Βρετανοί βουλευτές καταθέτουν νομοσχέδιο για τα Γλυπτά του Παρθενώνα

Βρετανοί βουλευτές καταθέτουν νομοσχέδιο για τα Γλυπτά του Παρθενώνα

Της Αντιγόνης Καρατάσου

Νόμο για την επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα καταθέτουν για πρώτη φορά στο Βρετανικό Κοινοβούλιο βουλευτές από όλες τις παρατάξεις. Εμπνευστής της πρωτοβουλίας είναι ο Μαρκ Γουίλιαμς, βουλευτής των Φιλελεύθερων Δημοκρατών και τη συνυπογράφουν ακολουθώντας τον ένας βουλευτής των Συντηρητικών, και ακόμη 10 βουλευτές του Εργατικού Κόμματος και άλλων κομμάτων. Η πρόταση νόμου κατατίθεται σήμερα, ακριβώς στην επέτειο έναρξης ισχύος της πράξης με την οποία το βρετανικό κοινοβούλιο αγόρασε πριν από 200 χρόνια τα παρθενώνεια γλυπτά από τον λόρδο Ελγιν, ο οποίος τα έκλεψε από την κατεχόμενη τότε Ελλάδα.

Η απόφαση του κοινοβουλίου ελήφθη στις 7 Ιουνίου του 1816 και τέθηκε σε ισχύ σαν σήμερα. «Είναι καιρός να κάνουμε μια ευγενική πράξη» δηλώνει ο κ. Γουίλιαμς «ώστε να διορθώσουμε ένα λάθος 200 ετών. Αυτά τα υπέροχα έργα τέχνης πριονίστηκαν βίαια και σύρθηκαν μακριά από τον Παρθενώνα. Το νομοσχέδιό μας θα ακυρώσει ό,τι έκανε το Βρετανικό κοινοβούλιο πριν από δύο αιώνες.»

Ο μέχρι πέρυσι βουλευτής των Φιλελεύθερων Δημοκρατών Άντριου Τζορτζ,  και Πρόεδρος της βρετανικής οργάνωσης Marbles Reunited, χαιρέτισε την κίνηση και σχολίασε ότι τα γλυπτά του Παρθενώνα είναι «μερικές από τις πιο αξιόλογες αρχαιότητες στον κόσμο» και οι άνθρωποι θα πρέπει να είναι σε θέση να τις βλέπουν ενωμένες. Συμπλήρωσε επίσης ότι πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη «αυτό το αίτημα που ξεκάθαρα έχει μεγάλη σημασία για το λαό της Ελλάδας». 

Ο ίδιος σημείωσε ότι η επιχειρηματολογία υπέρ της επανένωσης των Γλυπτών ενισχύεται περισσότερο μετά από την απόφαση των Βρετανών υπέρ του Brexit. «Θα ήταν προς το βρετανικό συμφέρον να επιδείξουμε ότι η έξοδός μας από την ΕΕ δεν συνεπάγεται την ομφαλοσκόπηση και τη ξενοφοβία έναντι της ΕΕ από μέρους μας, αλλά ότι γινόμαστε πιο σίγουροι για τον εαυτό μας, περισσότεροι ικανοί να επιδείξουμε μεγαλοψυχία. Και θα δε θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερη επίδειξη αυτής της γενναιοδωρίας και μεγαλοψυχίας από να κάνουμε αυτό που θα ήταν το σωστό για τους Έλληνες», δήλωσε στην εφημερίδα Independent ο Α. Τζορτζ.

Ο νόμος προβλέπει «μεταβίβαση της κυριότητας και επιστροφή στην Ελλάδα» των Γλυπτών του Παρθενώνα, και ακυρώνει τόσο την πράξη του 1816 όσο και εκείνη του 1963, με την οποία η Μεγάλη Βρετανία προσπάθησε να κατοχυρώσει νομικά τη διάτρητη και έωλη απόφαση του κοινοβουλίου κατά το 1816. Η κυριότητα των παρθενώνειων αριστουργημάτων μεταβιβάζεται στην κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας αφού προηγηθεί διαβούλευση με τους επιτρόπους του Βρετανικού Μουσείου, τους εκπροσώπους της ελληνικής κυβέρνησης και κάθε άλλο πρόσωπο, οργανισμό ή θεσμό που κρίνει αναγκαίο το βρετανικό Υπουργείο Εσωτερικών. Η Ελλάδα είναι υπεύθυνη για την ασφαλή μεταφορά και την καλή έκθεση των γλυπτών και πληρώνει όλα τα έξοδα.

Ταυτοχρόνως, οι βρετανοί βουλευτές λαμβάνουν πρόνοια ώστε να μην αδειάσουν και τα λεγόμενα «αυτοκρατορικά» μουσεία. Σε ειδικό άρθρο του νομοσχεδίου προβλέπεται πως δεν ισχύει για οτιδήποτε δεν προσδιορίζεται «ως μέρος της συγκεκριμένης συλλογής». Και για όσους δεν κατάλαβαν, το σχέδιο νόμου γίνεται ακόμα πιο συγκεκριμένο: «Τίποτε σε αυτό τον Νόμο δεν ερμηνεύεται ως εφαρμοζόμενο σε κάθε τεχνούργημα που αποτελεί μέρος μιας συλλογής ενός εθνικού μουσείου ή μιας γκαλερί εκτός από τα τεχνουργήματα που αναφέρονται στο κεφάλαιο 1» (σ.σ. τα μάρμαρα του Παρθενώνα). 

Ο νόμος τίθεται σε ισχύ μια μέρα μετά την υπογραφή του από τη Βασίλισσα. Πάντως, αυτή η ενδιαφέρουσα κίνηση δεν έχει πολλές πιθανότητες να πετύχει, καθώς οι βρετανοί βουλευτές κάθε άλλο παρά συντάσσονται κατά πλειοψηφία υπέρ της επιστροφής. Σε αντίθεση με το βρετανικό κοινό, που συμφωνεί με συντριπτικά ποσοστά.