Τη διαβεβαίωση ότι δεν τίθεται θέμα προληπτικής πιστοληπτικής γραμμής έδωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, μιλώντας στον ρ/σ 24/7, χαρακτηρίζοντας ως αποκυήματα της φαντασίας πολλά από όσα έχουν δημοσιευθεί στον Τύπο τις τελευταίες ημέρες.
Ειδικότερα για το ζήτημα δήλωσε: «Από την πλευρά των θεσμών, των κρατών-μελών της Ε.Ε. και της ελληνικής κυβέρνησης έχουν γίνει αρκετά πράγματα σαφή ως προς τη διαδικασία και το χρονοδιάγραμμα των διαπραγματεύσεων.
Αρκετοί έχουν πει ότι δεν τίθεται θέμα πιστοληπτικής γραμμής στήριξης. Αλλά και από την ελληνική πλευρά καθώς αυτό αντιβαίνει αυτά που έχουν συμφωνηθεί στο EG του Ιουνίου 2017. Δεν υπάρχει νόημα να δίνεται συνέχεια σε τέτοια σενάρια».
Ο κ. Τζανακόπουλος σημείωσε ότι το βασικό θέμα της συζήτησης επικεντρώνεται στο αναπτυξιακό σχέδιο, στο οποίο «φιλοδοξούμε να καταλήξουμε σε μεγάλο βαθμό μέχρι τις 27 Απρίλη».
Ερωτηθείς για το πάγωμα της μείωσης των συντάξεων από το 2019, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο και είπε ότι όλα εξαρτώνται και από τα δημοσιονομικά αποτελέσματα. «Το κύριο ζήτημα που μας απασχολεί» είπε ο κ. Τζανακόπουλος, «είναι να καταλήξουμε με τους εταίρους μας για το συνολικό στρατηγικό σχέδιο».
Τόνισε ότι συνολικά η ελληνική οικονομία έχει υπεραποδώσει, κάτι που οφείλεται στην πολύ καλύτερη πορεία των εσόδων, όπως είπε, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τα ασφαλιστικά ταμεία και εξέφρασε την εκτίμηση ότι αυτό θα συνεκτιμηθεί από τους εταίρους μας.
Αναφορικά με όσα έχουν δημοσιευθεί για μείωση του αφορολόγητου, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε, ότι δεν έχει υπάρξει κανένα τέτοιο αίτημα και εξέφρασε την εκτίμηση ότι δεν θα ζητηθεί κάτι τέτοιο. Εξάλλου, όπως είπε, ακόμα και αν τεθεί, δεν πρόκειται να γίνει δεκτό, εφόσον δεν προκύπτει από τα δημοσιονομικά αποτελέσματα μία τέτοια ανάγκη.
Σχετικά με το ύψος του κατώτατου μισθού, μετά το τέλος του προγράμματος, ο κ. Τζανακόπουλος απάντησε ότι η στρατηγική της κυβέρνησης είναι να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις και για την ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων με την επαναφορά των ρυθμίσεων για την αγορά εργασίας και τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, καθώς και να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός σταδιακά, αφού, ειδικά από το 2012 και μετά, έχουν υπάρξει μειώσεις και κατά την άποψη της κυβέρνησης έχει και αντιαναπτυξιακά αποτελέσματα.
Σε ό,τι αφορά την τέταρτη αξιολόγηση, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σημείωσε ότι δεν υπάρχει χρόνος για αναβολές, καθώς τον Αύγουστο ολοκληρώνεται το πρόγραμμα και μέχρι τις 21 Ιουνίου θα πρέπει να έχουμε καταλήξει σε συμφωνία για τους όρους της μεταπρογραμματικής εποπτείας της ελληνικής οικονομίας και της ρύθμισης του ελληνικού χρέους. «Δεν έχουμε σκοπό να καθυστερήσουμε και δεν θα καθυστερήσουμε» όπως είπε.
Ερωτηθείς για το Συμβούλιο της Επικρατείας, σχετικά με τα δημοσιεύματα περί ακύρωσης του ασφαλιστικού νόμου Κατρούγκαλου, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αρνήθηκε να σχολιάσει φημολογίες, είπε ωστόσο ότι οι διασκέψεις συνεχίζονται και δεν υπάρχει απόφαση. Σε κάθε περίπτωση, είπε, εφόσον υπάρξουν διατάξεις που έρχονται σε αντίθεση με το Σύνταγμα, θα τροποποιηθούν, καθώς έτσι λειτουργεί το νομικό σύστημα.
Σχετικά με την απόφαση του ΣτΕ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε: «Το ΣτΕ πρέπει να ελέγχει τις διοικητικές πράξεις αλλά και το συνταγματικό έλεγχο των νόμων. Εφόσον βρίσκει ότι κάποιες διατάξεις έρχονται σε αντίθεση με το Σύνταγμα τότε αυτές θα τροποποιούνται δεόντως».
Επίσης, για την συνταγματική αναθεώρηση, ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης είπε, ότι μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος, η κυβέρνηση θα εστιάσει στο ζήτημα επίτευξης των μεγαλύτερων δυνατών κοινωνικών συγκλίσεων. Ειδικά για το Κίνημα Αλλαγής, είπε ότι μπορούν να υπάρξουν συγκλίσεις σε ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, αλλά προϋπόθεση είναι να υπάρχει και η αντίστοιχη βούληση από την άλλη πλευρά. Προσέθεσε δε ότι το Κίνημα Αλλαγής πρέπει να δει προς ποια κατεύθυνση θέλει να κινηθεί.
Σχολιάζοντας στη συνέχεια το ζήτημα της ονομασίας της πΓΔΜ επισήμανε ότι υπάρχουν οι πολιτικές προϋποθέσεις αλλά και η πολιτική βούληση για να επιτευχθεί συμφωνία ωστόσο κατά τις διαπραγματεύσεις πρέπει να καλυφθεί αρκετός ακόμη δρόμος.
«Εάν υπάρξει συμφωνία θα επιδιωχθεί η ευρύτερη δυνατή κοινοβουλευτική συναίνεση», τόνισε.
Τέλος, για το ενδεχόμενο θερμού επεισοδίου με την Τουρκία, τόνισε ότι η ελληνική πλευρά παρακολουθεί την κατάσταση και βρίσκεται σε απόλυτη εγρήγορση.
«Υπάρχει προβληματισμός και για την κατάσταση μεγάλης έντασης στη Συρία που περιπλέκει ακόμη περισσότερο τα πράγματα», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Δ. Τζανακόπουλος.