Ξεχώρισα την παρατήρηση, που περιλαμβάνει ο τίτλος του άρθρου, από την ομιλία Μητσοτάκη στη Βουλή, προ δύο ημερών, επειδή λέει πολλά με «δυο λόγια». Αφορά όλους, αλλά κυρίως την επιχειρηματικότητα. Προφανώς και τα δύο μέρη της, το κεφάλαιο και την εργασία. Η νέα κρίση θα απαιτήσει νέα επιχειρηματική οργάνωση. Χρειαζόμαστε νέους συνδυασμούς μεταξύ των δύο μερών. Όχι μόνον επειδή οι υγειονομικοί κανόνες θα επηρεάσουν καθοριστικά τις επιχειρηματικές λειτουργίες.
Πέραν των αυτονόητων εμποδίων στην εστίαση και τη φιλοξενία, αλλά και την παροχή υπηρεσιών υγείας. Ενώ στην κρίση του 2010 γνωρίζαμε τι έπρεπε να κάνουμε, ασχέτως των λαθών ή των καθυστερήσεων ή των εμπλοκών, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι ξέρει τι πρέπει να γίνει σήμερα και αύριο.
Από την άλλη, το δίπτυχο των αλλαγών που έρχονται είναι μάλλον απλό. Είναι, όμως, δύσκολο (και σε πολλές περιπτώσεις θα αποδειχτεί εξαιρετικά ακανθώδες), επειδή επιβάλλει αλλαγή νοοτροπίας. Ας το διατυπώσουμε απλά για να συνεννοηθούμε. Τα προτερήματα που απαιτούνται από τους επιχειρηματίες και τους εργαζομένους είναι ευελιξία και προσαρμοστικότητα.
Η προσαρμοστικότητα, στην πλευρά των επιχειρηματιών, συνδέεται αδιάρρηκτα με την ενσωμάτωση νέων τρόπων ανάθεσης καθηκόντων· παρακολούθηση της ροής εργασιών· μέτρηση της αποδοτικότητας στην παραγωγή· προγραμματισμό των ενδοεταιρικών συνεργασιών· σύνθεση του τελικού προϊόντος· νέες εμπορικές πολιτικές· μακροχρόνιο σχεδιασμό σε διαχείριση αποθεμάτων, logistics και μεταφορές.
Η προσαρμοστικότητα, στην πλευρά των εργαζομένων, απαιτεί την απόκτηση πρόσθετων και εξειδικευμένων τεχνολογικών γνώσεων και εκφραστικών ικανοτήτων, αποδοχή αυστηρών και μετρήσιμων κανόνων ανάθεσης και «χρέωσης» καθηκόντων.
Δυστυχώς, η μεγάλη πλειονότητα του ανθρώπινου δυναμικού δεν διαθέτει ικανοποιητική εξοικείωση με τεχνολογίες που διευκολύνουν τη νέα οργάνωση. Όπως διαπιστώθηκε την περίοδο αυτή, με τις ατελείωτες ώρες που πήρε η «δουλειά στο σπίτι». Κυρίαρχη αντίληψη παραμένει το «8ωρο» και όχι η παράδοση χρονοπροσδιορισμένης και μετρήσιμης εργασίας. Η αποδοχή συστημάτων ελέγχου ποιότητας και συνεχούς (όσο και διαφανούς) αξιολόγησης είναι επίσης ζητούμενο στην περίοδο που έχουμε μπροστά μας. Είναι κατανοητό ότι ο προσδιορισμός του ωραρίου και η διάκριση μεταξύ χρόνου εργασίας, ξεκούρασης και κοινωνικής δραστηριότητας δεν θα είναι καθόλου εύκολη υπόθεση.
Η προσαρμοστικότητα επιτυγχάνεται με ευελιξία. Για τον απλό λόγο ότι πρέπει να είσαι πρόθυμος να κινηθείς αναλόγως με τις περιστάσεις. Οι οποίες πάντως παραμένουν, αυτή τη στιγμή, σε μεγάλο βαθμό, άγνωστες. Πρέπει να ανακαλύψεις δεξιότητες που δεν είχες αξιοποιήσει μέχρι σήμερα. Πρέπει να αλλάξει το επιχειρησιακό περιβάλλον. Να καταργηθούν μορφές αυταρχικών και «στρατιωτικά» καθετοποιημένων εντολών εργασίας, τόσο συνηθισμένες στην ελληνική επιχείρηση.
Η πρώτη σκέψη μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, των συνδικάτων, των επιχειρηματικών ομάδων και των εργαζομένων ήταν (και θα είναι για αρκετό καιρό ακόμη…) ότι το κράτος πρέπει να θέσει τους κανόνες και να πληρώσει για την αυστηρή εφαρμογή τους. Χρειάζονται, λένε, μεταβιβαστικές πληρωμές, δηλαδή επιδόματα, προκειμένου να διασφαλιστεί το καθιερωμένο πρότυπο εργασίας και, βεβαίως, το εισόδημα πριν από την κρίση. Η έννοια της επίδοσης προσφυώς στρέφει το ενδιαφέρον μας στο εξής: σε τελευταία ανάλυση, θα κερδίσουμε τη μάχη αν βελτιωθούν οι επιδόσεις μας. Μετά την αρχική φάση της επιτυχούς άμυνας, ώστε να μη διαδοθεί διαλυτικά ο θανατηφόρος Covid-19, όλα θα κριθούν από τις επιδόσεις μας. Θα χρειαστούμε μεγαλύτερη ευστροφία και δημιουργικότητα, παρά μεταβιβαστικές πληρωμές από κρατικά ή ευρωπαϊκά προγράμματα. Τη μάχη την κερδίζουν οι άνθρωποι και όχι το δημόσιο ταμείο.
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο που κυκλοφόρησε στις 2 Μαΐου.