Η φερόμενη σπουδή της κυβέρνησης του Donald Trump να καταλήξει το προσεχές διάστημα σε συμφωνία με τη Σαουδική Αραβία στο πεδίο της πυρηνικής ενέργειας προκαλεί την έντονη ανησυχία ενός Αμερικανού γερουσιαστή, ο οποίος απαίτησε την Τρίτη να υπάρξει σε τέτοια περίπτωση ρητή δέσμευση από μέρους του Ριάντ στη μη διάδοση.
Το Ριάντ αναμένεται να αποκαλύψει σύντομα σε ποιες εταιρείες θα αναθέσει την κατασκευή των πρώτων δύο αντιδραστήρων εντός των ορίων του πυρηνικού του προγράμματος -αναμένεται να κάνει αναθέσεις για να κατασκευαστούν συνολικά δεκαέξι αντιδραστήρες- και βρίσκονται σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις ανάμεσα στους Σαουδάραβες και την αμερικανική κυβέρνηση προκειμένου η Ουάσινγκτον να συναινέσει στην εξαγωγή τεχνολογίας που είναι απαραίτητη για τον σκοπό αυτό.
Ο Ed Markey, δημοκρατικός γερουσιαστής της Μασαχουσέτης, υπογράμμισε ωστόσο την ανάγκη η κυβέρνηση Trump να αποσπάσει από το Ριάντ την αποδοχή μιας συμφωνίας μη διάδοσης, όπως αυτές που έχουν ήδη υπογραφεί μεταξύ των ΗΠΑ και της Νότιας Κορέας, της Ινδίας, αλλά και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.
«Κάθε συμφωνία πρέπει ασφαλώς να συμπεριλαμβάνει μια δέσμευση για τη μη διάδοση, δηλαδή τη (σ.σ. λεγόμενη) "συμφωνία 123", ανάμεσα στις δύο χώρες», επισήμανε ο Markey σε επιστολή που απηύθυνε στον υπουργό Εξωτερικών Rex Tillerson και στον υπουργό Ενέργειας Rick Perry, αντίγραφο της οποίας έχει στη διάθεσή του το Γαλλικό Πρακτορείο.
«Όμως προηγούμενες αμερικανικές προσπάθειες για να συναφθεί συμφωνία 123 με τη Σαουδική Αραβία δεν στέφθηκαν από επιτυχία, εξαιτίας της αντίθεσης (του Ριάντ) στην αποκήρυξη του εμπλουτισμού ουρανίου ή της επανεπεξεργασίας αναλωθέντων πυρηνικών καυσίμων στο έδαφός του, (του όρου) που συνιστά τον "χρυσό κανόνα" κάθε συμφωνίας 123», συνέχισε ο Markey.
Οι εξελίξεις καταγράφονται με φόντο τις διπλωματικές εντάσεις γύρω από το πολιτικό πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, χώρας με την οποία το Ριάντ έχει ανοικτά εχθρική σχέση.
Για τον Markey, «η απροθυμία που έχει δείξει το σαουδαραβικό βασίλειο ως προς το να δεσμευθεί (σε μια συμφωνία 123) είναι ιδιαίτερα ανησυχητική, υπό το φως σχολίων που έχουν κάνει σαουδάραβες αξιωματούχοι και μέλη της βασιλικής οικογένειας, με τα οποία άφησαν να εννοηθεί ότι το πυρηνικό πρόγραμμα μπορεί επίσης να υπηρετήσει γεωπολιτικούς σκοπούς, πέραν της παραγωγής ενέργειας».
Σύμφωνα με αμερικανικά ΜΜΕ, ο Σαουδάραβας πρίγκιπας διάδοχος Mohammad Bin Salman αναμένεται να επισκεφθεί τις ΗΠΑ στις αρχές του Μαρτίου κι ίσως συναντηθεί με τον πρόεδρο Trump . Η επίσκεψη πάντως δεν έχει ακόμη ανακοινωθεί επίσημα, ούτε από την Ουάσινγκτον, ούτε από το Ριάντ.
Δίλημμα
Στην επιστολή, ο Markey ρωτά ιδίως τους δύο υπουργούς «ποιος είναι ο λόγος για τη διεξαγωγή των νέων συζητήσεων για μια συμφωνία συνεργασίας ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Σαουδική Αραβία» στο πεδίο της πυρηνικής ενέργειας.
Ζητά να ενημερωθεί επίσης για το εάν «ζήτησε η Σαουδική Αραβία από την (αμερικανική) κυβέρνηση να εξετάσει το ενδεχόμενο να συναφθεί μια συμφωνία 123 που δεν θα συμπεριλαμβάνει τον χρυσό κανόνα, ή αν η κυβέρνηση Trump αποφάσισε μόνη της να εξετάσει το ενδεχόμενο».
Μιλώντας στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο CNBC στο περιθώριο μιας συνόδου στο Μόναχο, περί τα μέσα Φεβρουαρίου, ο υπουργός Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας, ο Adel al-Jubeir, είχε εμμέσως πλην σαφώς απειλήσει τις ΗΠΑ ότι το Ριάντ θα στραφεί σε άλλες χώρες αν η κυβέρνηση Trump αρνηθεί να προσφέρει την υποστήριξή της στο σαουδαραβικό πολιτικό πρόγραμμα πυρηνικής ενέργειας.
Σύμφωνα με το πρακτορείο ειδήσεων Bloomberg, ο Perry αναμένεται να ταξιδέψει στο Λονδίνο στα τέλη της εβδομάδας για συνομιλίες με σαουδάραβες αξιωματούχους, ανάμεσά τους τον υπουργό Ενέργειας και τον υπουργό Υποδομών.
Αναφερόμενος στο πιθανό ταξίδι, ο Markey, μέλος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της αμερικανικής Γερουσίας, αξίωσε «αμέσως μόλις επιστρέψει (...) ο υπουργός Πέρι να ενημερώσει εμένα και τους συναδέλφους μου στην Επιτροπή για το τι διεμοίφθη», ενώ ζήτησε «η κυβέρνηση Trump να εξηγήσει περαιτέρω γιατί είναι διατεθειμένη να συμβιβαστεί όσον αφορά τη θέση που τηρούν εδώ και πολύ καιρό οι ΗΠΑ στο πλαίσιο μιας ενδεχόμενης συμφωνίας 123 με τη Σαουδική Αραβία».
Σε πρόσφατο σχόλιό του (1), ο Άντριου Μπόουεν του συντηρητικού ινστιτούτου μελετών American Enterprise Institute είχε σημειώσει πως «ο πρόεδρος Trump και η ομάδα των συμβούλων του για θέματα εθνικής ασφάλειας αντιμετωπίζουν ένα ιδιαίτερο δίλημμα: τη μετατροπή των ομοσπονδιακών κανονισμών για να εξασφαλιστεί ένα πλουσιοπάροχο συμβόλαιο για μια επιχείρηση με έδρα τις ΗΠΑ (σ.σ. τη Westinghouse), ή το να ακολουθήσουν τη συνήθη πρακτική και να συνδέσουν την όποια σύμβαση με την τήρηση των κανόνων προηγούμενων συμφωνιών για την πυρηνική ενέργεια, όπως έχουν οριστεί από το Κογκρέσο για την αποτροπή της διάδοσης των πυρηνικών παγκοσμίως».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ