Το άνοιγμα της αγοράς, κάτω από την πίεση που υφίσταται εδώ και καιρό το εμπόριο, όπως και οι άλλοι κλάδοι της οικονομίας ήταν αναπόφευκτο μετά και τα μηνύματα που έφταναν στο κυβερνητικό επιτελείο ότι το κόστος για κάθε μήνα lockdown υπολογίζεται περίπου σε 3 δισ. ευρώ.
Η κυβέρνηση κλήθηκε να ισορροπήσει ανάμεσα στις κραυγές αγωνίας των λιανεμπόρων και τους φόβους και τις ενστάσεις των ειδικών ότι ακόμη και μια μερική άρση του lockdown θα πολλαπλασιάσει τα ημερήσια κρούσματα.
Την αγωνία της κυβέρνησης αποτυπώνουν οι δηλώσεις του υπουργού Ανάπτυξης Άδωνι Γεωργιάδη κατά την ανακοίνωση των νέων μέτρων, ο οποίος επανέλαβε πολλές φορές ότι αυτά μπορούν ανά πάσα στιγμή να ανακληθούν, εφόσον παρατηρηθούν απαράδεκτες εικόνες συνωστισμών ή υπάρξει επιδημιολογική επιβάρυνση, πολύ πριν η κατάσταση ξεφύγει.
Οι μεταλλάξεις
Τους ειδικούς ανησυχεί ιδιαίτερα το ζήτημα των μεταλλάξεων του ιού, με κυρίαρχα τα τρία νέα στελέχη που έχουν εμφανιστεί τελευταία, αυτό της Νότιας Αγγλίας, της Νότιας Αφρικής και της Βραζιλίας που μεταπήδησε μέσω ταξιδιωτών και στην Ιαπωνία.
Ειδικά το στέλεχος της Νότιας Αγγλίας, θεωρείται ότι έχει συμβάλλει σημαντικά στην αναζωπύρωση της πανδημίας που βιώνει αυτήν την περίοδο η Ευρώπη, καθώς όπως επιβεβαιώνεται πλέον και από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Λοιμώξεων (ECDC) o νέος ιός είναι κατά 56% πιο μεταδοτικός, ενώ συμβάλλει στην άνοδο του δείκτη αναπαραγωγής της πανδημίας (R) κατά επιπλέον 0,4%.
To αποτέλεσμα είναι οι χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης, όπως Μ. Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, να προχωρούν σε νέες απαγορεύσεις και περιοριστικά μέτρα προκειμένου να ελέγξουν την κατάσταση. Στην πιο δυσάρεστη θέση βρίσκεται η Ιρλανδία, το σύστημα υγείας της οποίας δέχεται τις ισχυρότερες πιέσεις που έχει δεχθεί ποτέ.
Προσκεκλημένος σε ημερίδα του Φόρουμ Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Ιατρικής, ο επικεφαλής του προγράμματος εκτάκτων αναγκών του ΠΟΥ δρ Μάικ Ράιαν, εξήγησε ότι το σημαντικό με τις τελευταίες αυτές μεταλλάξεις του ιού, είναι ότι οι αλλαγές επιτρέπουν την ευκολότερη πρόσδεση του ιού στα ανθρώπινα κύτταρα και γι΄ αυτό έχει γίνει πιο μεταδοτικός.
Όμως η ταχύτερη μετάδοσή του, μπορεί να πυροδοτήσει επόμενες μεταλλάξεις που να καταστήσουν αναποτελεσματικά όχι μόνο τα εμβόλια και τα διαγνωστικά τεστ - γνωρίζουμε ήδη ότι μέχρι στιγμής δεν επηρεάζονται - αλλά και τα φάρμακα που στηρίζονται σε αντισώματα για την αντιμετώπιση της νόσου.
Για το λόγο αυτό, υπογράμμισε την ανάγκη διατήρησης όλων των δυνατών μέτρων που ασκούν πιέσεις στον ιό, ξεκινώντας από τα ατομικά μέτρα προστασίας και υγιεινής, για να συμπληρώσει τους εντατικούς ελέγχους με τεστ, ιχνηλάτηση, απομόνωση και καραντίνα των ασθενών, προκειμένου να περιορίζεται αποτελεσματικά η μετάδοση στην κοινότητα.
Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε, πρέπει όλοι να εφαρμόζουμε τα μέτρα, στη λογική ότι «ο ιός σταματά σε μένα».
Εμβόλιο ανά διετία
Στον κίνδυνο των μεταλλάξεων αναφέρθηκε και ο ειδικός λοιμωξιολόγος του τμήματος Αντιμικροβιακής Αντοχής του ECDC Δαμιανός Πλαχούρης, επισημαίνοντας πως επιβεβαιώθηκε με τη χρήση αντισωμάτων από πλάσμα ασθενών που έχουν αναρρώσει, ότι τα αντισώματα από φυσική ανοσία συνεχίζουν να μας προστατεύουν έναντι των νέων παραλλαγών της Ν. Αγγλίας.
Μένει τώρα να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα του εμβολίου έναντι του νέου στελέχους, καθώς επίσης και των θεραπευτικών σχημάτων με μονοκλωνικά αντισώματα.
Ο στόχος παραμένει η καθυστέρηση της διασποράς για να αποφευχθούν νέες επιδημικές εξάρσεις που θα οδηγήσουν σε νέες μεταλλάξεις. Καθώς ο ιός είναι μεγάλος, οι πιθανότητες γρήγορων αλλαγών είναι μικρότερες από αυτές του ιού της γρίπης, οπότε εκτιμάται ότι θα χρειαζόμαστε νέο εμβόλιο σε επίπεδο διετίας και όχι έτους, όπως συμβαίνει με τον ιό της γρίπης.
Ανθεκτικά στελέχη
Στην ίδια κατεύθυνση, ο καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας, αφού ανέπτυξε τα επιδημιολογικά δεδομένα της χώρας μας έναντι των λοιπών ευρωπαϊκών κρατών, υπογράμμισε ότι η ιχνηλάτηση πρέπει να γίνεται στο 80% των επαφών μέσα σε λίγες ημέρες, πράγμα σχεδόν αδύνατο.
Σημείωσε όμως την ανάγκη περιορισμού των νέων μολύνσεων όσο το δυνατόν γρηγορότερα, ιδίως παρόντος του νέου αγγλικού στελέχους του ιού, προκειμένου να αποφευχθεί η ανάπτυξη ανθεκτικών στελεχών του ιού στις υπάρχουσες θεραπείες.
Ανέφερε δε, ότι ανάλογα με το ρυθμό αναπαραγωγής R, θα πρέπει να εμβολιαστεί το 45-85% του πληθυσμού, ενώ πρόσθεσε πως το δεύτερο lockdown επέτρεψε κινητικότητα αυξημένη κατά 30% σε σχέση με το 1ο lockdown.
Διαβάστε ακόμα:
Σταθεροποιούνται τα νέα κρούσματα - Στους 319 οι διασωληνωμένοι, 34 νέοι θάνατοι