρότερη.
Κουράζει όταν δεν συνδέεται με αναφορές σε συγκεκριμένες πολιτικές απέναντι στα κρίσιμα προβλήματα της εποχής, συνδυάζεται, δε, με αμηχανία όταν ένας δημοσιογράφος σαν τον Παύλο Τσίμα ερωτά «την περίοδο της πανδημίας το Κράτος επί μη σοσιαλδημοκρατικής Κυβέρνησης ξόδεψε 44 δισ. ευρώ για τη στήριξη ΕΣΥ, επιχειρήσεων, εργαζομένων. Τι άλλο θα έκανε μια Σοσιαλδημοκρατική Κυβέρνηση». Όπως κουράζει η μη απάντηση για τη δυνατότητα ή μη δημιουργίας κυβερνήσεων συνεργασίας και με ποιον, αν καταστεί αναγκαίο.
Πέντε μέρες έμειναν μέχρι τις 5 Δεκεμβρίου και η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πόσο θα θυμούνται το σημερινό debate την ώρα της ψήφου. Το ΚΙΝΑΛ έχει μια ευκαιρία να ξεφύγει από τη ζωή της στασιμότητας. Αυτό απαιτεί ικανό ηγέτη, ανασυγκρότηση, ιδεολογική - πολιτική αποσαφήνιση, καθαρές επιλογές, αφήγημα που να βλέπει μέλλον. Θα τα καταφέρει; Θα δούμε...
* Ο Ζαχαρίας Ζούπης είναι υπεύθυνος ερευνών της Opinion Poll